Δεν ευνοούνται οι δανειολήπτες από την αύξηση επιτοκίων

«Η πολιτική που καθορίζεται από την ΕΚΤ για την αύξηση των επιτοκίων, όντως προκαλεί έναν αυξημένο κίνδυνο για δημιουργία ΜΕΔ»

Δεν φαίνεται να γίνεται αποδεκτό οποιοδήποτε οριζόντιο μέτρο για στήριξη των δανειοληπτών, μετά την αύξηση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για λόγους αντιμετώπισης του αυξημένου πληθωρισμού, όπως αναφέρθηκε σε συζήτηση στην Επιτροπή Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας της Βουλής.

Σε αυτεπάγγελτη εξέταση των προβλημάτων που ενδεχομένως να προκύψουν από την αύξηση των δανειστικών επιτοκίων, η Κοινοβουλευτική Επιτροπή συζήτησε τρόπους αποφυγής δημιουργίας νέων Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ) και στήριξης των ευάλωτων ομάδων.

Εκ μέρους της ΚΤΚ ο Κλεάνθης Ιωαννίδης ανέφερε ότι η πολιτική που καθορίζεται από την ΕΚΤ για την αύξηση των επιτοκίων, όντως προκαλεί έναν αυξημένο κίνδυνο για δημιουργία ΜΕΔ, ειδικότερα σε συνάρτηση με τις πληθωριστικές τάσεις που αποδυναμώνουν τα εισοδήματα των πολιτών και των νοικοκυριών. Πρόσθεσε ότι υπάρχουν συγκεκριμένα στάδια για αναδιάρθρωση ενός δανείου, που μπορεί να εφαρμόζει ένας δανειολήπτης που βλέπει να συρρικνώνεται το εισόδημά του και κάλεσε όσους αντιμετωπίζουν πρόβλημα να μιλήσουν με το τραπεζικό τους ίδρυμα ώστε να επέλθει εγκαίρως μια αναδιάρθρωση.

Σημείωσε ότι δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις ούτε οριζόντιες λύσεις, οι οποίες πιθανόν να δημιουργήσουν πρόβλημα στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Σημείωσε ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν συγκεκριμένοι δανειολήπτες οφείλουν να αντιμετωπίζονται ατομικά και σε συνεργασία με τον Χρηματοοικονομικό Επίτροπο.  

Σε παρέμβασή του στη συζήτηση ο Χρηματοοικονομικός Επίτροπος Παύλος Ιωάννου σημείωσε ότι το πρόβλημα της οικονομία εξακολουθεί είναι υπαρκτό εφόσον εκκρεμεί η γεωπολιτική κρίση. Οποιαδήποτε μέτρα λαμβάνονται για αντιμετώπιση των επιπτώσεων, όπως ανέφερε, δεν θα πρέπει να διασαλεύουν την κοινωνική συνοχή, ιδιαίτερα σε μια ημικατεχόμενη πατρίδα, ενώ αναφέρθηκε και σε προεκτάσεις σε θέματα εθνικής ασφάλειας.

Αναφέρθηκε επίσης σε αντιφατικά μέτρα με τεράστιο κοινωνικό κόστος και πρόσθεσε ότι πρέπει να λαμβάνονται κάποια μέτρα κοινωνικής πολιτικής τα οποία να είναι απόλυτα στοχευμένα.

Υπενθύμισε ότι η οδηγία της ΚΤΚ δίνει τη δυνατότητα να διευκολυνθεί ο δανειολήπτης και άρα είναι εφικτό ο κάθε ενδιαφερόμενος να προσφύγει στο τραπεζικό ίδρυμα για να διεκδικήσει την αναδιάρθρωση που δικαιούται. Σημείωσε περαιτέρω ότι δεν πρέπει να χρονίζει η απάντηση στο αίτημα οποιουδήποτε πολίτη για αναδιάρθρωση και ιδίως εταιρειών. Κάλεσε τους δανειολήπτες να προσφεύγουν έγκαιρα όσον αφορά τους τρόπους αποπληρωμής των δανείων τους.

Παράλληλα, σημείωσε ότι αναπόφευκτα η αυτόματη αύξηση επιτοκίων δημιουργεί μη προσδοκόμενα κέρδη για τις εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων, κάτι που είναι σε πολύ μικρότερη έκταση στις τράπεζες που έχουν την υποχρέωση να αυξήσουν και τα καταθετικά επιτόκια. Πρόσθεσε ότι οι εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων έχουν περισσότερο ευνοϊκές συνθήκες για να διευκολύνουν τους δανειολήπτες δεδομένου ότι εφαρμόζουν την οδηγία της ΚΤΚ.

Εκ μέρους του Υπουργείου Οικονομικών αναφέρθηκε ότι η νομισματική πολιτική έχει καθοριστεί για να αντιμετωπιστούν οι πληθωριστικές τάσεις και δεν μπορούν να λαμβάνονται οποιαδήποτε μέτρα στήριξη δεν μπορούν που να την αναιρούν.  

Το παράδειγμα της ΚΕΔΙΠΕΣ για μη αύξηση της μηνιαίας δόσης

Ο Βουλευτής του Κινήματος Οικολόγων – Συνεργασία Πολιτών Σταύρος Παπαδούρης, που ενέγραψε το θέμα στην Επιτροπή, επικεντρώθηκε ιδιαίτερα στην πρακτική που ακολουθεί η ΚΕΔΙΠΕΣ μετά την αύξηση των επιτοκίων και η οποία δεν έχει προχωρήσει σε αύξηση της μηνιαίας δόσης, αλλά προσθέτει την επιπλέον επιβάρυνση με τη λήξη των δανείων. Διερωτήθηκε κατά πόσο αυτό μπορεί να εφαρμοστεί και από τις υπόλοιπες τράπεζες.

Εκ μέρους της ΚΕΔΙΠΕΣ, ο Διευθύνοντας Σύμβουλος Μάριος Παπαδόπουλος είπε ότι σε όλες τις περιπτώσεις η ΚΕΔΙΠΕΣ έχει αφήσει τις μηνιαίες δόσεις στην κατάσταση πριν τις αυξήσεις και όλο το ποσό συσσωρεύεται στις τελευταίες δόσεις. Η ΚΕΔΙΠΕΣ, πρόσθεσε θα δει κατά πόσο ανάλογα με τις συνθήκες θα υιοθετήσει και αύξηση στις μηνιαίες δόσεις.

Εκ μέρους του Συνδέσμου Εταιρειών Εξαγοράς Πιστώσεων και Διαχειριστριών Εταιρειών Πιστωτικών Διευκολύνσεων, ο Βύρωνας Βύρωνος ανέφερε ότι τα μέλη του συνδέσμου εφαρμόζουν το επιτόκιο που υπάρχει στις πιστωτικές διευκολύνσεις που έχουν μεταβιβαστεί σε αυτές και εφαρμόζει τη σύμβαση που υπάρχει. Ανέφερε επίσης ότι δεν χρεώνουν οτιδήποτε πέραν του επιτοκίου αναφοράς της ΚΤΚ.

Εκ μέρους της ΚΤΚ αναφέρθηκε ότι το μέτρο της ΚΕΔΙΠΕΣ είναι ενδιαφέρον, αλλά η εταιρεία αυτή έχει άλλη μορφή εποπτείας και διαφορετικό θεσμικό πλαίσιο από τις τράπεζες. Ο κ. Ιωαννίδης σημείωσε επίσης ότι τα αναδιαρθρωμένα δάνεια επιφέρουν αυξημένες εποπτικές απαιτήσεις και επανέλαβε ότι οι λύσεις πρέπει να είναι στοχευμένες εκεί που υπάρχει πρόβλημα.

Ο Ανώτερος Διευθυντής στον Σύνδεσμο Τραπεζών Κύπρου, Μιχάλης Κρονίδης ανέφερε ότι στην οδηγία της ΚΤΚ για διαχείριση καθυστερήσεων υπάρχει και μέρος που δίνει τη δυνατότητα στον δανειολήπτη να προσεγγίσει την τράπεζα πριν υπάρξει καθυστέρηση και να δει ποια διευθέτηση μπορεί να γίνει. Όσον αφορά το θέμα της αύξησης του επιτοκίου και τον τρόπο με τον οποίο αυτό θα ενσωματώνεται στο δάνειο, ανέφερε ότι οι εποπτικές απαιτήσεις είναι διαφορετικές για τις τράπεζες και για την ΚΕΔΙΠΕΣ και αν «πειράξεις» το επιτόκιο θεωρείται ένδειξη αύξησης πιστωτικού κινδύνου.

Ο Χρηματοοικονομικός Επίτροπος ανέφερε ότι θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο το ΣΕΠΕ μετά τη συγκεκριμένη αλλαγή μεταβάλλεται περισσότερο και επιβαρύνεται κατά αυτό τον τρόπο περισσότερο το δάνειο. Πρόσθεσε ότι χρειάζεται να γίνει μια άσκηση για να διαπιστωθεί κάτι τέτοιο. Σημείωσε επίσης ότι το καθεστώς της ΚΕΔΙΠΕΣ ως κρατικής οντότητας είναι διαφορετικό από των υπόλοιπων τραπεζών.

Εξάλλου, σε προκαταρκτικό του υπόμνημα που κατέθεσε στην Επιτροπή και το οποίο θα υποβάλει εκ νέου στην τελική του διατύπωση, ο Χρηματοοικονομικός Επίτροπος, αναφέρει πως αυτό αποσκοπεί να εξετάσει μόνο την επίπτωση των συντελεσθεισών ήδη αυξήσεων στα επιτόκια αναφοράς της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των αναμενόμενων τέτοιων, στο πλαίσιο των πρακτικών που ακολουθούνται διεθνώς, για αντιμετώπιση του πληθωρισμού, ενώ παρατίθενται, επίσης, ορισμένες εισηγήσεις για τους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσαν να διευκολυνθούν οι δανειολήπτες – καταναλωτές, στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων αυτών στο διαθέσιμό τους εισόδημα.

Αναφέρει πως κύρια πηγή των εισηγήσεων στο παρόν Υπόμνημα, είναι ορισμένες πρόνοιες της περί της Διαχείρισης Καθυστερήσεων Οδηγίας του 2015 της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου (ΚΤΚ) και σημειώνει ότι η Οδηγία της ΚΤΚ έχει συγκεκριμένο πεδίο εφαρμογής και επομένως η προτεινόμενη αυτή λύση περιορίζεται μόνο στις κατηγορίες δανείων ή και άλλων χορηγήσεων που εντάσσονται στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω Οδηγίας.

Στο υπόμνημα ο Επίτροπος τονίζει ότι «επειδή οι τρέχουσες συγκυρίες πληθωρισμού (επομένως μείωσης του πραγματικού εισοδήματος) και οι αυξήσεις των επιτοκίων, αναπόφευκτα προκαλούν επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης ορισμένης κατηγορίας δανειοληπτών (και δεν είναι κατ’ ανάγκη συμπολίτες μας που εντάσσονται στις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού), οι πλέον προφανείς διαδικασίες, αντιμετώπισης των προβλημάτων που δημιουργούνται είναι η προσφυγή στον πιστωτή από κάθε ενδιαφερόμενο δανειολήπτη, προκειμένου να εξεταστεί η προοπτική αναδιάρθρωσης των δανείων του, πριν ακόμα αυτά περιέλθουν σε κατάσταση μη εξυπηρέτησης».

«Η επίπτωση στο διαθέσιμο εισόδημα του δανειολήπτη θα πρέπει να κατανοηθεί σε συνδυασμό με τον τρέχοντα πληθωρισμό και την επίδρασή του στην αγοραστική δύναμη, η οποία προφανώς δεν είναι αμελητέα», αναφέρει και προσθέτει πως «η όλη κατάσταση επηρεάζει γενικά τη δυνατότητα εξυπηρέτησης των δανείων ιδίως όμως στους οριακά βιώσιμους δανειολήπτες που, ωστόσο, δεν έχουν παρουσιάσει μέχρι στιγμής καθυστερήσεις».

Επιπλέον, αναφέρει πως «επηρεάζει επίσης και, ήδη, αναδιαρθρωμένα ΜΕΧ» και «αναμένεται να επηρεάσει και τους ενταχθέντες στο Σχέδιο ΕΣΤΙΑ και ορισμένους υπό ένταξη σ’ αυτό».

Σημειώνει πως ό,τι ισχύει για τα Αδειοδοτημένα Πιστωτικά Ιδρύματα (ΑΠΙ), αναπόφευκτα θα πρέπει να ισχύει και να εφαρμόζεται και από τις Εταιρείες Εξαγοράς Πιστώσεων (ΕΕΠ).

Ο Επίτροπος αναφέρει ότι οι ΕΕΠ «φαίνεται να έχουν καταφανώς περισσότερα περιθώρια από τις Τράπεζες, για ευνοϊκές αναδιαρθρώσεις για τους δανειολήπτες», καθώς «δεν δέχονται καταθέσεις και επομένως  η αύξηση των επιτοκίων δεν συνεπάγεται αύξηση κόστους μέσα από πληρωμές αυξημένων καταθετικών επιτοκίων».

Επιπλέον, στο υπόμνημα του ο Χρηματοοικονομικός Επίτροπος τονίζει πως «με δεδομένο το γεγονός ότι οι δανειακές συμβάσεις που τυγχάνουν διαχείρισης από ΕΕΠ (συμπεριλαμβανομένης της ΚΕΔΙΠΕΣ), είναι και οι πλέον προβληματικές από πλευράς βιωσιμότητας και εισοδηματικών δυνατοτήτων των δανειοληπτών, είναι χρήσιμο και πρόσφορο, μέσα από κατάλληλες ρυθμίσεις, οι ΕΕΠ να προωθούν διευκολύνσεις, απορροφώντας μέρος της επιβάρυνσης των δανειοληπτών ανάλογα με το μέγεθος των μη προσδοκούμενων κερδών που πραγματοποιούν».

«Αυτό θα πρέπει να ισχύσει ιδιαίτερα για την ΚΕΔΙΠΕΣ, η οποία ανήκει στο Κράτος», αναφέρει και προσθέτει πως «το ζήτημα αυτό, χρήζει άμεσης ρύθμισης», καθώς «το Κράτος δεν νοείται να κερδοσκοπεί σε βάρος των δανειοληπτών».

Στο υπόμνημα αναφέρεται επίσης πως το Γραφείο του Χρηματοοικονομικού Επίτροπου γίνεται εσχάτως αποδέκτης ποικιλόμορφων διαμαρτυριών (προφορικών και γραπτών), για τις επιπτώσεις του πληθωρισμού και της αύξησης των επιτοκίων επί του διαθέσιμου εισοδήματος των καταναλωτών και κατά συνέπεια δε, και της δυνατότητας τους να ανταποκρίνονται στις αυξημένες, πλέον, δανειακές υποχρεώσεις τους.

Τέλος, δίδοντας ένα παράδειγμα πως επηρεάζονται οι δόσεις δανείου, σε συγκεκριμένη πραγματική σύμβαση, ο Επίτροπος αναφέρει ότι ένα δάνειο με υπόλοιπο περίπου €150.000, η μεταβολή στη δόση πραγματοποιείται αν η εξόφληση είναι σε 10 χρόνια, €150,44 ή μεταβολή 9,48% σε σχέση με τη δόση, όταν το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ ήταν 0% και προσθέτει πως η αύξηση αυτή με βασικό επιτόκιο ΕΚΤ στο 2,50% ανέρχεται στα €189,29 ή 11,93%.

Όταν το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ για την υπό εξέταση σύμβαση ανέλθει στο 3%, σύμφωνα με τον Επίτροπο, η δόση για την υπό εξέταση δανειακή σύμβαση αυξάνει κατά €228,63 ή 14,40%, σε σχέση με τη δόση, όταν το επιτόκιο της ΕΚΤ ήταν 0%. Σημειώνει ότι αν η εξόφληση είναι σε 15 χρόνια, η αύξηση της δόσης για τις μεταβολές που αναφέρθηκαν προηγουμένως κυμαίνονται από 13,68% μέχρι 20,88%, ενώ εάν η εξόφληση είναι για 20 χρόνια, η αύξηση θα κυμαίνεται για τα προηγούμενα αναφερόμενα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ από 17,51% στα 26,80%.

Εκπροσωπώντας τους συνδέσμους καταναλωτών ο Λουκάς Αριστοδήμου ανέφερε ότι θα πρέπει να εξεταστεί αν σε αυτή την περίπτωση οι εταιρείες αυτές, αυξάνοντας το επιτόκιο έχουν κέρδος χρονικό, ενώ έθεσε το ερώτημα κατά πόσο ύστερα από 20 χρόνια ο δανειολήπτης θα μπορεί να αποπληρώσει το δάνειο που θα έχει επιβαρυνθεί επιπρόσθετα. Παράλληλα ζήτησε οι τράπεζες να είναι πιο ελαστικές και να μην ζητούν επιπρόσθετες εγγυήσεις στο θέμα των αναδιαρθρώσεων.  

Εκ μέρους του Συνδέσμου Προστασίας Δανειοληπτών Τραπεζών (ΣΥΠΡΟΔΑΤ) αναφέρθηκε ότι η επιθετική αύξηση των επιτοκίων θα επηρεάσει όλα τα δάνεια ανεξαιρέτως τόσο τα εξυπηρετούμενα, τα οποία πληρώνουν πολλοί από τα υστέρημά τους, όσο και κυρίως τα ΜΕΔ. Αναφέρθηκε επίσης ότι τα ΑΠΙ εμμένουν αντί να κάνουν αναδιαρθρώσεις να κάνουν πλειστηριασμούς και εκποιήσεις ακόμα και πρώτης κατοικίας.

Εκ μέρους του Συνδέσμου Προστασίας Πρώτης Κατοικίας αναφέρθηκε ότι δεν υπάρχει εποπτικός έλεγχος αλλά υπάρχει πλήρης αδιαφάνεια όσον αφορά τις εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων χωρίς να είναι γνωστό ποιοι κρύβονται πίσω από αυτές,. Παράλληλα αναφέρθηκε ότι υπάρχει εμμονή στη διαδικασία των εκποιήσεων και δεν γίνονται αναδιαρθρώσεις από τις εταιρείες αυτές.

Ο Πρόεδρος της Επιτροπής, Βουλευτής του ΔΗΣΥ Κυριάκος Χατζηγιάννης ανέφερε ότι με την αύξηση των επιτοκίων θα επηρεαστούν σίγουρα οι δανειζόμενοι, ωστόσο το κράτος δεν μπορεί να επέμβει με οριζόντια μέτρα στην πολιτική είτε των πιστωτικών ιδρυμάτων είτε της ΚΤΚ. Πρόσθεσε ότι ο πληθωρισμός είναι απότοκο πολλών εξελίξεων και είπε ότι ο πληθωρισμός και τα επιτόκια είναι αντίθετα μεγέθη. Αν επιχειρηθεί, όπως είπε, να μείνουν σταθερά τα επιτόκια, σημαίνει ότι θα αυξηθεί πολύ περισσότερο ο πληθωρισμός και θα υπάρχουν περισσότερες επιπτώσεις όσον αφορά την ύφεση. Είπε επίσης ότι η σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα δεν μπορεί να μπει στη λογική είτε της κοινωνικής διάστασης του κράτους είτε της στήριξης με οριζόντιο τρόπο, γατί θα επιφέρει καταστροφή του χρηματοπιστωτικού μας συστήματος. Σημείωσε επίσης ότι η Επιτροπή θα προσπαθήσει να πιέσει να υπάρξουν συγκλίσεις δανειζόμενων και πιστωτικών ιδρυμάτων για μη οριζόντια μέτρα.

Ανέφερε ακόμα ότι η Επιτροπή Ενέργειας κατέθεσε πρόταση νόμου για διαχείριση των δικαιωμάτων των καταναλωτών έναντι των τραπεζών και ευχήθηκε να ξεκινήσει σύντομα η σχετική συζήτηση.

Ο Βουλευτής του ΑΚΕΛ Κώστας Κώστα εξέφρασε τη διαφωνία του με την πολιτική της ΕΚΤ για μείωση του πληθωρισμού, αναφέροντας ότι η συνεχής αύξηση των δανειστικών επιτοκίων θα αυξήσει την ανεργία, αφού θα επηρεάσει την ικανότητα των εταιρειών να καταβάλουν τις δόσεις τους ενώ θα επηρεάσει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών. Ανέφερε ακόμα ότι οι αυξήσεις στα επιτόκια θα ευνοήσουν στο τέλος τις τράπεζες και τους μεγαλοκαταθέτες, αλλά και τις εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων. Είπε ότι η σωστή πολιτική θα ήταν να ρίξουν χρήμα στην αγορά. Αυτοί που θα πληρώσουν στο τέλος την αύξηση των επιτοκίων, είπε, είναι τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις που έχουν γονατίσει, ενώ υπενθύμισε ότι οι Κύπριοι καταναλωτές πληρώνουν το ακριβότερο ρεύμα. Πρόσθεσε ότι η Κυβέρνηση οφείλει να λάβει μέτρα που θα προστατεύσουν το κοινό και είπε ότι η αύξηση των επιτοκίων είναι η χαριστική βολή.

Ο Βουλευτής του Κινήματος Οικολόγων-Συνεργασίας Πολιτών, Σταύρος Παπαδούρης, δήλωσε ότι το μέτρο της ΕΚΤ είναι εντελώς λανθασμένο εξηγώντας ότι μπορεί να υπάρχει οικονομική αρχή που λέει ότι τον πληθωρισμό τον κτυπάς όντως με αύξηση επιτοκίων, όμως αυτό υφίσταται όταν υπάρχει υπερκαταναλωτισμός. Στην Κύπρο, είπε, το φαινόμενο αυτό δεν υπάρχει και ο κόσμος προσπαθεί απλώς να επιβιώσει. Η Κεντρική Τράπεζα, συνέχισε ο κ. Παπαδούρης, είπε ότι είμαστε προ ενός νέου κύματος μη εξυπηρετούμενων δανείων, ενώ ο Χρηματοοικονομικός Επίτροπος, ανέφερε ότι, μετά από μελέτη που έχει διενεργήσει μας έχει ενημερώσει ότι η αύξηση των επιτοκίων κυμαίνεται από 7% μέχρι 14%.

Όσον αφορά την πρακτική της ΚΕΔΙΠΕΣ να μην αυξάνει τη δόση είπε ότι δίνει πλεονεκτήματα όπως το ότι δεν αυξάνεται η δόση σε μια περίοδο όπου ο κόσμος δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα, δεν δημιουργούνται νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και δεν δημιουργείται ένα κύμα αιτήσεων προς αναδιαρθρώσεις προς τα πιστωτικά ιδρύματα με όλη τη γραφειοκρατία που υπάρχει.  Ανέφερε ακόμα ότι έχει θέσει εισήγηση η πρακτική αυτή να εφαρμοστεί στοχευμένα σε όσους θα αιτηθούν προνοητικά για αναδιάρθρωση, αντιλαμβανόμενοι ότι δεν θα καταφέρουν να αποπληρώνουν τις δόσεις τους.

Διαβάστε επίσης: Μείωση €30 εκατ. στις συνολικές ΜΕΧ τον Αύγουστο

 Πηγή: ΚΥΠΕ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ