Ο Τζορτζ Μόρις δεν φανταζόταν ποτέ ότι η δουλειά του ως καθηγητής στο γραφικό ελληνικό νησί της Σαντορίνης θα τον ανάγκαζε να κοιμηθεί στο αυτοκίνητό του, να ξεκουραστεί στον καναπέ ενός συναδέλφου του ή να περάσει τη νύχτα σε άδειες αίθουσες διδασκαλίας.
Αλλά με τους περισσότερους από τους ιδιοκτήτες ακινήτων της Σαντορίνης, που πλέον διαθέτουν τα ακίνητά τους μέσα από πλατφόρμες όπως η Airbnb σε εύρωστους ξένους τουρίστες, δάσκαλοι όπως ο Μόρις και άλλοι υπάλληλοι του δημόσιου τομέα αγωνίζονται να βρουν οικονομικά προσιτά σπίτια.
Όπως γράφουν οι Financial Times, σε εκτενές τους δημοσίευμα, όταν ο Μόρις έφτασε τον Σεπτέμβριο του 2022, με την τουριστική περίοδο να βρίσκεται σε αιχμή, δεν βρήκε διαθέσιμες μακροχρόνιες ενοικιάσεις.
Κάποια στιγμή βρήκε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου με 20 ευρώ τη βραδιά, «θαύμα για τη Σαντορίνη», είπε. Ωστόσο αυτό το «θαύμα» ήρθε με μια προειδοποίηση: αν ο ιδιοκτήτης έβρισκε άλλον επισκέπτη, «ακόμη και στη μέση της νύχτας», ο Μόρις θα έπρεπε να μαζέψει τα πράγματά του και να φύγει, ώστε ο ξενοδόχος να μπορεί να χρεώσει υψηλότερη τιμή.
Ίδιο σκηνικό
Τα προβλήματα αυτά δεν περιορίζονται στη Σαντορίνη. Σε πολλά ευρωπαϊκά τουριστικά θέρετρα – από τα ηλιόλουστα ελληνικά νησιά μέχρι την Πράγα, τη Λισαβόνα και ιστορικές ιταλικές πόλεις- το Airbnb και άλλες πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης διαταράσσουν σοβαρά την αγορά κατοικίας.
Στη Σαντορίνη, οι δάσκαλοι που φτάνουν κάθε Σεπτέμβριο συνήθως αναγκάζονται να περάσουν τους πρώτους μήνες της σχολικής χρονιάς σε ξενοδοχεία μέχρι να τελειώσει η τουριστική περίοδος. Ως αποτέλεσμα, το κόστος στέγασης υπερβαίνει συχνά τους μισθούς τους, καθώς οι μηνιαίες αποδοχές των νέων εκπαιδευτικών συνήθως δεν ξεπερνούν τα 1.000 ευρώ, υπογραμμίζουν οι FT.
Στην Ιταλία, η επιτομή της κρίσης της ενοικίασης κατοικιών είναι η Βενετία, όπου οι τουριστικές κλίνες -περίπου 49.000- υπερβαίνουν κατά πολύ τον συνολικό αριθμό των μακροχρόνιων κατοίκων. Περίπου το 20% αυτών των τουριστικών κλινών είναι ενοικιαζόμενα σε στιλ Airbnb, για βραχυχρόνια διαμονή σε διαμερίσματα που παλιά φιλοξενούσαν μακροχρόνιους κατοίκους.
Παρόμοιες καταστάσεις βιώνουν κι άλλες ιταλικές πόλεις. Τοπικοί αξιωματούχοι και κοινωνικοί ακτιβιστές λένε ότι αυτό δεν προκαλεί απλώς οξεία έλλειψη σε οικονομικά προσιτές κατοικίες, αλλά καταστρέφει τον ιστό της παραδοσιακής αστικής ζωής της χώρας.
«Αυτό έχει αντίκτυπο στην πολιτιστική μας κληρονομιά», σχολιάζει στους FT, ο Τζιάκομο Μενέγκους, νομικός σύμβουλος της ομάδας High Pressure Housing, ενός κινήματος που γεννήθηκε στη Βενετία και τώρα επεκτείνεται σε άλλες πόλεις. «Δεν έχουμε μια ζωντανή πόλη αλλά ένα είδος Ντίσνεϋλαντ ή ένα αξιοθέατο χωρίς ανθρώπους να ζουν εκεί. Όλα θα γίνουν λίγο πολύ ψεύτικα ή πολύ τουριστικά».
Στην Ίο
Το δημοσίευμα της αναφέρεται επίσης και στην περίπτωση της Ίου, «το ελληνικό νησί -με 2.000 μόνιμους κατοίκους- που δέχεται περίπου 150.000 επισκέπτες κάθε καλοκαίρι».
Ο δήμαρχος του νησιού, Γκίκας Γκίκας αντιμετωπίζει κάθε χρόνο το σχεδόν αδύνατο έργο να βρει στέγη για δασκάλους, γιατρούς, πυροσβέστες και λιμενικούς που στέλνονται να εργαστούν στο νησί.
«Γίνεται όλο και πιο δύσκολο κάθε χρόνο», δηλώνει ο κ. Γκίκας. Φέτος, ένας πυροσβέστης έμεινε στο τοπικό μουσείο, ενώ ένας αξιωματικός της ακτοφυλακής διέμενε σε ένα δωμάτιο δίπλα στο ελικοδρόμιο του νησιού.
Δυσκολίες για τους φοιτητές
Το σημαντικό αυτό πρόβλημα της προσιτής στέγης δεν περιορίζεται σε εργαζομένους.
Την περασμένη άνοιξη, φοιτητές πανεπιστημίου σε πολλές ιταλικές πόλεις – συμπεριλαμβανομένου του Μιλάνου, της Ρώμης, της Φλωρεντίας, της Μπολόνια, της Πάδοβα και του Τορίνο – κατασκήνωσαν σε σκηνές σε δημόσιους χώρους για να διαμαρτυρηθούν για την οξεία έλλειψη οικονομικά προσιτής στέγης, αφού τα διαμερίσματα μετατράπηκαν μαζικά σε κατοικίες βραχυχρόνιας μίσθωσης, όσο τα πανεπιστήμια ήταν κλειστά κατά την περίοδο της πανδημίας.
«Πολλοί άνθρωποι που συνήθιζαν να νοικιάζουν σε φοιτητές αποφάσισαν να τα νοικιάσουν σε τουρίστες», τόνισε η Φραντσέσκα Μπεντσιολίνι, δημοτική σύμβουλος της Πάντοβα.
Καθώς η κρίση επιδεινώνεται, αυξάνονται οι εκκλήσεις για κρατική παρέμβαση.
Το κίνημα High Pressure Housing προέτρεψε την ιταλική κυβέρνηση να υποστηρίξει μία νομοθεσία που θα εξουσιοδοτεί τις πόλεις να ρυθμίζουν τις δικές τους τοπικές αγορές στέγης και τον τρόπο χρήσης των οικιστικών μονάδων.
Τα ρυθμιστικά μέτρα σε επίπεδο πόλης θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν ποσοστώσεις στον αριθμό των μονάδων που αφιερώνονται σε βραχυχρόνιες ενοικιάσεις ή ένα σύστημα αδειών που επιτρέπει στους ιδιοκτήτες να νοικιάζουν ακίνητα σε τουρίστες για καθορισμένη περίοδο, προτού τους ζητήσουν να επιστρέψουν στην αγορά μακροπρόθεσμων κατοικιών.
Η εικόνα στην Ιταλία
Μέχρι στιγμής, ωστόσο, ο υπουργός Τουρισμού της Ιταλίας έχει προτείνει έναν νόμο που απαιτεί μόνο την εγγραφή των διαμερισμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης, κάτι που ο Μενέγκους υποστηρίζει ότι θα είναι «εντελώς ακατάλληλο για την αποκατάσταση της αγοράς κατοικίας σε πόλεις όπου υπάρχουν πάρα πολλά Airbnb».
Ορισμένες ιταλικές πόλεις προσπαθούν να δράσουν στο πλαίσιο των περιορισμένων εξουσιών τους. Για παράδειγμα, ο δήμαρχος της Φλωρεντίας Ντάριο Ναρντέλα είπε ότι η πόλη θα προσφέρει φορολογικά κίνητρα για να ενθαρρύνει τους ιδιοκτήτες ακινήτων να νοικιάζουν σπίτια σε μακροχρόνιους κατοίκους, αντί για βραχυπρόθεσμους επισκέπτες, αν και θεωρεί ότι πρωτοβουλία αυτή μπορεί να προσκρούσου σε νομικούς σκοπέλους.
Πόλεις όπως το Παρίσι, το Λονδίνο και η Βαρκελώνη έχουν θέσει περιορισμούς στις βραχυχρόνιες ενοικιάσεις σε μια προσπάθεια να περιορίσουν τον αντίκτυπό τους, αλλά η επιβολή τους αποδείχθηκε πρόκληση. Ορισμένοι ιδιοκτήτες έχουν γίνει έμπειροι στην κατασκευή διαδικτυακών καταχωρίσεων για να παρακάμψουν τους κανόνες που απαιτούν εγγραφές ή προβλέπουν περιορισμούς σε πόσες νύχτες το χρόνο μπορούν να προσφέρουν τα ακίνητά τους για βραχυπρόθεσμη μίσθωση.
Οι FT υπογραμμίζουν τέλος, ότι στην Ελλάδα, βρίσκονται σε εξέλιξη συζητήσεις για περισσότερους ελέγχους στις πόλεις, με στόχο τους ιδιοκτήτες που διαθέτουν πολλαπλές κατοικίες που ενοικιάζονται με βραχυχρόνιες μισθώσεις. Εν τω μεταξύ, στα νησιά της χώρας, η κυβέρνηση εξετάζει κίνητρα για κατασκευαστικές εταιρείες για την ανακαίνιση παλαιών δημοτικών κτιρίων και στη συνέχεια τη διάθεση του 40% αυτών των ακινήτων σε κατοικίες γιατρών, νοσηλευτών και δασκάλων. «Υπάρχουν ακίνητα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν», είπε ο Άκης Σκέρτσος, υπουργός αρμόδιος για τη στέγαση. «Αλλά το πρόβλημα δεν θα λυθεί αύριο», τόνισε ο κ. Σκέρτσος.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Συνεχίζονται οι εργασίες του Παγκόσμιου Συνεδρίου Κυπρίων Διασποράς