Αι Ειδοί του Μαρτίου (Idus Martiae)

Την εφαρμογή του μνημονίου ακολούθησε πρωτόγνωρη φτώχεια και εξαθλίωση, κοινωνικά συσσίτια και παντοπωλεία, εξασθένιση της μεσαίας αστικής τάξης και μετάπτωση μέρους της στη φτώχεια και στην ανέχεια.

Του Κυριάκου Ε. Χατζηγεωργίου*

Η λέξη «ειδοί» προέρχεται από τη λατινική λέξη «idus» που σημαίνει διαίρεση στη μέση και στο ρωμαϊκό ημερολόγιο σηματοδοτούσε τη μέση του μήνα και κατά συνέπεια η «Idus Martiae» αντιστοιχούσε στις 15 Μαρτίου. Χαρακτηριζόταν από διάφορες θρησκευτικές εορτές και ως προθεσμία για τη διευθέτηση των οφειλών.     

Tο 44 π.Χ., έγινε διαβόητη ως η ημερομηνία της δολοφονίας του Ιουλίου Καίσαρα, σημείο καμπής στη ρωμαϊκή ιστορία. Είναι επίσης η ημέρα δολοφονίας το 1970 του Πολύκαρπου Γιωρκάτζη, η οποία οδήγησε σε μια σειρά από δυσάρεστες εξελίξεις στην Κύπρο, με αποκορύφωμα το πραξικόπημα και την εισβολή στις ειδούς (μέσα του μήνα) του Ιουλίου 1974. Με τον ίδιο τίτλο και αντίστοιχο περιεχόμενο δημοσιεύτηκε άρθρο τον Μάρτιο του 2017. 

Ο μήνας Μάρτιος ξυπνά μνήμες από τις ειδούς του 2012 και του 2013, οι οποίες έφεραν την Κύπρο στο χείλος της καταστροφής. Οι ειδοί του Μαρτίου του 2012 αφορούν την απομείωση κατά 75% €206 δισ. του ελληνικού δημόσιου χρέους προς ιδιώτες δανειστές (Private Sector Initiative - PSI). Το ποσοστό απομείωσης ξεκίνησε από το 20%-25% το καλοκαίρι του 2011, για να καταλήξει στο 75% μετά που οι γερμανικές καθώς και άλλες τράπεζες ξεφορτώθηκαν όσο χρέος μπορούσαν. Το κόστος για τις κυπριακές τράπεζες ήταν €4,5 δισ. ή 25% του ΑΕΠ, η μεγαλύτερη συνεισφορά από κάθε άλλη χώρα, ως προς το μέγεθος της οικονομίας. Αυτός ο πλούτος χάθηκε χωρίς να υπάρξει ουσιαστική αντίδραση εκ μέρους της πολιτικής ηγεσίας. 

Οι ειδοί του Μαρτίου του 2013 αφορούν το εγκληματικά καταστροφικό Μνημόνιο Συναντίληψης, το οποίο επιβλήθηκε «με το πιστόλι στον κρόταφο», σύμφωνα με την κατάθεση του Προέδρου της Δημοκρατίας στην Ερευνητική Επιτροπή για τα αίτια της καταστροφής, από τους Εμπόρους των Εθνών, οδηγώντας την οικονομία σε χειρότερη ύφεση και επιφέροντας μεγαλύτερα προβλήματα από ό,τι προέβλεπε το δυσμενέστερο σενάριο της PIMCO, της εταιρείας που ανέλαβε την αξιολόγηση της κυπριακής οικονομίας. Η αρνητική εξέλιξη του «Κυπριακού Πειράματος», όπως έχει ονομαστεί, ίσως να έσωσε άλλες χώρες-μέλη της Ε.Ε. από παρόμοια τύχη. Ευτυχώς για μας, είμαστε πεισματάρηδες, δουλευταράδες και νοικοκύρηδες και έτσι γλιτώσαμε από τα χειρότερα και την αλληλεγγύη των εταίρων μας. 

Η συμφωνία με τους εταίρους περιλάμβανε τα εξής:

(α) Αύξηση των δανειακών αναγκών, των οποίων το ύψος είχαν καθορίσει οι ίδιοι εξαρχής και πριν από την αξιολόγηση της PIMCO, από €17 σε €23 δισ. μέσα στο μεσοδιάστημα μεταξύ της 1ης και της 2ης συνάντησης του Eurogroup. 
(β) Το ποσό που θα μπορούσε να απορροφήσει η Κύπρος στα €10 δισ. Τελικά απορρόφησε ένα ποσό της τάξης των €7 δισ. Ως αποτέλεσμα, η Κύπρος κλήθηκε να συνεισφέρει €13 δισ. για τη διάσωσή της. 
(γ) Την απομείωση/κλοπή ανεξασφάλιστων καταθέσεων της τάξης των €4,25 δισ. από τη Λαϊκή Τράπεζα και €3,806 δισ. από την Τράπεζα Κύπρου και την απομείωση αξιογράφων ύψους €1,4 δισ. των δύο τραπεζών. 
(δ) Την εκκαθάριση της Λαϊκής Τράπεζας, της οποίας η τελική εκκαθάριση ακόμη εκκρεμεί.
(ε) Την προβληματική αναδιάρθρωση της Τράπεζας Κύπρου, η οποία, επτά χρόνια μετά, εξακολουθεί να αντιμετωπίζει θέμα επιβίωσης. 
(στ) Την απερίσκεπτη διάθεση εθνικού πλούτου με την πώληση των εργασιών των κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα, η αξία των οποίων εκτιμήθηκε από την ΕΚΤ στα €8,5 δισ. Μετά την τελική εκκαθάριση, η Τράπεζα Κύπρου εισέπραξε ένα ποσό της τάξης των €500 εκατ. 
(ζ) Τη ριζική και αμφιλεγόμενη αναδόμηση του τραπεζικού συστήματος, με πολλαπλάσια κεφάλαια από το δυσμενέστερο σενάριο της PIMCO, η οποία εξακολουθεί να κρατά τις τράπεζες και την οικονομία σε ομηρία. Στο μεταξύ, η Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα, μέσα από σκάνδαλα και κακοδιαχείριση, έχει εκκαθαριστεί, με το υγιές μέρος των εργασιών να καταλήγει στην Ελληνική Τράπεζα και το υπόλοιπο να καταλήγει σε εταιρεία αναδιάρθρωσης δανείων έναντι πινακίου φακής. 

Την εφαρμογή του μνημονίου ακολούθησε πρωτόγνωρη φτώχεια και εξαθλίωση, κοινωνικά συσσίτια και παντοπωλεία, εξασθένιση της μεσαίας αστικής τάξης και μετάπτωση μέρους της στη φτώχεια και στην ανέχεια. Το κράτος αδυνατούσε να καλύψει βασικές ανάγκες του μέρους του πληθυσμού που βρέθηκε στη δίνη της καταστροφής. Το κενό κάλυψαν η Εκκλησία, οι μη κυβερνητικές φιλανθρωπικές οργανώσεις και φυσικά οι Κύπριοι πολίτες. 

Πολλά έχουν γραφεί για το «Κυπριακό Πείραμα» διάσωσης του τραπεζικού συστήματος, το οποίο βρέθηκε στο χείλος της καταστροφής στα χρόνια της κρίσης λόγω ενδογενών αδυναμιών και εξωγενών παραγόντων που οφείλονταν κυρίως στην παγκόσμια οικονομική κρίση που ξεκίνησε το 2008. Μπροστά στις προκλήσεις της εποχής, οι Ευρωπαίοι εταίροι αποφάσισαν ότι η διάσωση των τραπεζών εφεξής θα γίνεται με νέα κεφάλαια ή ίδια μέσα, αλλά χωρίς κρατική ή άλλη στήριξη. Η κυπριακή κρίση, λόγω του μεγέθους της οικονομίας και της σχετικής απομόνωσης, θεώρησαν ότι τους έδινε μια καλή ευκαιρία να δοκιμάσουν αυτό το μοντέλο και έτσι το επέβαλαν άπαξ. Στα χρόνια που ακολούθησαν, άλλες χώρες-εταίροι, όπως η Ιταλία και η Αυστρία, διαχειρίστηκαν με μεγαλύτερη διακριτική ευχέρεια τη διάσωση τραπεζών και προστάτευσαν καταθέτες και ιδιώτες κατόχους αξιογράφων.

Συχνά προβάλλεται η άποψη ότι η Κύπρος θα έπρεπε να είχε αποδεχτεί την αρχική πρόταση των διεθνών δανειστών, η οποία είχε ετοιμαστεί με τη βοήθεια Κυπρίων και προέβλεπε μια πιο ήπια, κλιμακωτή απομείωση σε όλες τις καταθέσεις, ακόμη και τις εξασφαλισμένες. Αυτή η μέθοδος θα ήταν ίσως πιο συμβατή με τη νοοτροπία των Κυπρίων να επιμερίζονται τα βάρη σε καιρούς κρίσης και σίγουρα το κόστος θα ήταν μικρότερο, τόσο στο σύνολο του ποσού όσο και στην ατομική επιβάρυνση των καταθετών. Σε μια τέτοια περίπτωση, δεν θα υπήρχε τραπεζική αργία και επιβολή τιμωρίας από τους Διεθνείς Εμπόρους των Λαών. Όμως, δεν πρέπει να αγνοείται ότι αυτή η λύση θα ήταν παράνομη με βάση τόσο το κυπριακό όσο και το ευρωπαϊκό δίκαιο. 

Σε βάθος χρόνου, η πολιτεία θα πρέπει να αναγνωρίσει τα λάθη που έχουν γίνει στη «διάσωση» της Κύπρου και να εξεύρει τρόπους ώστε να διασφαλίσει ότι η χώρα δεν θα ξαναβρεθεί σε αυτή τη θέση και –εξίσου σημαντικό– ώστε να εξισορροπήσει την απώλεια πλούτου. Αυτή είναι μια δύσκολη εξίσωση, γιατί θα αφορά μεταφορά πόρων, οι οποίοι ανήκουν σε όλους τους πολίτες, προς αυτούς που έχουν υποστεί την απώλεια, χωρίς αύξηση φόρων, χωρίς υπερμεγέθη αύξηση του δημόσιου χρέους και, ίσως, χωρίς ουσιαστική μείωση των επενδύσεων. Μέχρι σήμερα, τις λύσεις τις έχει δώσει η κοινωνία και η αγορά.

*Ο Κυριακός Ε. Γεωργίου είναι Εργάτης Γνώσης

-

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ