Η «κακή» Τράπεζα είναι μια καλή λύση

Η πρόταση αυτή συναντά σημαντική πολιτική αντίσταση, κυρίως από χώρες του Βορρά, που θεωρούν ότι είναι δυνατόν να επιμεριστούν τις ζημιές ενός τέτοιου εγχειρήματος.

Του Δρ. Γιώργου Συρίχα*

Η δημιουργία «κακής» τράπεζας επανέρχεται στο προσκήνιο με την έλευση της πανδημίας. Πρόκειται για Εταιρείες Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων (Asset Management Companies - AMCs) οι οποίες αγοράζουν από πιστωτικά ιδρύματα τα προβληματικά τους δάνεια και αναλαμβάνουν την παρακολούθηση και είσπραξή τους.

Η ιδέα της δημιουργίας Εταιρείας Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων στην Ευρωζώνη δεν είναι καινούργια. Φαίνεται να παίρνει νέα ώθηση λόγω της πανδημίας αλλά και από το γεγονός ότι, δώδεκα χρόνια μετά την κρίση του 2008, εξακολουθούν να υπάρχουν στους ισολογισμούς των ευρωπαϊκών τραπεζών πέραν των 700 δισ. ευρώ σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPLs).

Ενώ ο μέσος όρος των NPLs είναι 3,3% στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.), το χαμηλό αυτό ποσοστό αποκρύπτει σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των χωρών-μελών. Ξεπερνά το 6% σε χώρες όπως η Ιταλία, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία και φθάνει κοντά στο 30% στην Ελλάδα και την Κύπρο. Τα υψηλά επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων έχουν μια σειρά από σοβαρές παρενέργειες.

Η απρόσκοπτη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής παρεμποδίζεται, αφού τα χαμηλά επιτόκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) δεν μεταφράζονται σε χαμηλά δανειστικά επιτόκια. Χρηματοδότηση δίνεται σε θνησιγενείς επιχειρήσεις (zombie firms) μόνο και μόνο για να διατηρούνται στη ζωή και για να μην καταγράψουν οι τράπεζες υψηλότερα ποσοστά μη εξυπηρετούμενων δανείων. Ακόμη και η ίδια η εμβάθυνση της Τραπεζικής Ένωσης απειλείται από τη μη εξυγίανση των τραπεζικών λογαριασμών.

Πρόσφατη μελέτη από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και την ΕΚΤ, αναφορικά με την εξέλιξη των NPLs από το 1990, με στοιχεία από 88 τραπεζικές κρίσεις, αποκάλυψε ότι η πλήρης αποκατάσταση των τραπεζικών ισολογισμών είναι μια μακρά διαδικασία, με σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομική μεγέθυνση, της τάξης του 1,5% του ΑΕΠ. Στις κρίσεις, τα NPLs ξεκινούν από σχετικά χαμηλά επίπεδα, μεγεθύνονται ραγδαία κατά τη διάρκεια της κρίσης, φθάνοντας την κορύφωσή τους κατά μέσο όρο γύρω στο 20%, στις δε αναπτυσσόμενες χώρες ξεπερνούν το 50%, μετά από μερικά χρόνια, προτού αρχίσουν να αποκλιμακώνονται.

Οι εμπειρίες της Ιρλανδίας, της Ισπανίας, αλλά και παλαιότερα της Σουηδίας, δείχνουν ότι η δημιουργία «κακής» τράπεζας είναι ένας αποτελεσματικός και γρήγορος τρόπος αντιμετώπισης των προβληματικών δανείων. Παρά τα πλεονεκτήματα για τη δημιουργία τέτοιου μηχανισμού σε ευρωπαϊκό επίπεδο και οικονομίες κλίμακος και για τη δημιουργία πανευρωπαϊκής αγοράς προβληματικών περιουσιακών στοιχείων, η πρόταση αυτή συναντά σημαντική πολιτική αντίσταση, κυρίως από χώρες του Βορρά, που θεωρούν ότι είναι δυνατόν να επιμεριστούν τις ζημιές ενός τέτοιου εγχειρήματος.

Επίσημα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θεωρεί ότι η συζήτηση του θέματος είναι πρώιμη, διότι η έκταση της ύφεσης λόγω COVID-19 δεν είναι ακόμα γνωστή. Όμως τα ερωτήματα και οι ανησυχίες παραμένουν, όπως το αν η ύφεση θα είναι βαθύτερη από ό,τι είχε αρχικά υπολογιστεί, αν η ανάκαμψη θα είναι πιο αργή, αν θα υπάρξει μια δεύτερη έξαρση της πανδημίας ή αν θα βρεθεί έγκαιρα φάρμακο/εμβόλιο για προστασία από τον κορωνοϊό.

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, φαίνεται ότι οι τεχνοκράτες της ΕΚΤ επεξεργάζονται σχέδια για αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων που δυνητικά μπορεί να προκύψουν λόγω πανδημίας. Τα δάνεια αυτά είναι δυνατόν να μεταφερθούν σε Εταιρείες Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων, απαλλάσσοντας τους ισολογισμούς των ευρωπαϊκών τραπεζών από προβληματικά δάνεια και αφήνοντάς τις απερίσπαστες στη χρηματοδότηση της οικονομίας.

Στην Κύπρο αλλά και στην Ελλάδα έχουμε ακόμα περισσότερους λόγους για να επανεξετάσουμε τη λύση της «κακής» τράπεζας, κυρίως λόγω του υψηλού ποσοστού προβληματικών δανείων και της εξάρτησης από τον τουρισμό. Τη δημόσια συζήτηση άνοιξε ο Γιάννης Στουρνάρας, Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, όταν πολύ πρόσφατα ανακοίνωσε ότι εξετάζεται η περίπτωση δημιουργίας «κακής» τράπεζας στην Ελλάδα, στην οποία θα μεταφερθούν τα κόκκινα δάνεια όλων των τραπεζών.

Μετά από μία δεκαετία σε κρίση, ο τραπεζικός τομέας στην Ελλάδα δεν έχει εξυγιανθεί, με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια να ξεπερνούν το 30%. Παρόμοια είναι η κατάσταση και στην Κύπρο, αφού η μέχρι πρόσφατα συνεχιζόμενη ισχυρή ανάκαμψη της οικονομίας δεν συνοδεύτηκε από ανάλογη μείωση στα κόκκινα δάνεια. Εύλογες ανησυχίες δημιουργούνται ότι οι επιπτώσεις της πανδημίας θα αυξήσουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στην Κύπρο. Προς αυτό συνηγορεί και το μεγάλο ποσοστό δανειοληπτών που αξιοποίησαν το εργαλείο της αναστολής των δόσεων, με το συνολικό ποσό να πλησιάζει τα 11 δισ. ευρώ.

Φαίνεται ότι η λύση της «κακής» τράπεζας, είτε σε πανευρωπαϊκό είτε σε εθνικό επίπεδο, θα είναι μάλλον αναπόφευκτη στην περίπτωση της Κύπρου και είναι μια λύση που έπρεπε να είχε επιδιωχθεί προ πολλού. Τον καιρό του μνημονίου, η αντίθεση της Τρόικας στην εθνική «κακή» τράπεζα είχε, τουλάχιστον, ένα πειστικό επιχείρημα, ότι η νέα οντότητα δεν θα τύγχανε της καλύτερης διακυβέρνησης, θα γινόταν αντικείμενο πολιτικών πιέσεων, με αποτέλεσμα να μην πετύχει τους στόχους της, και θα διασπαθιζόταν δημόσιο χρήμα. Το θέμα της διακυβέρνησης θα μπορούσε να ξεπεραστεί σε περίπτωση εθνικής λύσης με τη συμμετοχή ιδιωτών επενδυτών, οι οποίοι θα καταβάλουν το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησης.

Δεν υποτιμούμε τα δύσκολα ερωτήματα που θα πρέπει να απαντηθούν: τα κεφάλαια που απαιτούνται για την ίδρυση τέτοιας οντότητας, το ποσοστό συμμετοχής ιδιωτών και κράτους, οι τιμές μεταφοράς των περιουσιακών στοιχείων, οι επιπτώσεις στο δημόσιο χρέος. Πολύ φοβούμαστε όμως ότι η πανδημία θα επιδεινώσει το πρόβλημα των NPLs, υπονομεύοντας τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας. Το χειρότερο, όπως έδειξε το πρόσφατο παρελθόν, είναι ότι ένας μη υγιής τραπεζικός τομέας καθιστά ολόκληρη την οικονομία ευάλωτη σε κρίσεις. Υπό αυτές τις συνθήκες, η δημιουργία «κακής» τράπεζας ίσως να είναι μονόδρομος.

*Οικονομολόγου, Κέντρο Οικονομικών Ερευνών (ΚΟΕ), Πανεπιστήμιο Κύπρου

Τέως Εκτελεστικού Συμβούλου και Μέλους Δ.Σ. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου

 

-

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ