Το διάγραμμα της εβδομάδας δείχνει πώς το αυξανόμενο κόστος ενέργειας ενίσχυσε τον πληθωρισμό, ειδικά στην Ευρώπη, αφού οι τιμές των ορυκτών καυσίμων σχεδόν διπλασιάστηκαν το περασμένο έτος. Η αύξηση των τιμών των τροφίμων συνέβαλε επίσης στην τόνωση του πληθωρισμού.
Αυτό γράφουν στο IMFBlog οι αναλυτές του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) Jorge Alvarez και Philip Barrett, προγράφοντας το σκηνικό που έχει διαμορφωθεί στην παγκόσμια οικονομία, αλλά και τις προοπτικές.
Οι αναλυτές του ΔΝΤ αναφέρουν επίσης, ότι οι συνεχιζόμενες διακοπές της εφοδιαστικής αλυσίδας, η συμφόρηση στα λιμάνια , οι πιέσεις στα logistics και η ισχυρή ζήτηση για εμπορεύματα έχουν διευρύνει αυτές τις πιέσεις τιμών, ειδικά στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι υψηλότερες τιμές των εισαγόμενων αγαθών έχουν συμβάλει στον πληθωρισμό σε ορισμένες περιοχές, συμπεριλαμβανομένης της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής.
Και εκτιμούν ότι ο πληθωρισμός είναι πιθανό να παραμείνει υψηλός. Η άνοδος στις τιμές φέτος θα είναι κατά μέσο όρο 3,9 τοις εκατό στις προηγμένες οικονομίες και 5,9 τοις εκατό στις αναδυόμενες αγορές και τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, πριν υποχωρήσουν το επόμενο έτος.
«Αν υποθέσουμε ότι οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό παραμείνουν καλά αγκυρωμένες και η πανδημία θα χαλαρώσει τελικά, ο υψηλότερος πληθωρισμός θα εξασθενίσει καθώς τα δεινά της εφοδιαστικής αλυσίδας αμβλύνονται, οι κεντρικές τράπεζες αυξάνουν τα επιτόκια και η ζήτηση κλίνει περισσότερο προς τις υπηρεσίες αντί για κατανάλωση εντάσεως αγαθών» τονίζουν χαρακτηριστικά.
Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης πετρελαίου υποδεικνύουν ότι οι τιμές του αργού θα αυξηθούν περίπου 12 τοις εκατό φέτος, καθώς οι τιμές του φυσικού αερίου αυξάνονται κατά περίπου 58 τοις εκατό. Τέτοιες αυξήσεις και για τα δύο βασικά προϊόντα θα ήταν σημαντικά μικρότερες από τα κέρδη τους πέρυσι και πιθανότατα θα ακολουθήσουν πτωτική πορεία το 2023 καθώς οι ανισορροπίες προσφοράς-ζήτησης θα υποχωρήσουν περαιτέρω.
Ομοίως, οι τιμές των τροφίμων είναι πιθανό να ανέβουν με πιο ήπιο ρυθμό περίπου 4,5% φέτος και να υποχωρήσουν το επόμενο έτος —μετά από άνοδο 23,1% πέρυσι, σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών. Αυτό θα μειώσει τις πιέσεις δαπανών για εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, ειδικά σε χώρες με χαμηλότερα εισοδήματα.
Τέτοια βάρη πέφτουν περισσότερο στους κατοίκους των αναδυόμενων χωρών και χωρών χαμηλού εισοδήματος, όπου τα τρόφιμα αποτελούν συνήθως το ένα τρίτο έως το ήμισυ των καταναλωτικών δαπανών. Αυτό το μερίδιο είναι μικρότερο σε προηγμένες οικονομίες, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, όπου τα τρόφιμα αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το ένα έβδομο των λογαριασμών αγορών των νοικοκυριών.