Η πληγή στην Οικονομία της Αιγύπτου

Ο πόλεμος στη Γάζα και οι επιθέσεις στην Ερυθρά Θάλασσα αποσταθεροποιεί τις Οικονομίες της Μέσης Ανατολής και ιδίως την αιγυπτιακή Οικονομία.

Της Πωλίνας Άνφιτου*

Ακόμη και πριν ο πόλεμος της Γάζας αναταράξει τις Οικονομίες της Μέσης Ανατολής, η Αίγυπτος αντιμετώπιζε μια συνεχόμενη οικονομική κρίση που κινδύνευε να πυροδοτήσει διαμάχες και να αποσταθεροποιήσει μακροοικονομικά την όλη περιοχή. Το Κάιρο πληρώνει το τίμημα της υπερβολικής εξάρτησης από εισαγωγές τροφίμων και καυσίμων που μετά βίας μπορεί να αντεπεξέλθει οικονομικά, καθώς και από βραχυπρόθεσμες χρηματοδοτήσεις από τρίτες χώρες και Οργανισμούς.

Τα πολιτικά αδιέξοδα που δημιουργήθηκαν από τη σύγκρουση στη Γάζα έχουν προστεθεί στα ήδη υπάρχοντα προβλήματα που προέρχονται από τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, με αποτέλεσμα το Κάιρο να χάσει έσοδα για αρκετούς μήνες από την επανεξαγωγή του ισραηλινού φυσικού αερίου και χρειάστηκε να περιορίσει την εγχώρια κατανάλωσή του όταν το Ισραήλ σταμάτησε για κάποιο διάστημα να εξορύσσει από το κοίτασμα φυσικού αερίου Tamar. Το ίδιο το Κάιρο έχει δει την ακύρωση τουριστικών επισκέψεων στη χερσόνησο του Σινά λόγω της γειτνίασής της με τη Γάζα και έχει απολέσει σημαντικά τέλη που καταβάλλονται από φορτηγά πλοία που διέρχονται από τη Διώρυγα του Σουέζ, με την κυκλοφορία να επιβραδύνεται δραματικά από τότε που οι αντάρτες Χούθι άρχισαν να επιτίθενται στα εμπορικά πλοία στα ύδατα γύρω από την Υεμένη.

Στις 22 Σεπτεμβρίου ο Ισραηλινός πρωθυπουργός κ. Νετανιάχου στην ομιλία του στον ΟΗΕ έδειξε τον χάρτη της Νέας Μέσης Ανατολής, που ουσιαστικά αναφερόταν στις χώρες της Ερυθράς Θάλασσας και σε μια συμμαχία ανάμεσά τους που θα άλλαζε τα δεδομένα οικονομικά και πολιτικά στην περιοχή αλλά και στην οικονομική παγκόσμια σκηνή. Το εφικτό ενός τέτοιου σχεδίου κρίνεται από την αλλαγή της παρούσας πολιτικής κατάστασης προς εκμετάλλευση της Ερυθράς Θάλασσας σε συγκεκριμένα κέντρα εξουσίας. Ο χάρτης του κ. Νετανιάχου χρωμάτιζε μια πιθανή συνεργασία ή τελικά ένα μεγάλο ανταγωνισμό μεταξύ του Ισραήλ, της Σαουδικής Αραβίας, της Αιγύπτου και του Σουδάν για τον έλεγχο του παγκόσμιου εμπορίου στην Ερυθρά Θάλασσα, στον Ινδικό Ωκεανό και στη Μεσόγειο.

Το Ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας ως εναλλακτική της Ερυθράς Θάλασσας

Η σύγκρουση στη Μέση Ανατολή καθώς και η παρενόχληση πλοίων πλησίον της Υεμένης από τους Χούθι αυξάνει μεν τον κίνδυνο για την ασφάλεια πλοίων και εμπορευμάτων στην περιοχή αλλά δεν δημιουργεί διακοπή στην παγκόσμια οικονομία λόγω κυρίως των εναλλακτικών διαδρομών εμπορίου από το Ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας. Η πρώτη μείωση στις εβδομαδιαίες διελεύσεις της Διώρυγας του Σουέζ σημειώθηκε τις τελευταίες εβδομάδες του Νοεμβρίου 2023, όπου συνολικά η εβδομαδιαία κίνηση πλοίων που μετέφεραν εμπορευματοκιβώτια μέσω της Διώρυγας του Σουέζ μειώθηκε σχεδόν κατά 80% και κράτησε για περίπου δέκα εβδομάδες. Οι αναγκαστικές αλλαγές στους διεθνείς εμπορικούς δρόμους στη θάλασσα λόγω πολέμων και πειρατείας κρούει τον κώδωνα του κινδύνου στον Διεθνή Οργανισμό Ναυτιλίας (ΙΜΟ) πως ενδεχομένως το νομικό καθεστώς των πιο σημαντικών στενών του θαλασσίου εμπορίου και της Ναυσιπλοΐας, τουτέστιν των Στενών του Άντεν, του Χορμούζ, των Δαρδανελίων και του Σουέζ, χρειάζεται να επανεξεταστεί και να υπάρξει διεθνής επαγρύπνηση επί τούτου.

Ο αριθμός των πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων που διέρχονται από την Ερυθρά Θάλασσα και τη Διώρυγα του Σουέζ μειώθηκε κατά 30% το πρώτο δεκαήμερο του Ιανουαρίου 2024 σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Την ίδια στιγμή, ο αριθμός των πλοίων γύρω από το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας στα ανοικτά της Αφρικής τριπλασιάστηκε. Προς το παρόν, περίπου 40-50 πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων εξακολουθούν να πλέουν στην Ερυθρά Θάλασσα καθημερινά, σε σύγκριση με ένα μέσο όρο που ξεπερνούσε τα 100 πλοία πέρσι. Αυτό σημαίνει ότι η μείωση της ναυτιλιακής κίνησης στην Ερυθρά Θάλασσα υπό τον κίνδυνο των επιθέσεων από τους αντάρτες Χούθι δεν έχει ακόμη αντιμετωπιστεί σε διεθνές επίπεδο.

Αντίθετα, πάνω από 115 πλοία σε αυτό το διάστημα έχουν περάσει από το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας ανά εβδομάδα κατά μέσο όρο από τις αρχές του 2024. Στο αποκορύφωμα της επανένταξης του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας στους ναυτικούς δρόμους, η κυκλοφορία εμπορικών πλοίων μέσω του Ακρωτηρίου ανήλθε συνολικά σε σχεδόν 160 πλοία την πρώτη εβδομάδα του Φεβρουαρίου 2024, αύξηση κατά 222,4% σε σχέση με τον εβδομαδιαίο μέσο όρο πριν από την κρίση στην Ερυθρά Θάλασσα.

Η παράκαμψη γύρω από το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας για να αποφύγουν τα πλοία τη Διώρυγα του Σουέζ, προφανώς αυξάνει επίσης την κυκλοφορία στους ωκεανούς. Οι ναυτιλιακές εταιρείες διοχετεύουν στην αγορά πλέον περισσότερα πλοία προκειμένου να διασφαλίσουν ένα αυστηρό χρονοδιάγραμμα για την παραλαβή και παράδοση εμπορευμάτων, έχουν ανοίξει νέες θέσεις εργασίας και η παγκοσμιοποίηση έχει δώσει κέρδος ακόμη και σε μικρά ναυπηγεία με στρατηγική σημασία, ώστε να κατασκευάζουν ή να συντηρούν τα πλοία που βρίσκονται στους ωκεανούς για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ο αριθμός των πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων στη θάλασσα σε καθημερινή βάση αυξήθηκε ελαφρά κατά 0,3% από τον Ιανουάριο έως τον Φεβρουάριο 2024 και επί του παρόντος ανέρχεται σε περίπου 5.450 πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων.

Ταυτόχρονα, η αλλαγή της δρομολόγησης των Tankers αυξήθηκε γύρω από το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας και μέσα σε μια βδομάδα τον Φεβρουάριο 2024, 150 πλοία καταγράφηκαν να χρησιμοποιούν το Ακρωτήρι. Ταυτόχρονα, τα Dry Bulkers, τα Tankers (συμπεριλαμβανομένων των Gas Carriers) και τα Container Ships που διέρχονται από το Ακρωτήρι αυξήθηκαν σε αριθμό έως και 98%. Τα δεδομένα του AXSInsights δείχνουν τις διαφορετικές επιπτώσεις που είχε η κρίση στις τρεις κύριες αγορές πλοίων. Ενώ η κυκλοφορία των πλοίων Liner απέδειξε πως τα γεγονότα στο στενό Bab al-Mandab ήδη από τον Νοέμβριο του περασμένου έτους είχε τραγικές επιπτώσεις για την Ερυθρά Θάλασσα αφού οι αριθμοί των πλοίων Dry Bulker και Tanker που έπλευσαν μέσω της Διώρυγας του Σουέζ επηρεάστηκαν μερικές εβδομάδες αργότερα.

Ειδικά τα πλοία που μεταφέρουν εμπορευματοκιβώτια σημείωσαν τη μεγαλύτερη μείωση της κυκλοφορίας μέσω του Σουέζ, έτσι μόνο τη δεύτερη εβδομάδα του Φεβρουαρίου 2024 διέσχιζαν το Σουέζ 26 πλοία προς κάθε κατεύθυνση. Αυτό ήταν ένα ιστορικό χαμηλό, το οποίο κατά την τελευταία δεκαετία παρατηρήθηκε μόνο μία φορά όταν το MV EVER GIVEN φράκαρε και οδήγησε στο να αδρανοποιήσει το πέρασμα από τη Διώρυγα του Σουέζ το 2021. Η μείωση αυτή αντιπροσωπεύει επίσης μια πτώση κατά 76,1% από έτος σε έτος, επιδεινώνοντας το ήδη βαρύ 64,4% σε ετήσια βάση σε μείωση της κυκλοφορίας πλοίων εμπορευματοκιβωτίων που καταγράφηκε όλο τον Ιανουάριο 2024.

Τα δεξαμενόπλοια, συμπεριλαμβανομένων των πλοίων μεταφοράς LNG και LPG, διατήρησαν επίσης σταθερή ροή μέσω της Διώρυγας του Σουέζ μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου του περασμένου έτους, όπου και παρατηρήθηκε ότι 192 πλοία διέσχισαν τη Διώρυγα του Σουέζ σε μία μόνο εβδομάδα. Κατά συνέπεια, η κίνηση των δεξαμενόπλοιων μειώθηκε κατά 55%, με μόλις 80 πλοία να διασχίζουν το Σουέζ την πρώτη εβδομάδα του Φεβρουαρίου. Η συνολική διακίνηση καθ’ όλη τη διάρκεια του Ιανουαρίου 2024 κατέγραψε πτώση 35,2% από έτος σε έτος, εξαλείφοντας σχεδόν πλήρως την αύξηση που παρατηρήθηκε προηγουμένως μετά την ευρείας κλίμακας εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022.

Ωστόσο, δεν αναμένονται μεγαλύτερες αρνητικές συνέπειες για την παγκόσμια Οικονομία καθώς σταθεροποιούνται οι ναύλοι προς την Ευρώπη. Πλέον οι Ασφαλιστικές Εταιρείες και οι Ναυτιλιακές Εταιρείες θεωρούν δεδομένο πως η αλλαγή διαδρομής για την ασφάλεια των πλοίων πρέπει να στηρίζεται και να μην υπάρχει αύξηση στα ασφάλιστρα. Επίσης ακόμη και οι αγορές πετρελαίου μετά την επίθεση του Ιράν στο Ισραήλ στις 13/4 και την πτώση του ελικοπτέρου του Ιρανού προέδρου Ραΐσι στις 19/5 δεν διαταράχθηκαν μιας και εκπαιδεύτηκαν να αναμένουν μια ενδεχόμενη πτώση του καθεστώτος στο Ιράν, με αποτέλεσμα ένα ανάλογο ενδεχόμενο μάλλον να δίνει κίνητρο επενδύσεων παρά να δημιουργεί κλίμα ανασφάλειας.

Το ΔΝΤ και η μαύρη τρύπα της παραοικονομίας

Οι παραπάνω ανακατατάξεις στην περιοχή διογκώνουν τα ήδη τεράστια προβλήματα που ταλαιπωρούν την Οικονομία της Αιγύπτου, η οποία και υπέστη σοβαρή πτώση με τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία και την επακόλουθη άνοδο των τιμών των εμπορευμάτων, που ακολουθήθηκε από την παγκόσμια αύξηση των επιτοκίων. Αυτά τα γεγονότα διεύρυναν το έλλειμμα του ισοζυγίου των τρεχουσών συναλλαγών, εξάντλησαν τα συναλλαγματικά αποθέματα και διόγκωσαν το εξωτερικό χρέος, ωθώντας τη χώρα στο χείλος της χρεοκοπίας. Η κρίση εντάθηκε το 2023, που χαρακτηρίστηκε από σημαντική υποτίμηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας, προκαλώντας απότομη άνοδο των τιμών των τροφίμων. Ως αποτέλεσμα, πολλοί Αιγύπτιοι, ειδικά στη μεσαία και εργατική τάξη, ορισμένοι από τους οποίους ήδη δούλευαν δύο ή περισσότερες δουλειές για να τα βγάλουν πέρα, είδαν μια δραματική διάβρωση του βιοτικού τους επιπέδου.

Παρά την επιδείνωση των οικονομικών προοπτικών, οι αιγυπτιακές Αρχές απέφυγαν να υιοθετήσουν αρκετά απαραίτητα μέτρα υπό τον φόβο της αποσταθεροποίησης της χώρας. Για να βοηθήσει στην πληρωμή του χρέους, η Αίγυπτος εξασφάλισε δάνειο 3 δισεκατομμυρίων δολαρίων από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) στα τέλη του 2022, αλλά το ΔΝΤ ανέστειλε την εκταμίευση το 2023 επειδή το Κάιρο, επικαλούμενο πολιτική αστάθεια, ήταν απρόθυμο να κάνει όλες τις μεταρρυθμίσεις που είχαν συμφωνηθεί. Οι αιγυπτιακές Αρχές προσπάθησαν να μείνουν μακριά από την υποτίμηση του νομίσματος, με την αιγυπτιακή λίρα να κυμαίνεται γύρω στις 30 λίρες ανά δολάριο, ενώ στη μαύρη αγορά η ισοτιμία σταθεροποιήθηκε γύρω στις 35-40 λίρες ανά δολάριο. Έτσι, τα αποτελέσματα του πολέμου της Γάζας και η ισοτιμία της μαύρης αγοράς εκτίναξε το εθνικό νόμισμα στις 60 λίρες ανά δολάριο τον Ιανουάριο 2024, ενισχύοντας την πίεση στις Αρχές να τροποποιήσουν την επίσημη συναλλαγματική ισοτιμία.

Ο πόλεμος στη Γάζα και οι τύψεις των Αράβων του Κόλπου

Η Λωρίδα της Γάζας αποτελεί το «Μήλον της Έριδος» μεταξύ του Ισραήλ, των κατοίκων της αλλά και των αραβικών κρατών. Δεν είναι μόνο το πολιτικό ζήτημα της ύπαρξης παλαιστινιακού πληθυσμού όπου πριν την 7η Οκτωβρίου περισσότεροι από δύο εκατομμύρια άνθρωποι, που ήταν ο πληθυσμός της Λωρίδας της Γάζας, ζούσαν σε μία περιοχή περίπου 365 τετραγωνικών χιλιομέτρων, είναι και η οικονομική αξία της θαλάσσιας περιοχής που περιβάλλει τη Λωρίδα της Γάζας.

Ο πόλεμος έπληξε τις κύριες πηγές ξένου νομίσματος του Καΐρου και απειλεί να προκαλέσει μια μεγάλη κρίση χρέους, με δυνητικά αποσταθεροποιητικά αποτελέσματα. Η απώλεια συναλλάγματος οφείλεται σε διάφορες εξελίξεις που σχετίζονται με τον πόλεμο. Πρώτον, το Ισραήλ σταμάτησε την εξόρυξη φυσικού αερίου από το κοίτασμα Tamar στα χωρικά του ύδατα για μια περίοδο, φοβούμενο ότι οι πύραυλοι που εκτοξεύτηκαν από τη Γάζα θα μπορούσαν να πλήξουν αυτές τις εγκαταστάσεις. Απενεργοποίησε τον αγωγό που μεταφέρει υγροποιημένο φυσικό αέριο στην Αίγυπτο για επανεξαγωγή και εγχώρια κατανάλωση. Ως αποτέλεσμα, το Κάιρο έπρεπε να εξάγει λιγότερο φυσικό αέριο και να επεκτείνει τις καθημερινές διακοπές ρεύματος από μία σε δύο ώρες. Αργότερα, το Ισραήλ ξανάρχισε τη διοχέτευση φυσικού αερίου στην Αίγυπτο, αλλά σε μικρές ποσότητες, πράγμα που σημαίνει ότι οι διακοπές ρεύματος συνεχίζονται και η Βιομηχανία και η Επιχειρηματικότητα στη χώρα αντιμετωπίζουν ζητήματα Βιωσιμότητας.

Εν τω μεταξύ, ένας σημαντικός αριθμός τουριστών δεν επισκέπτεται μετά τον πόλεμο την Αίγυπτο, ιδιαίτερα τις παραλίες και τα σημεία καταδύσεων στο νότιο Σινά, με τις ακυρώσεις στις αρχές Νοεμβρίου 2023 να αγγίζουν το 25%. Στη συνέχεια, όταν οι αντάρτες Χούθι άρχισαν να επιτίθενται σε πλοία στην Ερυθρά Θάλασσα, απαιτώντας από το Ισραήλ να τερματίσει την επίθεσή του στη Γάζα ώθησε τις εταιρείες Ναυτιλίας να αποφεύγουν το Σουέζ και η Αίγυπτος να χάσει εκατομμύρια τέλη που αποτελούν μια βασική πηγή σκληρού νομίσματος για την Αίγυπτο. Οι χώρες του Κόλπου, αν και δεν έχουν δεσμευτεί για οικονομική βοήθεια προς την Αίγυπτο, φαίνεται ότι επιθυμούν να τονώσουν την Οικονομία της Αιγύπτου μέσω αυξημένων ιδιωτικών επενδύσεων και αγορών περιουσιακών στοιχείων, μιας και η Αίγυπτος είναι η κύρια χώρα στήριξης και παροχής στέγης στους Παλαιστινίους πρόσφυγες που και η ίδια φοβάται ότι ο κρυφός στόχος του Ισραήλ είναι να σπρώξει τους Παλαιστίνιους προς τα αιγυπτιακά σύνορα. Οι χώρες του Κόλπου απούσες από όποια βοήθεια προς τους Παλαιστινίους, πολλάκις εξαργυρώνουν τις τύψεις τους για το Παλαιστινιακό με χρηματοδότηση προς την Αίγυπτο και την Ιορδανία.

*Συμβούλου Εξωτερικής Πολιτικής και Επενδύσεων

Διαβάστε επίσης: Ένα Ομόσπονδο Ιράν: Το σχέδιο για την πτώση του καθεστώτος

-

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ