Της Πωλίνας Άνιφτου*
Μπορεί οι χώρες της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν να κέρδισαν την ανεξαρτησία τους από την πτώση της ΕΣΣΔ στα τέλη του 1991, όμως και οι δύο χώρες στο δημοψήφισμα της 17ης Μαρτίου 1991 για το μέλλον της ΕΣΣΔ ψήφισαν υπέρ της παραμονής τους στην ΕΣΣΔ. Ειδικά το Αζερμπαϊτζάν, που ήταν πρώην ιρανικό έδαφος μέχρι το 1828, φοβόταν μια πιθανή επαναπροσάρτηση από το Ιράν, που το 1979 μετεξελίχθηκε σε Ισλαμική Δημοκρατία και μετά τον οκταετή πόλεμο με το Ιράκ (1980-88) αντελήφθη τη σημασία των πηγών ενέργειας και πετρελαίου της Κασπίας Θάλασσας.
Το Αζερμπαϊτζάν είναι η χώρα που γεωγραφικά ενώνει και χωρίζει τον ενεργειακό χάρτη της Κεντρικής Ασίας με το πιο πολυάσχολο λιμάνι και τη σιδηροδρομική διέξοδο σε Ευρώπη και Ασία. Η πιο αναπτυσσόμενη χώρα του Καυκάσου, παρόλο που δέχθηκε ένα τριπλό σοκ, από την πανδημία COVID-19, την πτώση των τιμών του πετρελαίου και τη σύγκρουση στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ στα τέλη του 2020 με την Αρμενία, με αποτέλεσμα το ΑΕΠ του Αζερμπαϊτζάν να μειωθεί κατά 4,3% το 2020, εξισορρόπησε τις απώλειές του από το εκτεταμένο πακέτο στήριξης της κυβέρνησης.
Το γεω-ενεργειακό στρες στον Καύκασο
Η πολιτική οικονομία του Καυκάσου είναι μια εξίσωση δυνάμεων αλλά και ενεργειακών δεδομένων που μέχρι σήμερα δεν έχει βρει μια ευοίωνη λύση για τις χώρες της περιοχής. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, οι χώρες του Νοτίου Καυκάσου αντιμετωπίζουν κοινωνικές κρίσεις και ένοπλες συγκρούσεις. Κύρια πηγή ήταν οι εδαφικές και οικονομικές διαφορές τους, με αποτέλεσμα σήμερα να υπάρχουν περί το 1,2 εκατομμύριο πρόσφυγες και εκτοπισμένοι ένεκα των συγκρούσεων και των πολιτειακών αλλαγών σε Ναγκόρνο-Καραμπάχ, Αμπχαζία και Νότια Οσετία.
Αρχή των πιο πάνω πολιτικών αντιπαραθέσεων στάθηκαν οι συνθήκες του Gulistan το 1813 και του Turkmenchay το 1828, με τις οποίες το τότε βασιλευόμενο από τους Καζάρους Ιράν (τότε Περσία) αναγνώρισε τη ρωσική κυριαρχία επί των Erivan (στα σύνορα με το Ιράν), Nakhchivan (μεταξύ Αρμενίας, Ιράν και Τουρκίας) και Lankaran Khanates (Κασπία Θάλασσα), που σήμερα ανήκουν στο Αζερμπαϊτζάν και ρυθμίζουν ενεργειακά όλο τον Καύκασο. Τα τρία αυτά εδάφη κατακτήθηκαν από την Τσαρική Αυτοκρατορία και αφαίρεσαν από το Ιράν τον έλεγχο της Κασπίας Θάλασσας αλλά και του βόρειου περάσματος μέσω της σημερινής Αρμενίας και Γεωργίας στη Μαύρη Θάλασσα και στην Ευρώπη.
Τα τρία αυτά εδάφη σήμερα είναι τα σημαντικότερα για το Αζερμπαϊτζάν, αφού στο Lankaran στην Κασπία Θάλασσα η BP και η TOTAL κάνουν γεωτρήσεις από το 1997, ενώ το Nakhchivan είναι ο δίαυλος μεταφοράς πετρελαίου από την Κασπία στην Τουρκία και στην Ευρώπη. Το Nakhchivan, μετά τη Συμφωνία της Μόσχας στις 9/11/2020, που τερμάτισε τις εχθροπραξίες μεταξύ Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν, είναι υπό τον έλεγχο της ειρηνευτικής δύναμης της Ρωσίας, που ελέγχει την κίνηση του φυσικού αερίου προς την Τουρκία από το Αζερμπαϊτζάν αλλά και τυχόν αναζωπύρωση των συγκρούσεων.
Το Αζερμπαϊτζάν εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, οι οποίες χρηματοδοτούν το 60% του κρατικού προϋπολογισμού. Αυτά τα έσοδα έχουν πληγεί σοβαρά από την πανδημία και από την πτώση των τιμών του αργού πετρελαίου λόγω των μέτρων που επιβλήθηκαν από τον OPEC, με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του ΑΕΠ της χώρας κατά 4,3% σε σύγκριση με το 2020. Από τον Ιανουάριο ως τον Ιούνιο του 2021, οι 845 590,52 τόνοι πετρελαίου απέδωσαν $346 185,84 στη χώρα. Έτσι το Αζερμπαϊτζάν εξήγαγε 13 545 898,77 τόνους πετρελαίου αξίας $5 743 625,87 σε 23 χώρες το πρώτο εξάμηνο του 2021, εκ των οποίων εξήγαγε 6 593 792,1 τόνους πετρελαίου αξίας $2 756 878,74 στην Ιταλία και 865 947,16 τόνους πετρελαίου αξίας $338 981,82 στην Ισπανία.
Την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2020, η χώρα εξήγαγε 7,7 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου. Η αξία του εξαγόμενου αερίου ανήλθε σε $1,4 δισεκατομμύριο. Πρέπει να σημειωθεί ότι εξήγαγε 6,7 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου, αξίας $1,2 δισεκατομμυρίου την ίδια περίοδο το 2019. Ο τομέας πετρελαίου και φυσικού αερίου παρήγαγε $7,3 δισεκατομμύρια την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2020, με μείωση κατά 4,3% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο το 2019, ένεκα και των πολιτικών αντιπαραθέσεων εντός Αζερμπαϊτζάν που οδήγησαν στις συγκρούσεις με την Αρμενία τον Οκτώβριο του 2020 για τον έλεγχο του ενεργειακού διαύλου του Nakhchivan.
Από την άλλη, το Αζερμπαϊτζάν εισάγει χρυσό ($2,86 δισεκατομμύρια), αυτοκίνητα ($545 εκατομμύρια), διυλισμένο πετρέλαιο ($358 εκατομμύρια), σιτάρι ($311 εκατομμύρια) και συσκευασμένα φάρμακα ($236 εκατομμύρια), που εισάγονται κυρίως από το Ηνωμένο Βασίλειο ($2,48 δισεκατομμύρια), τη Ρωσία ($2,38 δισεκατομμύρια), την Τουρκία ($1,76 δισεκατομμύριο), την Κίνα ($820 εκατομμύρια) και τη Γερμανία ($551 εκατομμύρια), έχοντας ανοικτές σχέσεις με τη Δύση και τις εκβιομηχανισμένες χώρες.
Η σχέση Αζερμπαϊτζάν - Τουρκίας
Το 2017 η Κρατική Εταιρεία Πετρελαίου του Αζερμπαϊτζάν (SOCAR), μαζί με τις BP, Chevron, INPEX, Statoil, ExxonMobil, TP, ITOCHU και ONGC, ανανέωσαν τη συνεργασία τους ως το 2050, σε ένα συμβόλαιο που χαρακτηρίστηκε ως «η συμφωνία του αιώνα» για τα κοιτάσματα στο Azeri, στο Chirag και σε τμήμα του Gunashli (ACG) στην Κασπία Θάλασσα. Η συμφωνία αυτή έβαλε το Αζερμπαϊτζάν στον χάρτη των χωρών του πετρελαίου, υπό την αιγίδα των μεγαλύτερων συνασπισμών ενέργειας και χρηματοπιστωτικών συνεργασιών. Ως μέρος της σύμβασης, οι διεθνείς εταιρείες θα πληρώσουν ένα μπόνους $3,6 δισ. στο Κρατικό Ταμείο Πετρελαίου της Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν και η κρατική εταιρεία θα ανακτήσει μέρος των επενδύσεων, ισχυροποιώντας την κρατική επέμβαση στη συμφωνία.
Η πιο πάνω συμφωνία σήμανε και την αρχή ώστε το Αζερμπαϊτζάν, ως αναγνωρισμένη πλέον ενεργειακή δύναμη, να αποτελέσει το όργανο της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Το Αζερμπαϊτζάν, μια χώρα ζωτικής σημασίας, όχι μόνο ένεκα της γεωγραφικής του θέσης στον Καύκασο αλλά και λόγω των θαλάσσιων συνόρων με το Τουρκμενιστάν, αποτελεί προέκταση του παντουρκικού τόξου στην Κεντρική Ασία και οδός διευκόλυνσης του εμπορίου από την Αδριανούπολη στη Δυτική Θράκη έως και το Τατζικιστάν, μέσω του Τουρκμενιστάν και του Ουζμπεκιστάν.
Μετά από σχεδόν έναν χρόνο έντονων διαπραγματεύσεων, το Αζερμπαϊτζάν και η Τουρκία κατέληξαν σε νέα συμφωνία για την επέκταση του 20ετούς συμβολαίου που διέπει το εμπόριο φυσικού αερίου και το οποίο έληξε τον Απρίλιο του 2021. Η Τουρκία εισάγει 6,6 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου ετησίως από το φυσικό αέριο Shah Deniz Caspian του Αζερμπαϊτζάν, που μεταφέρεται μέσω των αγωγών του Νοτίου Καυκάσου ή διαμέσου των αγωγών Μπακού-Τιφλίδας-Ερζερούμ, αποφεύγοντας την Αρμενία και δίνοντας γεωπολιτική ισχύ στο Μπακού. Με τη συμφωνία μεταξύ Τουρκίας και Αζερμπαϊτζάν, η τουρκική κρατική εταιρεία Botas έχει συμφωνήσει περίπου το ένα τρίτο της ημερήσιας χωρητικότητας του αγωγού του Νοτίου Καυκάσου μέχρι το τέλος του 2021, ενώ οι ημερήσιες καταχωρήσεις για το 2022 ανέρχονται σε 2,62 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα και για το 2023 και 2024 σε 3,84 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα, περίπου το ήμισυ των 6,6 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων ετησίως που εισήγε η Τουρκία βάσει της σύμβασης ως τον Απρίλιο του 2021.
Ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ Τουρκίας και Αζερμπαϊτζάν αυξάνεται από το 1993, οπότε και το Αζερμπαϊτζάν, μετά την ανεξαρτησία του από την ΕΣΣΔ και τις πολιτικές διαμάχες με το Ιράν, κινήθηκε προς την Τουρκία, υπό τη σκέπη της τότε κυβέρνησης της Τανσού Τσιλέρ (1996-97). Σήμερα, πέραν των $10 δισεκατομμυρίων έχουν φέρει στην οικονομία του Αζερμπαϊτζάν οι περισσότερες από 13.000 τουρκικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο Αζερμπαϊτζάν, κυρίως στους τομείς της ενέργειας, της βιομηχανίας, των τηλεπικοινωνιών, των τραπεζών και των ασφαλίσεων, των κατασκευών, των μεταφορών, των τροφίμων, της κλωστοϋφαντουργίας και της ιατρικής. Τα τελευταία χρόνια η χώρα αύξησε σημαντικά τις επενδύσεις της στην Τουρκία, όπου υπάρχουν 2.000 εταιρείες από το Αζερμπαϊτζάν, με αποτέλεσμα τα κεφάλαια από το Αζερμπαϊτζάν που επενδύουν στην Τουρκία να είναι στα πρώτα επτά από όλες τις χώρες της Κεντρικής Ασίας και του Καυκάσου.
Ο σιδηρόδρομος (BTK) Μπακού-Τιφλίδας-Καρς (Τουρκία)
Ο σιδηρόδρομος Μπακού-Τιφλίδας-Καρς είναι ένας νέος διάδρομος που συνδέει τους σιδηροδρόμους του Αζερμπαϊτζάν, της Γεωργίας και της Τουρκίας. Η κατασκευή ξεκίνησε το 2008 και προβλέπει στην αποκατάσταση και ανακατασκευή του σιδηροδρόμου μήκους 178 χιλιομέτρων μεταξύ Marabda και Akhalkalaki στη Γεωργία και την κατασκευή νέου σιδηροδρόμου από το Akhalkalaki στα τουρκικά σύνορα, ενεργοποιώντας την τότε μοναδική σιδηροδρομική διαδρομή που χρησιμοποιούσε η ΕΣΣΔ για να φτάσει στην Τουρκία. Μόνο που η νέα αυτή γραμμή θα αποκλείει την Αρμενία και έτσι θα αποτελεί δύσκολο εγχείρημα για τη συμφωνία Ιράν-Κίνας, που υπογράφηκε τον Μάρτιο του 2021, επαναχαράζοντας τον Δρόμο του Μεταξιού, να αμφισβητήσει την κρατική οντότητα του Αζερμπαϊτζάν στις διαμάχες του με το Ιράν.
Το Αζερμπαϊτζάν βρίσκεται στο επίκεντρο αυτής της εμπορικής οδού που επηρεάζει 60 χώρες της Κεντρικής Ασίας, της Ευρώπης και της Αφρικής, οι οποίες είναι σημαντικές αγορές για τις ταχέως αναπτυσσόμενες οικονομίες της Άπω Ανατολής. Η Γεωργία, ως μέλος του έργου BTK, θα επωφεληθεί επίσης από τις εξαγωγές στην Κίνα. Το 2016, οι εξαγωγές της Γεωργίας στην Κίνα αυξήθηκαν κατά 59,1%, φθάνοντας τα 138,9 εκατομμύρια δολάρια και ξεπερνώντας τη Ρωσία ως τον δεύτερο μεγαλύτερο προορισμό για τις εξαγωγές της Γεωργίας, ενώ ο κύριος προορισμός παραμένει η Τουρκία. Το πρώτο τρίμηνο του 2021, μέσω του BTK μεταφέρθηκαν 154.000 τόνοι (2.468 βαγόνια, έναντι 78.000 τόνων την ίδια περίοδο του 2020) και πια το λιμάνι του Μπακού διαμορφώνεται ως το κύριο λιμάνι της Κασπίας, που δίνει μια παγκόσμια πρωτοπορία ως το μεγαλύτερο λιμάνι σε περίκλειστη θάλασσα.
Η Τουρκία ελπίζει ότι θα έχει σημαντικό κέρδος από τα τέλη διαμετακόμισης του BTK. Ακόμη κι αν λαμβάνει μόνο το 10% της εμπορευματικής κίνησης Ασίας-Ευρώπης μέσω του BTK, αυτό θα σημαίνει 24 εκατομμύρια τόνους διακίνησης διαμέσου του τουρκικού εδάφους. Η οικονομική ενίσχυση της Τουρκίας σε τομείς όπως η υλικοτεχνική υποστήριξη, η βιομηχανική παραγωγή και οι υπηρεσίες θα αυξηθούν, δημιουργώντας περισσότερες θέσεις εργασίας αλλά και θέτοντας τον BTK στη διάθεση της Τουρκίας σε ενδεχόμενες μιλιταριστικές επεμβάσεις ή χρηματοδότηση εξτρεμιστικών οργανώσεων, όπως συνέβη στη Νότια Οσετία τη δεκαετία του 1990. Επιπλέον, λόγω της γεωγραφικής θέσης του Καρς στην Τουρκία, κοντά στα σύνορα με τις χώρες του Καυκάσου, είναι ευκολότερη η πρόσβαση στις πηγές ενέργειας και πετρελαίου από τους παραγωγούς της Κεντρικής Ασίας. Έχει ήδη αρχίσει και η προσέγγιση εκ μέρους της Τουρκίας για οικονομική συνεργασία και πολιτιστική ανταλλαγή με τις τουρκόφωνες χώρες της Κεντρικής Ασίας, πράγμα που πλήττει τις επενδύσεις της Ρωσίας και του Ιράν στις μουσουλμανικές δημοκρατίες της πρώην ΕΣΣΔ, εκεί όπου το Ιράν επενδύει πέραν του 20%.
Στις 8 Δεκεμβρίου 2020 λειτούργησε το πρώτο τρένο που μετέφερε εμπορεύματα από την Τουρκία στην Κίνα, σε μια προσπάθεια ο BTK να ανταγωνιστεί τις θαλάσσιες μεταφορές. Το τρένο πέρασε από πέντε χώρες στον δρόμο προς την Κίνα, όπου είχε προγραμματιστεί να φτάσει εντός 12 ημερών, κάνοντας στάσεις σε Γεωργία, Αζερμπαϊτζάν και Καζακστάν προτού εισέλθει στην επαρχία Ξιάν της Κίνας. Το τρένο άφησε πίσω του την Αρμενία, απομονώνοντάς την στον Καύκασο, με μόνα κέντρα εμπορικών εξόδων τη Ρωσία και το Ιράν. Το Ιράν εφοδιάζει την Αρμενία με τρόφιμα, νερό αλλά ακόμη και με πυροσβέστες στις πρόσφατες πυρκαγιές στα ιρανο-αρμενικά σύνορα. Το Αζερμπαϊτζάν, αντιδρώντας στη συνεργασία Αρμενίας-Ιράν και έχοντας με το μέρος του τη Ρωσία, που ανησυχεί για το ότι η κυβέρνηση Πασανιάν δεν θέλει πλέον ανάμειξη της Ρωσίας στα εσωτερικά της Αρμενίας, επετέθη πρόσφατα και συνέλαβε Ιρανούς οδηγούς εμπορευματικών φορτηγών με εμπόρευμα από το Ιράν προς την Αρμενία, σε ζώνη που δεν ελέγχει το Αζερμπαϊτζάν, δημιουργώντας κρίση στις σχέσεις του με το Ιράν.
Οι πολιτικοί στόχοι του Southern Gas Corridor (SGC)
Ο Southern Gas Corridor (SGC) εκτείνεται κατά μήκος του σιδηροδρόμου BTK και έχει ως κύρια λειτουργία τη μεταφορά ενεργειακών αποθεμάτων στην Ευρώπη. Εκτείνεται σε 3.500 χιλιόμετρα και αποτελείται από πολλά ξεχωριστά ενεργειακά έργα σε Αζερμπαϊτζάν, Γεωργία και Τουρκία, τα οποία αντιπροσωπεύουν μια συνολική επένδυση περίπου $45 δισ. Ο ενεργειακός αυτός διάδρομος περιλαμβάνει 3 έργα αγωγών από το Shah Deniz 2: το South Caucasus Pipeline (SCP) στο Αζερμπαϊτζάν και τη Γεωργία, το Trans Anatolian Pipeline (TANAP) στην Τουρκία και το Trans Adriatic Pipeline (TAP) που θέλουν να επεκταθεί σε Ελλάδα, Αλβανία και Ιταλία για περαιτέρω σύνδεση με δίκτυα φυσικού αερίου στη Νοτιοανατολική, Κεντρική και Δυτική Ευρώπη.
Το μήκος του αγωγού είναι 691 χιλιόμετρα, με 443 χλμ. στο Αζερμπαϊτζάν και 248 χλμ. στη Γεωργία. Η διάμετρος, δε, είναι 42 ίντσες. Το 2013, το έργο SGC χαρακτηρίστηκε ως ένα απαραίτητο έργο ενεργειακής ποικιλομορφίας για την Ευρώπη, η οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις ρωσικές προμήθειες, τόσο σε φυσικό αέριο όσο και σε πετρέλαιο. Σχεδόν το 40% των εισαγωγών φυσικού αερίου της ΕΕ και σχεδόν το 30% των εισαγωγών αργού πετρελαίου της ΕΕ προήλθαν από τη Ρωσία το πρώτο τρίμηνο του 2020.
Συγκεκριμένα, μέσω του TAP, το SGC θα παραδίδει περισσότερα από 10 bcm αερίου ετησίως σε ευρωπαϊκές χώρες τα επόμενα 25 χρόνια. Από αυτά τα 10 bcm, τα 8 bcm θα εξάγονται στην Ιταλία, ενώ 2 bcm θα εξάγονται εξίσου στην Ελλάδα και τη Βουλγαρία, και τα υπόλοιπα στις περιφερειακές αγορές. Χάρη σε αυτό το ολοκληρωμένο δίκτυο διασύνδεσης, οι βαλκανικές χώρες θα μπορούν να μειώσουν τις εισαγωγές φυσικού αερίου από τη Ρωσία και ταυτόχρονα θα έχουν τη δυνατότητα να διαπραγματευτούν καλύτερες τιμές με την Gazprom. Επί του παρόντος, η Βουλγαρία βασίζεται στη Ρωσία για 2,3 bcm (80%) των εισαγωγών φυσικού αερίου, αλλά υπέγραψε μακροπρόθεσμη συμφωνία με το Αζερμπαϊτζάν για 1 bcm απευθείας παραδόσεις φυσικού αερίου.
Επίλογος
Το Αζερμπαϊτζάν, εκτός από τη γεωγραφική και ενεργειακή του υπεροχή, είναι η μόνη χώρα του σιιτικού Ισλάμ που έχει ενταχθεί στο παντουρκικό τόξο και, παρόλο που οι Αζέροι είναι αρχαίο περσικό φύλο, έχουν ενσωματωθεί, κυρίως μέσω του εκτουρκισμού της γλώσσας, στις ενεργειακές φιλοδοξίες της Άγκυρας. Τόσο ο σιδηρόδρομος (BTK) Μπακού-Τιφλίδας-Καρς όσο και ο Southern Gas Corridor (SGC) σηματοδοτούν μια μεγάλη αλλαγή στις μεταφορές τροφίμων, πρώτων υλών και ενεργειακών αποθεμάτων. Μέσω αυτών επιδιώκεται πλέον η απεξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία, αλλά παράλληλα διακυβεύεται και η μελλοντική πιθανή εξάρτησή της από χώρες που υπάγονται σε φιλοδοξίες ενεργειακής και εξωτερικής πολιτικής πολύ διαφορετικής από τον δυτικό πολιτισμό και τη δυτική πολιτική αντίληψη.