«Εντατικοποιήστε τις προσπάθειες για την καταπολέμηση της υπερθέρμανσης του πλανήτη ή αρχίστε να σχεδιάζετε την ‘κηδεία’ της Συμφωνίας του Παρισιού», τόνισαν τα Ηνωμένα Έθνη ενόψει της φετινής διεθνούς συνόδου κορυφής για το κλίμα.
Τα τρέχοντα σχέδια θα οδηγήσουν σε υπερθέρμανση του πλανήτη κατά 2,6 έως 3,1 βαθμούς Κελσίου αυτόν τον αιώνα, με μηδενικές πιθανότητες να περιοριστεί η αύξηση της θερμοκρασίας στον συνολικό στόχο του 1,5 βαθμού Κελσίου που συμφωνήθηκε στο Παρίσι το 2015, σύμφωνα με νέα έκθεση.
Στην πραγματικότητα, τα υφιστάμενα μέτρα υπολείπονται τόσο πολύ από τα απαιτούμενα, ώστε ο κόσμος κινδυνεύει ακόμη και να ξεπεράσει τους 2 βαθμούς Κελσίου, το ανώτατο όριο της συμφωνίας του Παρισιού, προειδοποίησε ο ΟΗΕ.
Η σοβαρότητα και η συχνότητα των επικίνδυνων κυμάτων καύσωνα, των καταστροφικών καταιγίδων και άλλων καταστροφών αυξάνεται με την παράλληλη αύξηση της θερμοκρασίας. Στους 3 βαθμούς Κελσίου, σύμφωνα με τους επιστήμονες, ο κόσμος θα μπορούσε να περάσει το σημείο χωρίς επιστροφή που θα άλλαζε δραματικά το κλίμα του πλανήτη και θα αύξανε τη στάθμη της θάλασσας, λόγω του λιωσίματος των πολικών πάγων.
«Εάν τα έθνη δεν εφαρμόσουν τις τρέχουσες δεσμεύσεις και στη συνέχεια επιδείξουν μια μαζική αύξηση της φιλοδοξίας τους για νέες δεσμεύσεις, ακολουθούμενες από ταχεία υλοποίηση, ο στόχος της Συμφωνίας του Παρισιού για περιορισμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη στον 1,5 βαθμό Κελσίου δε θα είναι εφικτός μέσα σε λίγα χρόνια», δήλωσε η Ίνγκερ Άντερσεν, επικεφαλής του ΟΗΕ για το περιβάλλον.
Η φετινή έκθεση του ΟΗΕ για τις εκπομπές αερίων – η οποία αξιολογεί το χάσμα μεταξύ των πολιτικών που απαιτούνται για την αποτροπή της κλιματικής αλλαγής και των όσων πράττουν στην πραγματικότητα οι χώρες – δημοσιεύτηκε μόλις λίγες εβδομάδες πριν οι παγκόσμιοι ηγέτες συγκεντρωθούν στην πρωτεύουσα του Αζερμπαϊτζάν, Μπακού, για την έναρξη της συνόδου κορυφής COP29 για το κλίμα.
Εκεί, οι χώρες θα κληθούν να καταλήξουν σε μια συμφωνία για τον τρόπο χρηματοδότησης της δράσης για την κλιματική αλλαγή στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Αλλά η σύνοδος κορυφής του Μπακού θεωρείται επίσης ευρέως ως ένα σκαλοπάτι προς την COP30 στη Βραζιλία το επόμενο έτος, την προθεσμία για τις κυβερνήσεις να υποβάλουν νέα σχέδια σχετικά με το πώς σκοπεύουν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από τη Συμφωνία του Παρισιού.
Υπό το πρίσμα των πρόσφατων ευρημάτων, η Άντερσεν κάλεσε για «δραματικά ισχυρότερα» σχέδια, γνωστά ως εθνικά καθορισμένες συνεισφορές (NDCs) – δηλαδή περισσότερη χρηματοδότηση για μέτρα καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής – και ηγετικές πρωτοβουλίες από τις χώρες με τις μεγαλύτερες εκπομπές.
Λάθος κατεύθυνση
Σύμφωνα με το Politico, o κόσμος είναι ήδη κατά 1,3 βαθμούς Κελσίου θερμότερος από ό,τι πριν από τη Βιομηχανική Επανάσταση και οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που θερμαίνουν τον πλανήτη συνεχίζουν να πολλαπλασιάζονται, σημειώνοντας αύξηση κατά 1,3% πέρυσι σε σύγκριση με το 2022.
Ως αποτέλεσμα, ο περιορισμός της αύξησης της θερμοκρασίας στους στόχους του Παρισιού έχει γίνει πιο δύσκολος, απαιτώντας ακόμη πιο απότομες ετήσιες μειώσεις εκπομπών κατά 7,5% ή 4% έως το 2030 για 1,5 ή 2 βαθμούς, αντίστοιχα.
Με τις πολιτικές που εφαρμόζονται σήμερα σε όλο τον κόσμο, ο κόσμος οδεύει προς αύξηση της θερμοκρασίας κατά 3,1 βαθμούς μέχρι το τέλος του αιώνα, όπως αναφέρει η έκθεση. Τα μέτρα που περιγράφονται στα τρέχοντα NDCs, τα οποία δεν έχουν εφαρμοστεί πλήρως, θα μείωναν την αύξηση αυτή μόλις στους 2,6C έως 2,8C.
Ακόμη και το καλύτερο σενάριο των 2,6C, ωστόσο, αντιπροσωπεύει «καταστροφική» αύξηση της θερμοκρασίας με «τρομακτικές επιπτώσεις στους ανθρώπους, τον πλανήτη και τις οικονομίες», όπως προειδοποιεί ο ΟΗΕ.
Και με τα τρία σενάρια, οι πιθανότητες να περιοριστεί η αύξηση της θερμοκρασίας στον 1,5C είναι «πρακτικά μηδενικές», όπως αναφέρουν οι επιστήμονες, με τις παγκόσμιες θερμοκρασίες να «ξεπερνούν κατά πολύ» αυτό το επίπεδο μέχρι το 2050 και με «μία στις τρεις πιθανότητες η αύξηση της θερμοκρασίας να έχει ήδη ξεπεράσει τους 2 βαθμούς Κελσίου μέχρι τότε».
Για να μπουν σε τροχιά προς τον 1,5C, οι παγκόσμιες εκπομπές θα έπρεπε να μειωθούν κατά 42% έως το 2030, ή κατά 28% για μια πορεία προς τους 2C.
Οι νέες NDCs -που πρέπει να υποβληθούν τον Φεβρουάριο του 2025- προορίζονται να περιλαμβάνουν μέτρα και στόχους έως το 2035. Μέχρι τότε, οι παγκόσμιες εκπομπές θα πρέπει να μειωθούν κατά 57% για τον στόχο του 1,5C και κατά 37% για τον αντίστοιχο των 2C, σύμφωνα με τη φετινή έκθεση.
Eπενδύσεις
Η Άντερσεν δήλωσε ότι σε παγκόσμιο επίπεδο, τα μέτρα για τη μείωση των εκπομπών θα απαιτήσουν «τουλάχιστον εξαπλάσια αύξηση» των επενδύσεων, «υποστηριζόμενη από τη μεταρρύθμιση της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής αρχιτεκτονικής και ισχυρή δράση του ιδιωτικού τομέα».
Οι αναπτυσσόμενες χώρες, εκτός της Κίνας, απαιτούν μαζική αύξηση των επενδύσεων, όπως αναφέρει η έκθεση, καθώς «οι περιοχές αυτές αγωνίζονται ήδη με τη δημόσια υγεία, το ανθρώπινο κεφάλαιο, την επισιτιστική και ενεργειακή ασφάλεια, το αυξανόμενο χρέος και τις πολιτικές εντάσεις, τα οποία επιδεινώνονται από την κλιματική αλλαγή».
Το αν οι τρέχουσες NDCs περιορίσουν την άνοδο της παγκόσμιας θερμοκρασίας στους 2,6C ή 2,8C εξαρτάται από τη χρηματοδότηση. Το χαμηλότερο ποσοστό θα επιτευχθεί με τις λεγόμενες υπό όρους NDCs, δηλαδή σχέδια που εξαρτώνται από πρόσθετη οικονομική βοήθεια. Σύμφωνα με την έκθεση, το 12% του συνόλου των ΝDC είναι πλήρως εξαρτημένα, ενώ ένα άλλο 21% περιλαμβάνει στοιχεία υπό όρους.
Ο τρόπος χρηματοδότησης της δράσης για το κλίμα στις αναπτυσσόμενες χώρες θα κυριαρχήσει στις συζητήσεις στο Μπακού. Μέχρι το τέλος της COP29, οι χώρες πρόκειται να συμφωνήσουν σε έναν νέο μακροπρόθεσμο οικονομικό στόχο που θα αντικαταστήσει τον τρέχοντα στόχο των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως, ο οποίος συμφωνήθηκε το 2009 και επιτεύχθηκε μόλις το 2022.
Οι χώρες που χαρακτηρίστηκαν ως βιομηχανικές τη δεκαετία του 1990 παρέχουν τη χρηματοδότηση. Δεδομένων όμως των τεράστιων χρηματοδοτικών αναγκών – ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες ζητούν έναν ετήσιο στόχο άνω του 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων – καθώς και των δραματικών αλλαγών στον πλούτο και τις εκπομπές των χωρών από τότε, οι πλούσιες χώρες θα ήθελαν να συνεισφέρουν οι αναδυόμενες οικονομίες, όπως η Κίνα.
Η έκθεση του ΟΗΕ δείχνει ότι το Πεκίνο είναι ισόπαλο με την Ευρωπαϊκή Ένωση όσον αφορά την ιστορική ευθύνη – τόσο το μπλοκ των 27 όσο και η Κίνα ευθύνονται για το 12% του συνόλου του διοξειδίου του άνθρακα που εκπέμφθηκε μεταξύ του 1850 και του 2022. Οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν πολύ μπροστά και από τις δύο, αντιπροσωπεύοντας το 20% των ιστορικών εκπομπών.
Σε γενικές γραμμές, το γκρουπ των G20 – που περιλαμβάνει βιομηχανικές περιοχές και κράτη όπως η Ε.Ε. και οι ΗΠΑ, καθώς και η Βραζιλία, η Κίνα, η Ινδία, η Ινδονησία και η Σαουδική Αραβία – ήταν υπεύθυνο για το 77% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου το 2023. Σε πλήρη αντίθεση, οι 55 χώρες της Αφρικανικής Ένωσης αντιστοιχούσαν μόλις στο 6%.
«Τα μέλη με τις μεγαλύτερες εκπομπές θα πρέπει να αυξήσουν δραματικά τη δράση και τη φιλοδοξία τους τώρα και στις νέες δεσμεύσεις», συνιστά ο ΟΗΕ.
Εξάλλου, ενώ το σύνολο του G20 αντιστοιχούσε στο 77% των παγκόσμιων εκπομπών του περασμένου έτους, οι έξι μεγαλύτεροι ρυπαντές μεταξύ τους ήταν υπεύθυνοι για περισσότερο από το 60%. Η έκθεση του ΟΗΕ δεν κατονομάζει ποιές ήταν αυτές, αλλά οι συντάκτες αναφέρονται στην Κίνα (30%), τις Ηνωμένες Πολιτείες (11%), την Ινδία (8%), την Ε.Ε. (6%), τη Ρωσία (5%) και τη Βραζιλία (2%).
Η πρόοδος μεταξύ των κρατών-μελών του G20 είναι ανάμεικτη: Οι εκπομπές της Κίνας αυξήθηκαν κατά 5,2% το 2023, ενώ της Ε.Ε. μειώθηκαν κατά 7,5%- και ενώ η Κίνα είναι πολυπληθέστερη, οι κατά κεφαλήν εκπομπές της το 2023 ήταν 11 τόνοι έναντι 7,3 τόνων της Ε.Ε.
Οι εκπομπές των ΗΠΑ μειώθηκαν κατά 1,4%, αλλά οι αμερικανικές κατά κεφαλήν εκπομπές παραμένουν οι δεύτερες υψηλότερες με 18 τόνους μετά τους 19 τόνους της Ρωσίας. Οι αντίστοιχες της Ινδίας είναι μόλις 2,9 τόνοι – παρόλο που οι εκπομπές της αυξήθηκαν κατά 6% πέρυσι.
Ενώ η Ε.Ε., για παράδειγμα, εκτιμάται ότι βρίσκεται σε καλό δρόμο για την επίτευξη των κλιματικών της στόχων, πολλές άλλες χώρες του γκρουπ των G20 δεν είναι.
Το πιο σημαντικό, όπως τονίζει ο ΟΗΕ, είναι ότι οι παγκόσμιοι ηγέτες πρέπει να τηρήσουν τις υποσχέσεις τους.
Ενώ όλα τα τρέχοντα μέτρα και οι NDCs θα οδηγήσουν σε αύξηση των θερμοκρασιών πέραν του 1,5 βαθμού Κελσίου, υπάρχει ένα μονοπάτι που τους φέρνει πιο κοντά στον στόχο: Αν οι χώρες τηρήσουν όλες τις υποσχέσεις που έδωσαν τα τελευταία χρόνια, πέραν των επίσημων NDCs, η αύξηση της θερμοκρασίας θα περιοριστεί στον 1,9C αυτόν τον αιώνα – εκπληρώνοντας τουλάχιστον την υπόσχεση της Συμφωνίας του Παρισιού για «κάτω από 2C».
Είναι επίσης η μόνη διαδρομή μεταξύ των τεσσάρων που θα έβλεπε την αύξηση της θερμοκρασίας να φτάνει σε ένα μέγιστο γύρω στο 2100 αφού, σύμφωνα με τα άλλα τρία σενάρια, οι θερμοκρασίες θα συνεχίσουν να αυξάνονται τον επόμενο αιώνα.
Η Άντερσεν κάλεσε τις χώρες να μετατρέψουν τη ρητορική σε πράξη. Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να κατοχυρώσουν τις πιο φιλόδοξες δεσμεύσεις τους – και, ιδανικά, περισσότερες – στις επερχόμενες NDCs τους, όπως είπε.
newmoney.gr
Διαβάστε επίσης: Επιστρέφει με υποσχέσεις για άμυνα, ενέργεια και επενδύσεις από τις ΗΠΑ ο ΠτΔ