Γερμανία: Οι πολίτες απαιτούν αλλαγές στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης

Με την ύφεση της οικονομίας να σκιάζει ήδη το έργο της κυβέρνησης που θα προκύψει από την κάλπη, μεγάλο ερωτηματικό παραμένει η μεταρρύθμιση του περίφημου φρένου του χρέους για την τόνωση της ανάπτυξης

Τη χειρότερη επίδοση εδώ και δύο δεκαετίες κατέγραψε το 2024 η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, καθώς συρρικνώθηκε για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά. Το Γκελζενκίρχεν, μια πόλη στη βιομηχανοποιημένη κοιλάδα του Ρουρ, ήταν μεταξύ αυτών που επλήγησαν περισσότερο, δεδομένου πως έχει το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας στη Γερμανία, σχολιάζει σε άρθρο του το Reuters, αναφερόμενο στις ρίζες της δραματικής αύξησης της δημοτικότητας του ακροδεξιού κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD).

Ενόψει των κρίσιμων εκλογών την Κυριακή, 23 Φεβρουαρίου, μαίνεται μια εθνική συζήτηση για το πώς να αναζωογονηθεί η οικονομική τύχη της Γερμανίας. Πολλοί επιχειρηματίες ευελπιστούν ότι μια νέα κυβέρνηση θα προσφέρει μακροπρόθεσμες επενδύσεις σε υποδομές που απαιτούνται για την ανοικοδόμηση του ενεργειακού συστήματος της Γερμανίας και τη μετάβαση σε μια πιο πράσινη, πιο σύγχρονη οικονομία. Η Γερμανία έχει δεσμευτεί να γίνει ουδέτερη σε ρύπους έως το 2045.

«Ολόκληρη η περιοχή του Ρουρ, και ειδικότερα το Γκελζενκίρχεν, δείχνει πόσο συνεχής αλλαγή χρειάζεται για να διατηρηθεί η οικονομική ανάπτυξη», εξηγεί στο Reuters ιδιοκτήτης εργοστασίου. Η οικογενειακή επιχείρηση, που ιδρύθηκε το 1889, εξακολουθεί να απασχολεί περίπου 2.000 άτομα που κατασκευάζουν επιστρώσεις από γαλβανισμένο χάλυβα.

Το φρένο του χρέους

Όμως, το συνταγματικό φρένο χρέους της Γερμανίας εμπόδισε τις διαδοχικές κυβερνήσεις να κάνουν ζωτικές επενδύσεις, από δημόσιες υποδομές έως εκπαίδευση δεξιοτήτων, που απαιτούνται για την αναμόρφωση του προβληματικού οικονομικού μοντέλου της Γερμανίας, υποστηρίζουν οικονομολόγοι.

Το φρένο χρέους – μέρος της απάντησης της Γερμανίας στην οικονομική κρίση του 2009 υπό την πρώην Καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ – περιορίζει το έλλειμμα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης σε μόλις 0,35% του ΑΕΠ. Συγκριτικά, πέρυσι το έλλειμμα του προϋπολογισμού των ΗΠΑ ήταν περισσότερο από το 6% του ΑΕΠ.

Ο Φρίντριχ Μερτς, ο ηγέτης των Χριστιανοδημοκρατών που είναι το φαβορί για να αναλάβει καγκελάριος μιας κυβέρνησης συνασπισμού μετά τις εκλογές, αφήνει αθόρυβα την πόρτα ανοιχτή για μεταρρυθμίσεις, ανέφεραν στο Reuters μέλη του κόμματος.

Η επίσημη θέση του είναι ότι το φρένο χρέους πρέπει να παραμείνει στο σύνταγμα και ότι δεν υπάρχουν σχέδια για μεταρρύθμιση. Πράγματι, ο Μερτς απέρριψε τις πιέσεις πέρυσι το καλοκαίρι από ανώτερα μέλη του κόμματός του CDU να αναφέρουν ρητά τη μεταρρύθμιση του φρένου του χρέους στο προεκλογικό του μανιφέστο, εστιάζοντας στους συντηρητικούς ψηφοφόρους που προσανατολίζονται στη λιτότητα.

Ωστόσο, εκπρόσωποι του κόμματος είπαν στο Reuters ότι ο Μερτς αποδέχτηκε κατ΄ιδίαν ότι η αλλαγή είναι αναπόφευκτη λόγω των τεράστιων επενδυτικών αναγκών της Γερμανίας στην οικονομία και την άμυνα. Πόσο μάλλον δε, αφότου η αμερικανική δέσμευση στην ευρωπαϊκή ασφάλεια να μην είναι πλέον δεδομένη υπό τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ.

«Φυσικά, θα έχουμε μεταρρύθμιση μετά τις εκλογές», δήλωσε στο Reuters ένας συντηρητικός ηγέτης ομόσπονδου γερμανικού κρατιδίου, ζητώντας να μην κατονομαστεί λόγω της ευαισθησίας του ζητήματος.

Η αντιμετώπιση των δομικών προκλήσεων της Γερμανίας – από τις ενεργειακές της ανάγκες και τις κλιματικές της υποχρεώσεις έως τις πολυαναμενόμενες βελτιώσεις στη στέγαση, τις μεταφορές και την εκπαίδευση – θα απαιτήσει 600 δισεκατομμύρια ευρώ μέσα στην επόμενη δεκαετία, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Ινστιτούτου Οικονομίας IW.

Παρά το υψηλό αυτό κόστος, η Γερμανία έχει μεγαλύτερα δημοσιονομικά περιθώρια από τις περισσότερες χώρες, καθώς το χρέος της ανήλθε στο 63% του ΑΕΠ το 2023. Συγκριτικά, οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν εθνικό χρέος στο 123% του ΑΕΠ.

Για την παραδοσιακή γερμανική δεξιά, η διατήρηση του «φρένου χρέους» (debt brake) θεωρείται αδιαπραγμάτευτη αρχή – τουλάχιστον μέχρι τώρα. Ωστόσο, οι αυξανόμενες οικονομικές ανάγκες αναγκάζουν πολλούς να επανεξετάσουν τη στάση τους.

Μία πιθανή μεταρρύθμιση θα μπορούσε να αφορά την άρση του ορίου δαπανών που έχει επιβληθεί στα 16 ομόσπονδα κρατίδια της Γερμανίας, καθώς οι περιφερειακοί προϋπολογισμοί καλύπτουν κρίσιμους τομείς, όπως η κοινωνική στέγαση και η πράσινη μετάβαση. Το δημοσιονομικό «φρένο» είναι ακόμη αυστηρότερο σε επίπεδο κρατιδίων, καθώς δεν επιτρέπει ετήσιο έλλειμμα.

«Μια προσθήκη στο δημοσιονομικό φρένο για τα ομόσπονδα κρατίδια είναι εφικτή», δήλωσε στο Reuters ο Ματίας Μίντελμπεργκ, βασικός οικονομικός σύμβουλος του Φρίντριχ Μερτς. «Αυτό θα μπορούσε σίγουρα να διορθωθεί».

Μερική χαλάρωση ή συνολική αλλαγή;

Σύμφωνα με το Ifo Institute, ακόμη και μία μικρή αύξηση του ελλείμματος θα μπορούσε να απελευθερώσει 6 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως – ένα σημαντικό ποσό, αν και όχι αρκετό για να αλλάξει δραστικά την οικονομική πολιτική της χώρας.

Μία πιο ριζοσπαστική προσέγγιση θα ήταν να απαιτήσουν οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Πράσινοι, σε ενδεχόμενη συμμετοχή τους σε μεγάλο συνασπισμό υπό τον Μερτς, την εξαίρεση ορισμένων δαπανών – ιδίως για μακροπρόθεσμες επενδύσεις – από το «φρένο».

Αν αυτό συμβεί, η Γερμανία θα μπορούσε να προχωρήσει σε σημαντικές επενδύσεις χωρίς να παραβιάσει τους αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες της.

Η έκταση οποιασδήποτε μεταρρύθμισης θα εξαρτηθεί τελικά από το αποτέλεσμα των εκλογών και τη σύνθεση της επόμενης κυβέρνησης συνασπισμού.

Πάντως, αναλυτές της γερμανικής οικονομίας δεν αναμένουν ότι οι επικείμενες εκλογές θα φέρουν απαραιτήτως δραματικές αλλαγές. Δύο μεγάλα οικονομικά ινστιτούτα προβλέπουν ήδη ότι το 2025 θα είναι το τρίτο συνεχόμενο έτος ύφεσης, ήτοι η μεγαλύτερη περίοδος οικονομικής αδυναμίας στη μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας.

Πηγή: newmoney.gr

Διαβάστε επίσης: Πώς η «αλλαγή φρουράς» της ΕΚΤ μπορεί να αλλάξει τη νομισματική της πολιτική

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ