Του Τάσου Γιασεμίδη*
Πολλές είναι οι προτάσεις που θέτουν οι υποψήφιοι στη σφαίρα των συζητήσεων, όσον αφορά τις δημοσιονομικές και γενικότερα τις οικονομικές πολιτικές, που προτίθενται να υιοθετήσουν. Γίνεται αντιληπτό ότι οποιεσδήποτε θεσμικές αλλαγές για μετασχηματισμό της οικονομίας επεκτείνονται πέραν της πενταετίας και απαιτεί ένα χειροπιαστό και υλοποιήσιμο σχέδιο και όχι θεωρίες και εκθέσεις ιδεών.
Σίγουρα οι οποιεσδήποτε προτάσεις θα πρέπει να αξιολογηθούν μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της παγκόσμιας οικονομίας, ειδικά όταν αναφερόμαστε σε μια εξωγενή οικονομία. Η χώρα τις τελευταίες δύο δεκαετίες προωθείται ως κέντρο υπηρεσιών, ενώ σημαντικές είναι οι αναφορές στα προγράμματα των υποψηφίων για την ανάγκη επέκτασης της οικονομικής βάσης. Η ενίσχυση του πρωτογενούς τομέα, η Ψηφιοποίηση και η Πράσινη Ανάπτυξη αποτελούν κοινούς παρονομαστές στις οικονομικές προτάσεις που διατυπώνονται δημόσια.
Είναι θεμιτό ο καθένας να έχει τις δικές του πολιτικές πεποιθήσεις ανάλογα με το πού πρόσκειται πολιτικά. Θεωρίες του παρελθόντος που αποδείχτηκαν μη εφαρμόσιμες και λάθη που οδήγησαν τη χώρα στην ύφεση πρέπει να αποφευχθούν.
Την ίδια στιγμή είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι οι δημοσιονομικές πολιτικές πρέπει να συνάδουν με τις ευρωπαϊκές οδηγίες και το δημοσιονομικό σύμφωνο, ενώ το χρηματοπιστωτικό σύστημα εποπτεύεται κεντρικά από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Ενώ η κυπριακή οικονομία παρουσιάζεται, προς το παρόν, ανθεκτική, πυκνώνουν οι αναλύσεις ότι η παγκόσμια οικονομία μπαίνει σε μια περίοδο ύφεσης (χαρακτηριστική είναι η ανάλυση της Citi που κάνει αναφορά για την όγδοη ύφεση της κερδοφορίας των εταιρειών διεθνώς στα τελευταία πενήντα χρόνια).
Διαφέρει η θεωρία από την πράξη
Πολλές φορές η θεωρία από την πράξη είναι διαφορετική. Για παράδειγμα αποτελεί παράδοξο το ότι ζούμε σε ένα περιβάλλον υψηλών επιτοκίων και υψηλού πληθωρισμού. Επιπλέον οποιοσδήποτε οικονομικός σχεδιασμός πρέπει να παρουσιάζει δυναμική και να έχει τη δυνατότητα τροποποιήσεων σε σύντομο χρονικό διάστημα. Τα τελευταία χρόνια με την εξάπλωση του ιού και το ουκρανικό ζήτημα, είναι ξεκάθαρο ότι οι οικονομίες και οι κυβερνήσεις καλούνται να λειτουργήσουν σε ένα δύσκολο και συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον.
Αυτό καταδεικνύει την αναγκαιότητα ισχυροποίησης της οικονομικής βάσης, μακριά από παλληκαρισμούς που έχουμε δει στο παρελθόν. Η οικονομία πρέπει να διευκολύνει τις παραγωγικές δυνάμεις να παραγάγουν και να ενισχύουν το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της χώρας, μέσα από σωστές πρακτικές όσον αφορά τις διαδικασίες και τον σεβασμό στους εργαζομένους.
Το σημαντικό είναι να μεγαλώσει η «πίτα» και ο ανταγωνισμός να μην αφορά μόνο την εγχώρια οικονομία. Η διεύρυνση του ΑΕΠ της χώρας μόνο θετικά αποτελέσματα θα έχει για τους πολίτες, οπότε πέραν από το «συστάρισμα» των εσωτερικών θεμάτων είναι σημαντικό να βρεθούν οι τρόποι προώθησης της οικονομίας στο εξωτερικό.
Πρέπει να προσαρμοζόμαστε για να διασφαλίσουμε ισχυρή οικονομία
Με τον ρυθμό που κινείται η παγκόσμια οικονομία και την παγκοσμιοποίηση, οποιαδήποτε αδυναμία προσαρμογής γρήγορα στα νέα δεδομένα θα οδηγήσει σε σοβαρά προβλήματα. Διατήρηση της ανταγωνιστικότητας, διευκόλυνση και αμεσότητα στις διαδικασίες που αφορούν το δημόσιο και ενίσχυση του Κράτους Δικαίου είναι από τις σημαντικότερες παραμέτρους (δεν μπορεί μια εμπορική διαφορά να δικάζεται σε βάθος χρόνου κρατώντας δεσμευμένες τις δύο πλευρές).
Είναι αυτονόητο ότι ο κάθε ηγέτης θέλει το καλύτερο για τον λαό του. Βασική προϋπόθεση είναι η παρουσία μιας ισχυρής οικονομίας. Οποιεσδήποτε πολιτικές που θα προωθηθούν δεν πρέπει να πνίγουν την επιχειρηματικότητα αλλά αντίθετα να την ενισχύουν, μέσα από ένα πλαίσιο ελέγχου και λογοδοσίας, που δεν θα αποτελεί εμπόδιο για την ανάπτυξη.
Από εκεί και πέρα είναι σημαντικό να υπάρξει ένα Κράτος Δικαίου, με γρήγορες διαδικασίες και έλεγχο ώστε να διασφαλίζεται η αξιοποίηση και του τελευταίου ευρώ για αυτούς που έχουν ανάγκη. Ασυγκράτητη παροχολογία θα οδηγήσει σε δύσκολα μονοπάτια.
Η διατήρηση του πληθωρισμού σε υψηλά επίπεδα σε συνδυασμό με την αύξηση των επιτοκίων, που αποφασίζονται με επιθετικό τρόπο από τις Κεντρικές Τράπεζες, περιορίζουν το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών και την αγοραστική τους δύναμη. Ως εκ τούτου, ενισχύονται οι συζητήσεις για τη λήψη μέτρων ενίσχυσης των εισοδημάτων, είτε με συγκεκριμένα μέτρα ή μέσω της τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των μισθών.
Οι συζητήσεις γίνονται ακόμη εντονότερες λαμβάνοντας υπόψη ότι η κυπριακή οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί με ρυθμό κοντά στο 6% το 2022 (φυσικά θα ήταν καλό η σύγκριση να μη γινόταν μόνο με πέρσι και πρόπερσι, όπου η βάση λόγω πανδημίας ήταν περιορισμένη), άρα κάποιος μπορεί να συμπεράνει ότι υπάρχουν δυνατότητες για παραχωρήσεις από επιχειρήσεις, την κυβέρνηση και γενικότερα όσους συμμετέχουν στην αγορά.
Υπενθυμίζεται ότι, αρκετά μέτρα που αποσκοπούσαν στη μείωση του διοικητικού κόστους και στη διασύνδεση των μισθών με την παραγωγικότητα λήφθηκαν τα τελευταία χρόνια, ειδικότερα μετά την εφαρμογή του Μνημονίου. Δυστυχώς, οι τωρινές συνθήκες στην οικονομία δημιουργούν σημαντικές πιέσεις στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις, οπότε αναζητούνται λύσεις.
Οι προτάσεις περί οικονομίας πρέπει να διέπονται από βασικές αρχές
Οποιεσδήποτε προτάσεις αφορούν τα πιο πάνω πρέπει να διέπονται από τις εξής βασικές αρχές: να μην οδηγήσουν σε εκτροχιασμό τα δημόσια οικονομικά, να προωθούν την κοινωνική δικαιοσύνη, να μη δημιουργούν ασύμφορο κόστος στις επιχειρήσεις οδηγώντας τες σε περιορισμό των δραστηριοτήτων τους, οποιεσδήποτε αυξήσεις να συνδέονται και με την αντίστοιχη αύξηση της παραγωγής και να μην αλλοιώνονται οι ιεραρχίες, οι διοικητικές και οργανικές δομές στους οργανισμούς και στις επιχειρήσεις.
Μεγάλο ζητούμενο όσον αφορά το Ταμείο Αλληλεγγύης είναι η διασφάλιση της μεγαλύτερης δυνατής άντλησης πόρων για ενίσχυση των παραγωγικών δυνάμεων του τόπου και η μεγέθυνση του πολλαπλασιαστικού χαρακτήρα των μέτρων. Το τελευταίο θα γίνει μόνο αν υπάρχει πλήρης συνεννόηση με τους παράγοντες της αγοράς και της κοινωνίας, ώστε να προσαρμόσουν τα μοντέλα και τις πολιτικές τους στις Δράσεις του προγράμματος.
Σημαντικό κομμάτι σε αυτή την προσπάθεια είναι η αφομοίωση των οποιωνδήποτε αλλαγών από την κοινωνία και τους πολίτες ώστε να στηρίξουν τις μεταρρυθμίσεις. Πέραν της τοπικής κοινωνίας, η δημιουργία ενός ευέλικτου επιχειρηματικού περιβάλλοντος και η ενίσχυση των δημόσιων υπηρεσιών αναμένεται να προσελκύσουν ξένους επιχειρηματίες, οι οποίοι είτε θέλουν να δραστηριοποιηθούν μέσω Κύπρου ή να δημιουργήσουν την έδρα τους στη χώρα.
Οποιεσδήποτε αλλαγές και κίνητρα που παρέχονται πρέπει να υιοθετούν και μηχανισμούς ελέγχου και λογοδοσίας, χωρίς όμως αυτό να αναιρεί το ίδιο το μέτρο και να προκαλεί ασύμμετρες καθυστερήσεις. Ο εκσυγχρονισμός των μηχανισμών ελέγχου μέσα από την τεχνολογική αναβάθμιση θα προσδώσει ταχύτητα και αποδοτικότητα στις διαδικασίες.
Πρέπει απαραίτητα να υπάρξει αξιολόγηση των ανθρώπινων και άλλων πόρων της χώρας, να αναλυθούν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και οι ευκαιρίες που δημιουργούνται. Απαιτούνται συγκεκριμένες ενέργειες και υλοποιήσιμοι σχεδιασμοί.
*Οικονομολόγος