Η έκρηξη στο εργοστάσιο του Τσέρνομπιλ το 1986 επιβράδυνε την ανάπτυξη πυρηνικών έργων στην Ανατολική Ευρώπη, ενώ στη συνέχεια η πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων περιόρισε το ενδιαφέρον γι αυτά.
Τώρα, καθώς η δυτική πλευρά της Γηραιάς Ηπείρου επικεντρώνεται στην αναβάθμιση ή την αντικατάσταση των παλαιών αντιδραστήρων, η ανατολική ενώνεται πίσω από τη μεγαλύτερη προσπάθεια για νέα δυναμικότητα. Το ερώτημα, ωστόσο, είναι το ποιος θα πληρώσει γι’ αυτό και πόσο από αυτό το σχέδιο θα γίνει πραγματικότητα.
Από την Τσεχία μέχρι τη Ρουμανία, τα έθνη καταρτίζουν σχέδια για αυτό που ορισμένοι έχουν αποκαλέσει «το μεγαλύτερο έργο του αιώνα». Θέλουν να κατασκευάσουν τουλάχιστον δώδεκα νέες πυρηνικές μονάδες με προϋπολογισμό σχεδόν 130 δισ. ευρώ, με βάση τις τελευταίες προβλέψεις που συγκέντρωσε το Bloomberg. Η πρώτη θα μπορούσε να τεθεί σε λειτουργία μέσα σε μια δεκαετία.
Τα πρώην κομμουνιστικά κράτη κληρονόμησαν σε μεγάλο βαθμό τις υφιστάμενες μονάδες που τέθηκαν σε λειτουργία τις δεκαετίες του 1970 και του 1980. Ωστόσο, αυτά υπολειτουργούν. Οι κυβερνήσεις έχουν αξιοποιήσει την πολιτική στήριξη για νέες εγκαταστάσεις, καθώς οι χώρες αντιμετωπίζουν την πίεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη μετάβαση στην πράσινη ενέργεια και αφού τα έθνη αναγκάστηκαν να απεξαρτηθούν από το φθηνότερο ρωσικό φυσικό αέριο.
Η πρόκληση έγκειται στο ότι οι χώρες δεν διαθέτουν τη μηχανική τεχνογνωσία και δυσκολεύονται να χρηματοδοτήσουν το εύρος των φιλοδοξιών τους, σύμφωνα με αξιωματούχους. Επειδή κανένας ιδιώτης επενδυτής δεν θα αναλάβει μόνος του το ρίσκο της κατασκευής μιας νέας μονάδας, οι κυβερνήσεις πρέπει να παρέμβουν. Βασικό ρόλο θα παίξουν οι επιδοτήσεις της Ε.Ε., ωστόσο θα υπάρξει ανταγωνισμός και για αυτά τα κεφάλαια.
«Η χρηματοδότηση είναι μακράν το πιο σημαντικό ζήτημα», δήλωσε ο οικονομολόγος του Οργανισμού Πυρηνικής Ενέργειας, Γιαν Χορστ Κέπλερ, σε μια αίθουσα γεμάτη από στελέχη ενεργειακών εταιρειών της Ανατολικής Ευρώπης σε μια συνάντηση στην Πράγα τον Ιούνιο.
Εν τω μεταξύ, η εικόνα στη Δυτική Ευρώπη είναι ανάμεικτη. Το Βέλγιο και η Ισπανία, για παράδειγμα, σχεδιάζουν να καταργήσουν σταδιακά την πυρηνική ενέργεια, αν και το χρονοδιάγραμμα έχει μετατεθεί λόγω της ανησυχίας για τον ενεργειακό εφοδιασμό μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Άλλοι είναι αμετακίνητοι. Η Αυστρία απέρριψε την πυρηνική ενέργεια σε δημοψήφισμα του 1978. Η Γερμανία ακύρωσε τα πλάνα της για κατασκευή νέων μονάδων μετά το πυρηνικό δυστύχημα στη Φουκουσίμα το 2011.
Το Βέλγιο, η Γαλλία, η Φινλανδία και η Σουηδία συνεχίζουν να παράγουν τουλάχιστον το ένα τρίτο των αναγκών τους σε ενέργεια από πυρηνικούς αντιδραστήρες. Ο νεότερος αντιδραστήρας στην Ε.Ε.,Olkiluoto 3 στη Φινλανδία, ξεκίνησε να παράγει ενέργεια πέρυσι. Η τελευταία προσθήκη στη Γαλλία, ο Flamanville-3 EPR, θα αρχίσει να παράγει ηλεκτρική ενέργεια αυτό το καλοκαίρι.
Ενώ οι κυβερνητικές επιδοτήσεις για να ξεκινήσουν οι νέοι αντιδραστήρες θα λάβουν σχεδόν σίγουρα την έγκριση της Ε.Ε., η κλίμακά τους προκαλεί ανησυχίες. Για παράδειγμα η Πολωνία, στην ενεργειακή παραγωγή της οποίας κυριαρχούσε επί μακρόν ο άνθρακας.
Η κυβέρνηση της χώρας παραμένει εγκλωβισμένη σε διαπραγματεύσεις σχετικά με τον τρόπο χρηματοδότησης των αντιδραστήρων της Westinghouse Electric Co. που προορίζονται για το πρώτο της εργοστάσιο, το κόστος των οποίων μπορεί να ξεπεράσει τα 30 δισεκατομμύρια δολάρια, ένα ποσό που ισοδυναμεί με ολόκληρο τον αμυντικό προϋπολογισμό της χώρας για το 2023 ή με το 3,9% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος.
«Η πυρηνική ενέργεια είναι διαφορετική από άλλες πηγές ηλεκτρικής ενέργειας», δήλωσε ο Μαρτσίν Καμίνσκι, της Polskie Elektrownie Jadrowe. «Υπάρχει τεράστια ανάγκη για κρατική συμμετοχή».
Οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης δεν αναμένεται να δεχτούν επενδυτικές αποφάσεις σύντομα. Περιμένουν την έγκριση της Ε.Ε. για την περίοδο 2028-2034 η οποία πιθανότατα θα λάβει χώρα τον ερχόμενο Ιούνιο. Σημειωτέον πως τα σχέδια της Ένωσης για την πράσινη ενέργεια συμπεριλαμβάνουν την πυρηνική ενέργεια.
Η Πολωνία θα μπορούσε να εξετάσει μια παρόμοια συμφωνία κρατικής επιδότησης με αυτήν που χρησιμοποιείται από την Electricite de France SA και την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου για τα έργα τους. Από την πλευρά της, η Ρουμανία δημιουργεί ένα επενδυτικό όχημα ειδικού σκοπού και εξετάζει το συνδυασμό πράσινων ομολόγων, κρατικών δανείων και συμβάσεων επί της διαφοράς.
Οι Τσέχοι, εν τω μεταξύ, θα αποφασίσουν μέχρι το τέλος Αυγούστου ποια εταιρεία θα γίνει προμηθευτής τουλάχιστον ενός αντιδραστήρα. Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας και Εμπορίου, Τόμας Έλερ, δήλωσε κατά τη διάρκεια της συνάντησης του Ιουνίου στην Πράγα ότι «δεν υπάρχει ανταγωνιστική προσφορά χρηματοδότησης» και ότι τα κρατικά δάνεια είναι πιθανό να καλύψουν το 90% του κόστους.
Ο ευρωπαϊκός κλάδος έρχεται σε αντίθεση με το κρατικό μοντέλο στην Κίνα και τη Ρωσία, οι οποίες κατασκευάζουν μόνες τους τους περισσότερους αντιδραστήρες. Τα ευρωπαϊκά πυρηνικά έργα είναι επίσης διαβόητα για τις καθυστερήσεις στην κατασκευή τους και την αύξηση του αναμενόμενου κόστους τους. Στη Σλοβακία, για παράδειγμα, μια νέα μονάδα στην τοποθεσία Mochovce καθυστέρησε μια δεκαετία και κόστισε διπλάσια από τα προβλεπόμενα 2 δισεκατομμύρια ευρώ.
Ο πρώτος αντιδραστήρας της περιοχής κατασκευάστηκε στη Σλοβακία (πρώην Τσεχοσλοβακία) και τέθηκε σε εμπορική λειτουργία το 1972. Ενώ η γειτονική Αυστρία απέφυγε την πυρηνική ενέργεια, η Σλοβακία διατήρησε τόσο τη δημόσια όσο και την πολιτική στήριξη.
Προς το παρόν, οι μόνοι νέοι πυρηνικοί σταθμοί παραγωγής ενέργειας εντός της Ε.Ε. που κατασκευάζονται είναι αυτός στη Σλοβακία και ένας νότια στην Ουγγαρία, όπου η Ρωσία χρηματοδοτεί την κατασκευή του πυρηνικού σταθμού Paks II από τη Rosatom Corp., η οποία είναι και η κυρίαρχη προμηθευτής πυρηνικών καυσίμων στον κόσμο.
Αν και ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν είναι σύμμαχος του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν, η Rosatom έχει διαγραφεί από τον κατάλογο των πιθανών μελλοντικών προμηθευτών σε άλλες χώρες, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία.
Πηγή: newmoney.gr
Διαβάστε επίσης: Samsung: Οι Κινέζοι «στοκάρουν» τσιπ μνήμης υψηλής τεχνολογίας