Μπορεί ο ρόλος του Χρηματοοικονομικού Επιτρόπου σε πολλούς να έχει ταυτιστεί με τις εκποιήσεις , αλλά είναι αρκετά πιο ευρύς και δεν αφορά μόνο τις τράπεζες.
Αυτό θέλησε να καταγράψει σήμερα η Χρηματοοικονομικός Επίτροπος Βαλεντίνα Γεωργιάδου μιλώντας στην εκπομπή «Μεσημέρι και Κάτι» της τηλεόρασης του Σίγμα, δίδοντας διευκρινίσεις καθώς όπως εξήγησε μετά τις αλλαγές στην νομοθεσία που τέθηκαν σε ισχύ πέρσι επικρατεί μια σύγχυση στον κόσμο, αν και με αυτές διερευνήθηκε ο ρόλος του Γραφείου της
Σε σχέση με τις εκποιήσεις η κ. Γεωργιάδου διευκρίνισε αρχικά πως ο Επίτροπος δεν έχει δικαιοδοσία να αναστέλλει εκποιήσεις. Εξήγησε πως η δικαιοδοσία που έχει ο Χρηματοοικονομικός Επίτροπος στο πλαίσιο διαδικασίας εκποίησης είναι η επαλήθευση του υπολοίπου σε περιπτώσεις που η κύρια κατοικία είναι κάτω των 350 χιλιάδων ευρώ – και προφανώς εφόσον το υπόλοιπο αμφισβητηθεί.
Εντούτοις, επειδή όπως είπε η κ. Γεωργιάδου «πρέπει να τιμούμε τη θέση την οποία έχουμε και το ρόλο και τον σκοπό αυτού του Φορέα εμείς δεχόμαστε αιτήματα από τον κόσμο και όπου υπάρχει πραγματικά και τεκμηριωμένα η πρόθεση για αναστολή οποιασδήποτε εκποίησης με μια εισήγηση για ρύθμιση».
Κληθείσα, πάντως, να σχολιάσει κατά πόσο από την εμπειρία της γίνονται εκποιήσεις κύριας κατοικίας ανέφερε πως συνήθως οι περιπτώσεις που προχωρούν σε εκποίηση κύριας κατοικίας αφορούν τις περισσότερες φορές κατοικίες μεγάλης αξίας.
Όμως, συμπλήρωσε, «υπάρχουν και περιπτώσεις οι οποίες είναι κύριες κατοικίες μιας λογικής αξίας και είναι περιπτώσεις για τις οποίες δεν υπάρχει ούτε οποιαδήποτε άλλο περιουσιακό στοιχείο στη διάθεση του ενυπόθηκου οφειλέτη». Για τις τελευταίες, η Επίτροπος κάλεσε τις τράπεζες και τις εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων «να δείχνουν και λίγο το κοινωνικό αίσθημα και ευθύνη που πρέπει να έχουν».
Παράπονα και διαμεσολαβητές
Γενικότερα για το ρόλο του Γραφείου της και του Φορέα Εξώδικης Επίλυσης Διαφορών Χρηματοοικονομικής Φύσης είπε πως δέχεται παράπονα εναντίον τραπεζών, εταιρειών εξαγοράς πιστώσεων, ασφαλιστικών εταιρειών και επενδυτικών εταιρειών.
Ο Επίτροπος, είπε, δεν επιλαμβάνεται παράπονα μόνο εναντίον τραπεζών και εταιρειών εξαγοράς πιστώσεων αλλά έχει ευρύ φάσμα για οποιαδήποτε χρηματοοικονομική διαφορά. Διευκρίνισε, περαιτέρω πως οι περιπτώσεις που έχουν να κάνουν με πιθανές υπερχρεώσεις σε δάνεια, δεν εξετάζονται μόνο για δανειακές συμβάσεις που έχουν καταστεί μη εξυπηρετούμενες.
Μία καταχρηστική ρήτρα μπορεί να αφορά και εξυπηρετούμενα δάνεια, είπε, καλώντας τους πολίτες εφόσον έχουν παράπονα και αμφιβολίες, ακόμα και εάν τα δάνεια τους εξυπηρετούνται, να προχωρούν στην υποβολή τους.
Ακολούθως εξήγησε πως μια άλλη δικαιοδοσία του Επιτρόπου είναι αυτή της διαμεσολάβησης, αναφέροντας πως σε περιπτώσεις που υπάρχουν καθυστερήσεις σε μια δανειακή υποχρέωση, υπάρχει το δικαίωμα να υποβληθεί αίτηση για να διορίσει ο Επίτροπος διαμεσολαβητή με σκοπό την αναδιάρθρωση.
Η Επίτροπος σημείωσε πως πρόκειται για μια πολύ σύντομη σχετικά διαδικασία η οποία όμως βοηθά αρκετά τους δανειολήπτες να έρθουν σε μια βιώσιμη λύση με το αδειοδοτημένο ίδρυμα.
Εξήγησε πως οι αναφορές της την Δευτέρα στη Βουλή, κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού του Γραφείου της, για την ανάγκη άρσης κάποιων περιορισμών αφορούσαν ακριβώς την πιο πάνω διαδικασία.
Δυστυχώς, όπως είπε, το 2023 με τις αλλαγές για διεύρυνση των αρμοδιοτήτων μας «πέραν του ότι σε αυτές τις περιπτώσεις (σ.σ. για διορισμό διαμεσολαβητή) η δανειακή σύμβαση πρέπει να έχει αρχική αξία κάτω των 350 χιλ. προστέθηκε ο περιορισμός η ενυπόθηκη εξασφάλιση να είναι πάλι κύρια κατοικία κάτω των 350 χιλ. ή επαγγελματική στέγη κάτω των 750 χιλ. ευρώ». Είπε ότι αυτός ο περιορισμός που έχει να κάνει με την αξία πρέπει να αρθεί γιατί περιόρισε πολύ τον αριθμό αιτήσεων για διορισμό διαμεσολαβητή στο γραφείο της.
Η ίδια διευκρίνισε περαιτέρω πως η Επίτροπος προτείνει αλλαγή και όσον αφορά περιπτώσεις επαλήθευσης ποσών και υπολοίπων από το Γραφείο της για περιπτώσεις που βρίσκονται σε διαδικασία εκποίησης. Αυτό που προτείνεται, είπε, είναι για περιπτώσεις για τις οποίες εκδίδεται απόφαση που γίνεται δεκτή από τις δύο πλευρές και εφόσον για αυτές έχει καθοριστεί ημερομηνία εκποίησης , να δίδεται ένας εύλογος χρόνος δύο μηνών προκειμένου τα δύο μέρη να καταλήξουν σε μια συμφωνία ρύθμισης για εξόφληση του συγκεκριμένου ποσού. Όπως είναι σήμερα ο νόμος, υπέδειξε, όταν καταλήγει ο Επίτροπος σε επαλήθευση των ποσών αυτό πρέπει να καταβληθεί μέχρι την ημερομηνία της εκποίησης και «αντιλαμβάνεστε ότι αυτό είναι πολύ δύσκολο».