Οι πρόσφατοι ισχυρισμοί της DeepSeek ότι μπορεί να μειώσει σημαντικά την κατανάλωση ενέργειας της τεχνητής νοημοσύνης είναι μόνο ένας από τους πολλούς λόγους για τους οποίους η ενεργειακή βιομηχανία πρέπει να επανεξετάσει τις προβλέψεις της για τη μελλοντική ζήτηση.
Σε μια εκτενή ανάλυση με περισσότερα από 200 διαγράμματα, ο ειδικός στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, Νατ Μπούλαρντ, παρουσιάζει μια σειρά από μη αναμενόμενους παράγοντες που επηρεάζουν τις εκτιμήσεις για την απεξάρτηση από τον άνθρακα, όπως η ανάπτυξη της γενετικής τεχνητής νοημοσύνης και τα νέα φάρμακα για τον διαβήτη, που μπορούν να μειώσουν την κατανάλωση τροφίμων.
Σύμφωνα με τον Μπούλαρντ, σύμβουλο και συνιδρυτή της πλατφόρμας ενεργειακών πληροφοριών Halcyon, ο δρόμος προς την επίτευξη μηδενικών εκπομπών καθίσταται ολοένα και πιο περίπλοκος. Παρότι το 2024 ήταν χρονιά ρεκόρ για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, παράλληλα και η ζήτηση για άνθρακα και φυσικό αέριο αυξήθηκε.
«Καίμε περισσότερα ορυκτά καύσιμα και εκπέμπουμε περισσότερο CO₂ από ποτέ», τονίζει. «Την ίδια στιγμή, παράγουμε και εγκαθιστούμε περισσότερα αιολικά και ηλιακά πάρκα, καθώς και μπαταρίες, από ποτέ. Είναι μια περίπλοκη στιγμή».
Η ενεργειακή ζήτηση αυξάνεται
Αν και η παγκόσμια ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας αναμένεται να αυξηθεί τα επόμενα χρόνια, μόνο ένα μικρό ποσοστό της προβλέπεται να χρησιμοποιηθεί για την τροφοδοσία της τεχνητής νοημοσύνης. Σύμφωνα με έκθεση του διεθνούς οργανισμού ενέργειας (IEA) τον Οκτώβριο του 2023, τα κέντρα δεδομένων διαδραματίζουν περιορισμένο ρόλο στην αύξηση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ 2023 και 2030.
Παρόλα αυτά, ο τομέας αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις. Στις ΗΠΑ, η αναμονή για τη σύνδεση νέων ενεργειακών έργων στο δίκτυο αυξήθηκε κατά 30% μεταξύ 2022 και 2023, ενώ ο μέσος χρόνος αναμονής έχει τριπλασιαστεί τα τελευταία 20 χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι οι νέες καθαρές πηγές ενέργειας δεν μπαίνουν στο δίκτυο αρκετά γρήγορα, δημιουργώντας εμπόδια στη μετάβαση προς τις ανανεώσιμες πηγές.
Τα κέντρα δεδομένων σε ΗΠΑ και Ευρώπη καταναλώνουν τεράστιες ποσότητες ενέργειας, εγείροντας ανησυχίες για το αποτύπωμά τους στο κλίμα. Για παράδειγμα, η Βιρτζίνια, όπου λειτουργούν περισσότερα από 300 κέντρα δεδομένων, είδε τον κλάδο να αντιπροσωπεύει το 25% της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας το 2023, ενώ στην Ιρλανδία, τα data centers καταναλώνουν περισσότερη ενέργεια από τα αστικά νοικοκυριά.
Αυτό, ωστόσο, ενδέχεται να αλλάξει. Η κινεζική AI startup DeepSeek υποστηρίζει ότι τα ανοιχτού κώδικα μοντέλα της απαιτούν μόνο ένα κλάσμα του χρόνου εκπαίδευσης σε σχέση με τα αντίστοιχα αμερικανικά.
Ο Μπούλαρντ εκτιμά ότι αυτή η εξέλιξη θα μπορούσε να οδηγήσει σε υπερπροσφορά υποδομών, όπως μονάδες παραγωγής ενέργειας και κέντρα δεδομένων στις ΗΠΑ. «Χτίζουμε υποδομές με βάση κύκλους άνθησης και ύφεσης» σημειώνει. «Με τα νέα δεδομένα της DeepSeek, αυτό μπορεί να είναι η μοίρα και της σημερινής έκρηξης κατασκευής κέντρων δεδομένων».
Φάρμακα που μπορούν να μειώσουν τη ζήτηση πετρελαίου
Σύμφωνα με το Bloomberg, μελέτες δείχνουν ότι καταναλωτές που ξεκίνησαν αγωγή με φάρμακα όπως τα Ozempic και Wegovy μείωσαν την κατανάλωση πατατακίων και αλμυρών σνακ κατά 11% σε έξι μήνες. Παράλληλα, η αγορά τυριού μειώθηκε κατά 7,2% και η κατανάλωση κρέατος κατά 5,8%. Αυτές οι αλλαγές μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά τη ζήτηση για γεωργικά προϊόντα όπως το καλαμπόκι και η σόγια.
Ο Μπούλαρντ επισημαίνει ότι αν οι άνθρωποι αρχίσουν να καταναλώνουν 10% λιγότερα λιπαρά και ζάχαρη, το ερώτημα που τίθεται είναι: «Πού πηγαίνουν αυτές οι περιττές θερμίδες». Δύο πιθανές απαντήσεις είναι τα βιοκαύσιμα και τα βιοπλαστικά, που παράγονται από γεωργικά προϊόντα. Μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να μειώσει τη ζήτηση πετρελαίου.
Η Κίνα κυριαρχεί στην ηλεκτροκίνηση
Η Κίνα παράγει πλέον σχεδόν το 40% των επιβατικών αυτοκινήτων παγκοσμίως, έναντι μόλις 3,5% το 2000. Η BYD και η Geely πλημμυρίζουν τις αναδυόμενες αγορές με οικονομικά ηλεκτρικά οχήματα, κερδίζοντας έδαφος εις βάρος παραδοσιακών αυτοκινητοβιομηχανιών όπως η Toyota, που άργησε να στραφεί στην ηλεκτροκίνηση. Η πτώση των τιμών των μπαταριών λιθίου – στα 115 δολάρια ανά κιλοβατώρα το 2024– επιταχύνει αυτή τη μετάβαση.
Ωστόσο, ο Μπούλαρντ προειδοποιεί για μια πιθανή υπερπροσφορά, καθώς η παραγωγή μπαταριών αναμένεται να ξεπεράσει τη ζήτηση μέχρι το τέλος της δεκαετίας. «Αν δεν υπάρχει αγορά για μεταχειρισμένα EVs από την Ευρώπη στη Δυτική Αφρική, τι θα συμβεί με όλες αυτές τις μπαταρίες; Θα ανακυκλωθούν ή θα επαναχρησιμοποιηθούν»;
Η στροφή της Wall Street
Παρά τη συνεχιζόμενη ανάπτυξη της πράσινης χρηματοδότησης, η δημόσια ρητορική της Wall Street δείχνει ότι οι επενδύσεις στην ενεργειακή μετάβαση έχουν επιβραδυνθεί. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ετήσια επιστολή του CEO της BlackRock, Λάρι Φινκ, προς τους επενδυτές. Το 2020, όροι όπως «κλίμα», «ESG» και «βιωσιμότητα» εμφανίζονταν 46 φορές.
Όμως, μετά τις επιθέσεις και τις νομικές ενέργειες κατά της BlackRock από πολιτείες των ΗΠΑ όπως το Τέξας, ο Φινκ απέφυγε να αναφερθεί εκτενώς στο θέμα. «Ο Λάρι Φινκ μιλούσε εκτενώς για το ESG. Τώρα, όχι πια,» σημειώνει ο Μπούλαρντ.
Πηγή: newmoney.gr
Διαβάστε επίσης: Οι δασμοί Τραμπ και η Βραζιλία ανεβάζουν τις τιμές του καφέ