Oι Ηνωμένες Πολιτείες προσέθεσαν δεκάδες κινεζικές τεχνολογικές εταιρείες στη μαύρη λίστα εξαγωγών, στην πρώτη τέτοια ενέργεια υπό την κυβέρνηση του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, εντείνοντας τις προσπάθειές τους για να περιορίσουν τις δυνατότητες της Κίνας στην τεχνητή νοημοσύνη και την προηγμένη υπολογιστική τεχνολογία.
Το Γραφείο Βιομηχανίας και Ασφάλειας του Υπουργείου Εμπορίου των ΗΠΑ προσέθεσε 80 οργανισμούς στη λεγόμενη “λίστα οντοτήτων” (“entity list”), εκ των οποίων περισσότεροι από 50 προέρχονται από την Κίνα, απαγορεύοντας σε αμερικανικές εταιρείες να τους προμηθεύουν χωρίς ειδική κυβερνητική άδεια.
Σύμφωνα με την υπηρεσία, οι εταιρείες προστέθηκαν στη λίστα λόγω δραστηριότητας που θεωρείται αντίθετη με τα εθνικά συμφέροντα ασφαλείας και εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, στο πλαίσιο των προσπαθειών για περαιτέρω περιορισμό της πρόσβασης του Πεκίνου σε τεχνολογία υπεραποδοτικής υπολογιστικής ισχύος (exascale computing), που επιτρέπει την επεξεργασία τεράστιου όγκου δεδομένων με πολύ υψηλές ταχύτητες, καθώς και σε τεχνολογίες κβαντικής υπολογιστικής.
Δεκάδες κινεζικές εταιρείες στοχοποιήθηκαν λόγω της φερόμενης εμπλοκής τους στην ανάπτυξη προηγμένων τεχνολογιών τεχνητής νοημοσύνης, υπερυπολογιστών και εξειδικευμένων μικροτσίπ υψηλής απόδοσης για στρατιωτική χρήση, σύμφωνα με το Υπουργείο Εμπορίου. Δύο από τις εταιρείες παρείχαν εξοπλισμό σε οντότητες όπως η Huawei και ο θυγατρικός της κατασκευαστής τσιπ, HiSilicon.
Συνολικά 27 κινεζικές εταιρείες μπήκαν στη λίστα επειδή φέρονται να απέκτησαν προϊόντα αμερικανικής προέλευσης για να υποστηρίξουν τον εκσυγχρονισμό του κινεζικού στρατού, ενώ άλλες επτά επειδή συνέβαλαν στην ενίσχυση των δυνατοτήτων της Κίνας στην κβαντική τεχνολογία.
Μεταξύ των οργανισμών που προστέθηκαν περιλαμβάνονται και έξι θυγατρικές της κινεζικής εταιρείας cloud, Inspur Group, η οποία είχε ήδη συμπεριληφθεί στη μαύρη λίστα επί της κυβέρνησης Τζο Μπάιντεν το 2023.
«Οι νέες προσθήκες διευρύνουν ακόμη περισσότερο το δίχτυ ελέγχου, στοχεύοντας τρίτες χώρες, σημεία διαμετακόμισης και ενδιάμεσους φορείς», δήλωσε ο Άλεξ Κάπρι, ανώτερος λέκτορας στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Σιγκαπούρης και συγγραφέας του βιβλίου “Techno-Nationalism: How it’s reshaping trade, geopolitics and society”.
Ο Κάπρι επισήμανε πως κινεζικές εταιρείες έχουν καταφέρει να αποκτήσουν πρόσβαση σε στρατηγικές τεχνολογίες διπλής χρήσης των ΗΠΑ μέσω ορισμένων τρίτων μερών, εκμεταλλευόμενες νομικά “παραθυράκια” που τους επιτρέπουν να παρακάμπτουν τους περιορισμούς.
«Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι θα συνεχίσουν να εντείνουν τις επιχειρήσεις εντοπισμού και ανίχνευσης για την αποτροπή λαθρεμπορίου προηγμένων μικροτσίπ που κατασκευάζονται από τις Nvidia και AMD», πρόσθεσε.
Οι εκτεταμένοι περιορισμοί εξαγωγών επιβάλλονται σε μια περίοδο αυξανόμενων εντάσεων μεταξύ Ουάσινγκτον και Πεκίνου, καθώς η κυβέρνηση Τραμπ αυξάνει τους δασμούς κατά της Κίνας.
Η ταχεία άνοδος της κινεζικής startup τεχνητής νοημοσύνης DeepSeek έχει ενισχύσει την υιοθέτηση μοντέλων ανοικτού κώδικα και χαμηλού κόστους στην Κίνα, προκαλώντας πίεση στους Αμερικανούς ανταγωνιστές που βασίζονται σε ακριβότερα, ιδιόκτητα μοντέλα.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν είχε επιβάλει ελέγχους εξαγωγών κατά της Κίνας, καλύπτοντας τα πάντα — από ημιαγωγούς έως υπερυπολογιστές — στο πλαίσιο της στρατηγικής «μικρή αυλή, ψηλός φράχτης» (“small yard, high fence”). Η προσέγγιση αυτή στοχεύει στον περιορισμό ενός μικρού αριθμού τεχνολογιών με σημαντικό στρατιωτικό δυναμικό, διατηρώντας ταυτόχρονα κανονικές οικονομικές σχέσεις σε άλλους τομείς. Ο Υφυπουργός Εμπορίου για τη Βιομηχανία και την Ασφάλεια, Τζέφρι Ι. Κέσλερ, δήλωσε πως η υπηρεσία του «στέλνει ένα σαφές και ηχηρό μήνυμα» ότι η κυβέρνηση Τραμπ θα αποτρέψει τη χρήση αμερικανικής τεχνολογίας για «υπολογιστικά συστήματα υψηλής απόδοσης, υπερηχητικούς πυραύλους, εκπαίδευση στρατιωτικών αεροσκαφών και μη επανδρωμένα αεροσκάφη (UAVs) που απειλούν την εθνική μας ασφάλεια».
«Η λίστα οντοτήτων είναι ένα από τα πολλά ισχυρά εργαλεία που διαθέτουμε για να εντοπίζουμε και να αποκόπτουμε ξένους αντιπάλους που επιδιώκουν να εκμεταλλευτούν την αμερικανική τεχνολογία για κακόβουλους σκοπούς», πρόσθεσε. Η Inspur Group και η Huawei δεν απάντησαν άμεσα στα αιτήματα του CNBC για σχόλιο.
Πηγή: newmoney.gr
Διαβάστε επίσης: ΕΚΤ: Καμία δέσμευση για νέες κινήσεις στα επιτόκια τον Απρίλιο