Δημοσιονομικούς κινδύνους από ΑΤΑ και ΚΕΔΙΠΕΣ εντοπίζει η Κομισιόν

Η Κομισιόν στις θερινές προβλέψεις της για την κυπριακή οικονομία αναμένει επιβράδυνση στο 2,3% του ΑΕΠ και πληθωρισμό που θα κυμανθεί στο 3,8% για το 2023.

Θετικές παρά την επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης είναι οι θερινές προβλέψεις της Κομισιόν για την Κύπρο ενώ αναφορά γίνεται για τους δημοσιονομικούς κινδύνους που ελλοχεύουν από πιθανή επέκταση της ΚΕΔΙΠΕΣ και από τροποποιήσεις στην ΑΤΑ.

Μετά από ισχυρή ανάπτυξη 5,6% το 2022, η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να επιβραδυνθεί στο 2,3% και 2,7% το 2023 και το 2024 αντίστοιχα εν μέσω επίμονων πληθωριστικών πιέσεων και αύξησης των επιτοκίων, σημειώνει η Κομισιόν.

Αφού κορυφώθηκε το 2022 στο 8,1%, ο πληθωρισμός πρόκειται να υποχωρήσει καθώς οι παγκόσμιες τιμές της ενέργειας μετριάζονται και οι διαταραχές της εφοδιαστικής αλυσίδας χαλαρώνουν, παρά τις ανοδικές πιέσεις που προέρχονται από τη μερική τιμαριθμική αναπροσαρμογή των μισθών. Η αγορά εργασίας αποδεικνύεται ανθεκτική. Η Κύπρος προβλέπεται να διατηρήσει δημοσιονομικό πλεόνασμα στον προβλεπόμενο ορίζοντα, ενώ το δημόσιο χρέος αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται, στο 72,5% του ΑΕΠ το 2024.

Επιβράδυνση της οικονομίας μετά το 2022

Στις θερινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αναφέρεται ότι το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 5,6% το 2022, κυρίως λόγω της εγχώριας ζήτησης. Η ιδιωτική κατανάλωση επεκτάθηκε έντονα λόγω της περιορισμένης ζήτησης μετά την πανδημία και της σημαντικής αύξησης της απασχόλησης. Μια έντονη εισροή ξένων επενδύσεων σε ακίνητα ώθησε τις επενδύσεις στις κατασκευές. Ο τουρισμός απέδωσε καλύτερα από το αναμενόμενο, παρά την απώλεια της ρωσικής αγοράς, και έφτασε περίπου το 90% και το 80% των προ της πανδημίας επίπεδα σε έσοδα και αφίξεις αντίστοιχα. Άλλες εξαγωγές υπηρεσιών όπως τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνίας, οι χρηματοοικονομικές και επαγγελματικές υπηρεσίες συνέχισαν να επεκτείνονται, καθιστώντας επίσης την οικονομία λιγότερο εξαρτημένη από τον τουρισμό.

Η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας ξεκίνησε το τελευταίο τρίμηνο του 2022 και αναμένεται να συνεχιστεί έως το 2023. Η οικονομία αναμένεται να αμβλυνθεί από τον ακόμη υψηλό πληθωρισμό που διαβρώνει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, από τα υψηλότερα επιτόκια που επηρεάζουν αρνητικά τις επενδύσεις και με την αποδυνάμωση της δυναμικής ανάπτυξης στους εμπορικούς εταίρους της Κύπρου επηρεάζοντας την εξωτερική ζήτηση. Η μερική τιμαριθμική αναπροσαρμογή των μισθών που εφαρμόστηκε τον Ιανουάριο του 2023 πρόκειται να μετριάσει κάπως τον αρνητικό αντίκτυπο στην κατανάλωση. Η εφαρμογή του Κυπριακού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αναμένεται να στηρίξει τις επενδύσεις, ιδίως σε κατασκευές και εξοπλισμό, στον προβλεπόμενο ορίζοντα. Ο τουρισμός και άλλες εξαγωγικές υπηρεσίες αναμένεται να συνεχίσουν να αναπτύσσονται, αν και με βραδύτερο ρυθμό. Συνολικά, το πραγματικό ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθεί κατά 2,3% το 2023, πριν αυξηθεί κάπως στο 2,7% το 2024.

Η αγορά εργασίας βελτιώνεται

Η ισχυρή οικονομική ανάπτυξη αύξησε την απασχόληση κατά 2,9% και τις ώρες εργασίας κατά 4,1% το 2022. Το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε περισσότερο από ό,τι αρχικά αναμενόταν, σε 6,8% το 2022, από 7,5% το 2021. Προβλέπεται να αυξηθεί ελαφρά το 2023 σε 6,9 %, σύμφωνα με την επιβράδυνση της αύξησης του ΑΕΠ, πριν υποχωρήσει στο 6,4% το 2024, καθώς οι τομείς των υπηρεσιών έντασης εργασίας πρόκειται να συνεχίσουν να επεκτείνονται.

Μετριασμός του πληθωρισμού το 2023

Ο πληθωρισμός έφτασε στο ανώτατο όριο του 8,1% το 2022 λόγω της εκτίναξης των παγκόσμιων τιμών των εμπορευμάτων. Καθώς οι παγκόσμιες τιμές της ενέργειας μετριάζονται και οι διαταραχές της εφοδιαστικής αλυσίδας σταδιακά καταργούνται, ο πληθωρισμός αναμένεται να υποχωρήσει στο 3,8% το 2023. Ωστόσο, η μερική τιμαριθμική αναπροσαρμογή των μισθών αναμένεται να έχει κάποιες δευτερεύουσες ανοδικές επιπτώσεις. Η αναμενόμενη συγκράτηση των παγκόσμιων τιμών της ενέργειας και άλλων βασικών εμπορευμάτων προβλέπεται να μειώσει τον πληθωρισμό περαιτέρω στο 2,5% το 2024.

Προβλεπόμενα δημοσιονομικά πλεονάσματα, ενώ οι καθοδικοί κίνδυνοι παραμένουν

Το 2022, το δημοσιονομικό ισοζύγιο μετατράπηκε σε σημαντικό πλεόνασμα, φθάνοντας το 2,1% του ΑΕΠ. Οι δημοσιονομικές επιδόσεις ήταν ισχυρότερες από ό,τι αναμενόταν, υποστηριζόμενες από τις έντονες αυξήσεις των εσόδων λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής ανάπτυξης, σε συνδυασμό με την απόσυρση των μέτρων στήριξης του COVID-19.

Ο προϋπολογισμός προβλέπεται να παραμείνει πλεονασματικός στο 1,8% του ΑΕΠ το 2023. Τα κρατικά έσοδα υποστηρίζονται από τη συνεχιζόμενη ισχυρή απόδοση της ιδιωτικής κατανάλωσης, την αύξηση των εταιρικών κερδών και τις αυξήσεις των μισθών. Οι αυξήσεις στους μισθούς και τις συντάξεις του δημοσίου ασκούν ανοδική πίεση στις δαπάνες. Αυτή η πρόβλεψη προϋποθέτει ότι τα μέτρα για τον μετριασμό των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων των υψηλών τιμών της ενέργειας στους λογαριασμούς ενέργειας των νοικοκυριών –που ανέρχονται σε 0,4% του ΑΕΠ το 2023, έναντι 0,7% το 2022– θα καταργηθούν πλήρως στα τέλη Ιουνίου 2023. Οι δημοσιονομικές εξελίξεις το 2023 επηρεάζονται επίσης από την εικαζόμενη πλήρη σταδιακή κατάργηση των έκτακτων προσωρινών μέτρων COVID-19, τα οποία εκτιμάται ότι ανήλθαν στο 0,3% του ΑΕΠ το 2022.

Για το 2024, το δημοσιονομικό πλεόνασμα αναμένεται να φτάσει περίπου το 2,1% του ΑΕΠ. Η αύξηση οφείλεται στην προβλεπόμενη πλήρη σταδιακή κατάργηση των μέτρων για τον μετριασμό των επιπτώσεων των υψηλών τιμών της ενέργειας, που θα εφαρμοστούν έως τον Ιούνιο του 2023.

Ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ προβλέπεται να μειωθεί τα επόμενα χρόνια λόγω της προβλεπόμενης αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ (συμπεριλαμβανομένου του υψηλού αποπληθωριστή ΑΕΠ) και των πρωτογενών πλεονασμάτων. Αναμένεται να φθάσει στο 80,4% μέχρι το τέλος του 2023 και περαιτέρω μείωση στο 72,5% το 2024, από 86,5% το 2022.

Οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι

Οι κίνδυνοι για τις δημοσιονομικές προοπτικές κλίνουν προς τα κάτω, αναφέρεται στις θερινές προβλέψεις της Κομισιόν ωστόσο, η σχεδιαζόμενη επέκταση της κρατικής εταιρείας διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων ΚΕΔΙΠΕΣ και ενδεχόμενη τροποποίηση του συστήματος τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των μισθών θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τα δημόσια οικονομικά.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ