Προσεκτική εμφανίζεται προσώρας η ελληνική κυβέρνηση στο θέμα της στήριξης μεγάλων εταιρειών που αντιμετωπίζουν προβλήματα εξαιτίας της πανδημίας παρά το γεγονός ότι, τουλάχιστον επί της αρχής, συμφωνεί σε αυτή την πρακτική και η αξιωματική αντιπολίτευση. Μάλλον διότι οι διαφορές βρίσκονται στις λεπτομέρειες. Στο πώς και με ποιους όρους.
Μέχρι στιγμής οι υπουργοί που σχετίζονται με το ζήτημα, όπως ο Άδωνις Γεωργιάδης και λοιποί αξιωματούχοι δηλώνουν ότι θα υπάρξει στήριξη, χωρίς όμως να δίνουν περισσότερα στοιχεία για τα σχέδιά τους. Ομολογουμένως, την κατάσταση δεν έχουν διευκολύνει και οι δηλώσεις του προέδρου της και μεγαλομετόχου της Aegean Airlines Ευτύχη Βασιλάκη, ο οποίος έθεσε το δίλημμα, «στήριξη ή μικρή Aegean», βάζοντας επιτακτικά και τον όρο να μη συμμετάσχει το κράτος στο μετοχολόγιο της εταιρείας.
Κάτι όμως που δεν έχει συμβεί στην περίπτωση του πακέτου στήριξης της Lufthansa, όπου το κράτος θα λάβει και πακέτο μετοχών, της τάξεως του 20% και πλέον. Το «μοντέλο» διάσωσης της γερμανικής εταιρείας θα αποτελέσει μέτρο σύγκρισης, όχι μόνο σε ό,τι αφορά στον τρόπο διάσωσης και στους όρους με τους οποίους δόθηκε από το εκεί δημόσιο, αλλά και σε σχέση με τις αντιδράσεις που προκαλεί σε άλλες ιδιωτικές εταιρείες, όπως και τις παράπλευρες συνέπειες που ίσως θα έχει, από αποφάσεις της Κομισιόν και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Η στήριξη εκ μέρους του κράτους σε στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεις, οι οποίες αντιμετωπίζουν προβλήματα επιβίωσης εξαιτίας της κρίσης, κι όχι λόγω δικών τους αδυναμιών ή λαθών, είναι επιβεβλημένη. Αυτό προφανώς ισχύει και στην περίπτωση της Aegean, που θα μπορούσε κάλλιστα να χαρακτηριστεί επιχείρηση-μοντέλο, με βάση τα πεπραγμένα της τα προηγούμενα χρόνια.
Το ερώτημα είναι πώς και με ποιους όρους, πέραν εκείνων των γενικών μέτρων που ήδη την περιλαμβάνουν. Το μεγάλο πρόβλημα αφορά βεβαίως την αβεβαιότητα που έχει προκαλέσει η πανδημία, σε σχέση με το μέλλον των αεροπορικών εταιρειών. Τα ερωτήματα είναι πολλά. Θα υπάρξουν αναζωπυρώσεις σε άλλες χώρες ή στην Ελλάδα; Θα υπάρξει δεύτερο κύμα της πανδημίας, στις αρχές του χειμώνα; Θα συνέλθει γρήγορα ο τουρισμός από το πλήγμα; Θα συνηθίσουν οι επιβάτες στα έκτακτα μέτρα προστασίας; Σίγουρες απαντήσεις στα ζητήματα αυτά δεν υπάρχουν, ούτε και προηγούμενη εμπειρία.
Κατά συνέπεια, είναι μάλλον δύσκολο να προδιαγράψει κάποιος το μέλλον, ακόμη και στο πλαίσιο ενός επιχειρηματικού προγραμματισμού, με διαφορετικά σενάρια.
Κι εδώ βρίσκεται ο «γόρδιος δεσμός» της όλης υπόθεσης. Ιδίως σε μια χώρα με μεγάλη καχυποψία σε ό,τι αφορά τις ανεπιτυχείς κρατικές διασώσεις επιχειρήσεων (όχι άδικα, με βάση τα πεπραγμένα), που καταλήγουν σε χαμένα χρήματα για τους φορολογούμενους. Αλλά και με μεγάλη καχυποψία των επιχειρηματιών για το πώς εξελίσσεται παραδοσιακά η εμπλοκή του κράτους στα διοικητικά.
Μια χώρα όπου, εν ολίγοις, «ο Γιάννης φοβάται το θεριό και το θεριό τον Γιάννη». Ίσως γι' αυτό και ο κ. Βασιλάκης δεν επιθυμεί οιαδήποτε «κρατική συμμετοχή», παρότι αυτό θα ενίσχυε τον ισολογισμό της Aegean.
Η κατάσταση πιθανώς να λάβει χειρότερη μορφή, όμως, αν το θέμα αποκτήσει πολιτικές διαστάσεις, σε ό,τι αφορά τον τρόπο με τον οποίο θα γίνει η στήριξη, τη σύγκριση με άλλες περιπτώσεις στο εξωτερικό και το αν έπρεπε να γίνει έτσι ή αλλιώς.
Γι' αυτό και η συγκεκριμένη περίπτωση, όπως και άλλες περιπτώσεις που ενδεχομένως προκύψουν στο εγγύς μέλλον, θα ήταν καλύτερα να αντιμετωπιστεί με πολύ πιο σύγχρονο και «διαφανή» τρόπο.
Εικάζεται βάσιμα ότι η Aegean θα έχει υποβάλει κάποια επιχειρηματικά σχέδια. Έως στιγμής, όμως, δεν υπάρχει πληροφόρηση εάν έχει γίνει η πρόσληψη κάποιων εξειδικευμένων συμβούλων, π.χ. μιας μεγάλης ξένης εταιρείας προκειμένου όχι μόνο να αξιολογηθούν τα σχέδια αυτά, αλλά και να διαμορφωθεί ένα ολοκληρωμένο πλάνο για τη στήριξη της εταιρείας, ακόμη και σε φάσεις, προκειμένου να αποφύγουμε φαινόμενα του παρελθόντος. Όπου, μετά την πρώτη στήριξη, ήρθε και δεύτερη και τρίτη, ακριβώς γιατί οι αποφάσεις λαμβάνονταν «στατικά» και χωρίς πρόβλεψη για τυχόν αρνητικές εξελίξεις.
Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να λύσει τον «γόρδιο δεσμό», προσφέροντας στο κράτος αλλά και στην εταιρεία, την αντίληψη και την τεχνογνωσία που θα εφάρμοζε ένας μεγάλος επαγγελματίας επενδυτής, προκειμένου να λάβει θέση είτε ως δανειστής, είτε ως μέτοχος, είτε και τα δύο, λαμβάνοντας υπόψη του όλα τα σενάρια. Χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι οι όροι, ακόμη δε περισσότερο οι αποτιμήσεις θα είναι αντίστοιχες, διότι τότε δεν θα χρειαζόταν η κρατική στήριξη, θα αρκούσε ένα distress fund.
Η εμπειρία και τα πεπραγμένα της Aegean καθώς και των μεγαλομετόχων της, που περιλαμβάνουν ηχηρά ονόματα όπως της οικογένειας Λασκαρίδη και του κ. Αχ. Κωνσταντακόπουλου, καθιστούν σαφές ότι δεν χρειάζεται εμπλοκή του κράτους στη διοίκησή της. Είτε το κράτος πάρει μετοχές ή warrants, είτε περιοριστεί σε ρόλο δανειστή/εγγυητή.
Με τη βοήθεια όμως εξειδικευμένων συμβούλων, θα ήταν σε κάθε περίπτωση σκόπιμο να γίνει ένα feasibility study, να δημιουργηθεί ένα πλέγμα ελεγκτικό (καθώς πρόκειται για δημόσιο χρήμα) κι ένας μηχανισμός παρακολούθησης των εξελίξεων, διασφαλίζοντας μαζί και την έξωθεν καλή μαρτυρία. Και βεβαίως, να προδιαγραφεί τι επιδιώκει το δημόσιο, όχι μόνον σε ό,τι αφορά στην ανάκτηση των χρημάτων του αλλά και στη διασφάλιση ζωτικών θεμάτων για την ελληνική τουριστική αγορά, μέσα όχι απλώς από την «επιβίωση» της Aegean αλλά την περαιτέρω δυναμική ανάπτυξή της. Ανάπτυξη που την οδήγησε πρόσφατα στη μεγάλη παραγγελία νέων αεροσκαφών, αλλά διακόπηκε βιαίως από την πανδημία.
Τα παραδείγματα αντίστοιχων επιτυχημένων «στηρίξεων» στο εξωτερικό είναι πολλά. Το μόνο που μένει, είναι να αξιοποιηθούν.
Πηγή: euro2day.gr