Αβεβαιότητα για την αγορά και τις κυρώσεις στο ρωσικό πετρέλαιο

Οι πρωτοφανείς κυρώσεις στο ρωσικό πετρέλαιο φέρνουν επανασχεδιασμό της παγκόσμιας αγοράς πετρελαίου

ΤΟΥ ΒΡΑΣΙΔΑ ΝΕΟΦΥΤΟΥ*

Το ερώτημα του ενός εκατομμυρίου δολαρίων στην αγορά, που κανείς οικονομολόγος δεν μπορεί ακόμη να απαντήσει με βεβαιότητα, είναι: το πώς θα εξελιχθεί το 2023 για την παγκόσμια οικονομία και πώς θα κυμανθούν οι τιμές του πετρελαίου και ενέργειας. Τίθεται το ερώτημα εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία, της ενεργειακής και οικονομικής κρίσης στην Ευρώπη και προσφάτως, του πολυδιαφημισμένου εμπάργκο και πλαφόν στις ρωσικές εξαγωγές πετρελαίου.

Πέραν από όλες τις εκτιμήσεις, το μόνο σίγουρο είναι ότι το πρώτο μισό του 2023 προβλέπεται πολύ δυσκολότερο από το 2022, καθώς η νέα χρονιά θα κουβαλά τα ίδια οικονομικά, ενεργειακά και γεωπολιτικά προβλήματα και παθογένειες με το 2022, με επιπλέον κόστος τα υψηλά επιτόκια και τη μείωση της ρευστότητας στην αγορά τα οποία θα πιέσουν τα διαθέσιμα εισοδήματα των νοικοκυριών και θα βάλουν σε ρίσκο τα εταιρικά κέρδη και επενδύσεις.

Οι παγκόσμιες αγορές πετρελαίου έχουν εισέλθει σε έδαφος χωρίς ιστορικό προηγούμενο καθώς οι ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Καναδάς, Ε.Ε., οι G7 και άλλοι νατοϊκοί σύμμαχοι έχουν απαγορεύσει όλες ή τις περισσότερες εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου τις προηγούμενες εβδομάδες.

Δυστυχώς το γεωπολιτικό σκηνικό χειροτερεύει καθώς ο αιματηρός πόλεμος που μαίνεται  στο ουκρανικό έδαφος από τις 24 Φεβρουαρίου 2022 αρχίζει να επεκτείνεται και στο ρωσικό έδαφος (βομβαρδισμοί με drone και ειδικές αποστολές) με τη βοήθεια των εξελιγμένων όπλων και πληροφοριών που παρέχει το ΝΑΤΟ στο Κίεβο, ενώ ο βαρύς χειμώνας θα αυξήσει τους θανάτους στα πεδία των μαχών και στον ουκρανικό πληθυσμό που θα μείνει χωρίς ρεύμα και θέρμανση.

Εμπάργκο και πλαφόν στο ρωσικό πετρέλαιο

Μέσα σε αυτό το προβληματικό σκηνικό, η Ευρωπαϊκή Ένωση προχώρησε στις 05 Δεκεμβρίου 2022, στην πλήρη απαγόρευση (εμπάργκο) των εισαγωγών ρωσικού αργού διά θαλάσσης (πλοία) προκειμένου να τιμωρηθεί η Ρωσία για τη στρατιωτική εισβολή στην Ουκρανία.

Επίσης, η Ε.Ε., οι χώρες του G7 (ΗΠΑ, Η.Β, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Καναδάς, Ιαπωνία) και η Αυστραλία προχώρησαν στην απαγόρευση μεταφοράς και παροχής υπηρεσιών όπως ασφάλιση και χρηματοδότηση σε ρωσικά φορτία τα οποία μεταφέρονται οπουδήποτε ανά τον κόσμο και αγοράζονται σε τιμές πάνω από το ανώτατο όριο τιμών των 60 δολαρίων το βαρέλι (πλαφόν).

Δυνάμει του μέτρου, αν το ρωσικό αργό μεταφέρεται ή ασφαλίζεται ή χρηματοδοτείται ή οι μεταφορείς λαμβάνουν τεχνική υποστήριξη και υπηρεσίες από δυτικές εταιρίες, απαγορεύεται να πωλείται πάνω από τα 60 δολάρια το βαρέλι, ενώ η τιμή του πλαφόν θα επανεξετάζεται ανά δύο μήνες με βάση τις τιμές αναφοράς του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ).

Οι κυρώσεις σχεδιάστηκαν για να πλήξουν τα έσοδα της Ρωσίας από τις εξαγωγές πετρελαίου στην παγκόσμια αγορά, ιδίως σε χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία και να περιορίσουν τη χρηματοδότηση του πολέμου στην Ουκρανία.

Εξαίρεση στο εμπάργκο έλαβαν οι Ουγγαρία, Σλοβακία και η Τσεχία, καθώς οι παραδόσεις πετρελαίου μέσω αγωγών από τη Ρωσία θα εξαιρούνται από το ανώτατο όριο τιμών.

Εμπάργκο και πλαφόν στα ρωσικά διυλισμένα πετρελαϊκά προϊόντα

Στις 5 Φεβρουαρίου του 2023 θα τεθεί σε ισχύ το ευρωπαϊκό εμπάργκο και όριο τιμής και στα διυλισμένα πετρελαϊκά προϊόντα όπως το ντίζελ και βενζίνη που διαθέτει στην αγορά η Ρωσία.

Αυτό το μέτρο ίσως δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα στην E.E., καθώς οι χώρες θα δυσκολευτούν να αντικαταστήσουν τα διυλισμένα πετρελαϊκά προϊόντα της Ρωσίας, εν μέσω περιορισμένης παγκόσμιας ικανότητας διύλισης.

Η αυξανόμενη ζήτηση για καύσιμα όπως το ντίζελ, βενζίνη, κηροζίνη και πετροχημικά μετά το άνοιγμα της παγκόσμιας αγοράς από τα αυστηρά μέτρα για την πανδημία του Covid-19, με συνδυασμό το κλείσιμο αρκετών διυλιστηρίων σε όλον τον κόσμο λόγω της Πράσινης Ανάπτυξης, έχουν προκαλέσει την αύξηση των τιμών καυσίμων στις αντλίες σήμερα.

Οι συνέπειες των κυρώσεων

Οι πρωτοφανείς κυρώσεις στο ρωσικό πετρέλαιο φέρνουν επανασχεδιασμό της παγκόσμιας αγοράς πετρελαίου, ενώ μαζί με τον πόλεμο στην Ουκρανία, οι συνέπειες στις τιμές ενέργειας είναι εκτεταμένες παγκοσμίως.

Οι χάρτες του πετρελαίου θα επανασχεδιαστούν, καθώς η Ευρώπη χάνοντας τον μεγαλύτερο προμηθευτή αργού και διυλισμένων προϊόντων της, θα εξαρτάται πλέον περισσότερο από τους παραγωγούς της Βόρειας Αμερικής (ΗΠΑ, Καναδάς, Μεξικό), Σκανδιναβίας (Νορβηγία), Βόρειας Αφρικής (Αλγερία, Λιβύη, Αίγυπτο και Νιγηρία), της Μέσης Ανατολής και Kεντρικής Ασίας (ΟΠΕΚ, Καζακστάν, Αζερμπαϊτζάν).

Η Ρωσία πρόκειται να χάσει τη μεγαλύτερη και φυσική της αγορά των τελευταίων 200 χρόνων, καθώς έκανε εξαγωγές διά θαλάσσης περισσότερα από 1,5 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα στα γειτονικά ευρωπαϊκά λιμάνια, ενώ θα χάσει και επιπλέον 500.000 βαρέλια την ημέρα πωλήσεις μέσω του αγωγού Ντρούζμπα σε Πολωνία και Γερμανία.

Μεταφορά του πετρελαίου από Δύση προς Ανατολή:

Η κίνηση της Ευρώπης και των Δυτικών συμμάχων για εμπάργκο και πλαφόν, έχει ωθήσει περισσότερο ρωσικό πετρέλαιο Ural στην Ασία, στη Μέση Ανατολή, Λατινική Αμερική και Αφρική, ειδικά στις αγορές της Κίνας, Ινδίας και Τουρκίας όπου οι αγοραστές ήδη επωφελούνται από μεγάλες εκπτώσεις της τάξης του $20-$30 ανά βαρέλι σε σχέση με τις τιμές αναφοράς Brent.

Ήδη, η Ρωσία έχει μήνες τώρα δημιουργήσει τον ονομαζόμενο «σκοτεινό στόλο» που περιλαμβάνει την αγορά πέραν των 150 δεξαμενόπλοιων διαφόρων μεγεθών και ηλικίας, για να μπορεί να μεταφέρει το πετρέλαιό της χωρίς τον βραχνά των κυρώσεων.

Η επιβολή του εμπάργκο είναι προβληματική

Το εμπάργκο προβλέπεται να μην έχει σημαντικό αντίκτυπο στις τιμές πετρελαίου και ούτε θα προκαλέσει ενεργειακό σοκ στην Ευρώπη (όπως πολλοί υπολόγιζαν), καθώς η απόφαση λήφθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση από τον Ιούνιο του 2022 (6ο πακέτο κυρώσεων), δίνοντας 6 μήνες διορία στις χώρες και πετρελαϊκές εταιρείες (διυλιστήρια) να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα, να γεμίσουν τις αποθήκες τους με ρωσικό πετρέλαιο και να βρουν νέους προμηθευτές για τις μελλοντικές τους ανάγκες.

Γι’ αυτόν τον λόγο, είχαμε σοβαρές αντιρρήσεις από την Ουκρανία και Πολωνία και κατά δεύτερον από τις Βαλτικές χώρες οι οποίες ήθελαν το όριο του πλαφόν να κατέβει ακόμη χαμηλότερα κοντά στα $30 το βαρέλι, όσο και το κόστος εξόρυξης και μεταφοράς του ρωσικού πετρελαίου.

Όμως, η Ε.Ε. και η Δύση τελικά αποφάσισαν να ορίσουν το πλαφόν στα 60 δολάρια το βαρέλι μόνο, καθώς ανησυχούσαν για το ενδεχόμενο η Ρωσία να αποσύρει από την αγορά τις ποσότητες που διαθέτει, προκαλώντας ελλείψεις και κατακόρυφη άνοδο των τιμών διεθνώς.

Το ρίσκο στην αγορά παραμένει, καθώς προκαλεί ανησυχία η αντίδραση από τη μεριά της Ρωσίας, καθώς είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας ενέργειας στον κόσμο (πετρέλαιο, φυσικό αέριο, άνθρακα, ουράνιο, πυρηνικά καύσιμα), με τον πρόεδρο Πούτιν να απειλεί με μείωση της παραγωγής και τη μη πώληση πετρελαίου σε οποιαδήποτε χώρα επιβάλλει τις κυρώσεις και το πλαφόν στις τιμές.

Οι φόβοι για αύξηση των τιμών δεν επιβεβαιώθηκαν

Η ενεργοποίηση του εμπάργκο και πλαφόν στο ρωσικό πετρέλαιο στις 5 Δεκεμβρίου 2022 δεν εκτόξευσαν τις τιμές πετρελαίου στις διεθνείς αγορές, καθώς τα μέτρα είναι προβληματικά και με πολλά «παραθυράκια» όπως τα παραθέτουμε εδώ στην ανάλυσή μας.

Οι αναλυτές και οι έμποροι πετρελαίου ήταν έτοιμοι για τις κυρώσεις, ενώ η τιμή του βασικού τύπου αργού πετρελαίου εξαγωγής Urals (από τα Ουράλια Όρη στη Σιβηρία) διαπραγματευόταν κάτω από τα 60 δολάρια το βαρέλι (το όριο του πλαφόν) στα ρωσικά λιμάνια στη Βαλτική, τα οποία παραμένουν η μεγαλύτερη δίοδος εξαγωγής για το αργό της Ρωσίας.

Αντιθέτως, οι τιμές του αργού πετρελαίου τύπου Brent  (δείκτης για το 75% της παγκόσμιας παραγωγής) κατρακύλησαν κοντά στα 75 δολάρια το βαρέλι λίγες μέρες μετά την επιβολή των κυρώσεων, καταγράφοντας τα χαμηλότερα επίπεδα μέσα στο 2022.

Οι τιμές του «μαύρου χρυσού» βυθίστηκαν κάτω από τα επίπεδα των 80 δολαρίων το βαρέλι στις αρχές Δεκεμβρίου διαγράφοντας τελείως τα κέρδη από τον πόλεμο στην Ουκρανία όπου είχε κάνει κορυφή κοντά στα 140 δολάρια το βαρέλι στις αρχές Μαρτίου, καθώς η αγορά ανησυχεί για λιγότερη ζήτηση εν μέσω φόβου για την παγκόσμια ύφεση και την κρίση στην κινεζική οικονομία, τον μεγαλύτερο αγοραστή πετρελαίου στον κόσμο.

Πολύπλοκη και ακριβή η μεταφορά ρωσικού πετρελαίου πλέον

Τα δύσκολα τώρα αρχίζουν για τη Ρωσία, καθώς θα δυσκολευτεί να ανακατευθύνει τις ροές πετρελαίου της από την Ευρώπη προς την Ασία, διότι δεν υπάρχει διαθέσιμος αγωγός προς την Ινδία, ενώ ο μόνος αγωγός προς την Κίνα και ο τερματικός σταθμός εξαγωγών στις ρωσικές ακτές στον  Ειρηνικό, στο Κοζμίνο, είναι ήδη γεμάτοι.

Ο μεγάλος πονοκέφαλος για τη Ρωσία θα είναι η μεταφορά διά θαλάσσης του πετρελαίου από τα ευρωπαϊκά λιμάνια της Βαλτικής Θάλασσας (Πριμόρσκ), της Μαύρης Θάλασσας (Νοβοροσίσκ) και της Αρκτικής (Βαραντέι) στους -μόνο διαθέσιμους – μεγάλους αγοραστές στην Ασία.

Οι εξαγωγές από τις εν λόγω περιοχές δεν θα μπορούν πλέον να πάνε σε λιμάνια ευρωπαϊκών χωρών που εφάρμοσαν το εμπάργκο αλλά ούτε θα μπορούν να ασφαλιστούν σε ευρωπαϊκές ασφαλιστικές εταιρείες, αλλά θα πρέπει να κάνουν ολόκληρο τον γύρο της Ευρώπης και της Αφρικής ή μέσω της Διώρυγας του Σουέζ για να καταλήξουν σε αγοραστές στην Ινδία και Κίνα.

Με λίγα λόγια, τα δεξαμενόπλοια φορτωμένα με ρωσικό πετρέλαιο θα αναγκάζονται να διανύουν  4-5 φορές μεγαλύτερη απόσταση για να βρουν διαθέσιμο αγοραστή στην Ασία, αυξάνοντας κατακόρυφα και το κόστος μεταφοράς για τις ίδιες ποσότητες πετρελαίου, ενώ θα ναυλώνονται περισσότερα πλοία για περισσότερο χρονικό διάστημα, κάνοντας ακόμη πιο πολύπλοκο το όλο εγχείρημα από τη μεριά της Ρωσίας.

Παράδειγμα, αν ένα δεξαμενόπλοιο φορτωμένο με ρωσικό πετρέλαιο από τη Βαλτική Θάλασσα χρειαζόταν μόνο 3-7 μέρες να φτάσει στα γειτονικά λιμάνια της Πολωνίας, Ολλανδίας, Γερμανίας και Βελγίου ή από τη Μαύρη Θάλασσα προς την Ελλάδα, Ιταλία, Λίβανος και άλλες μεσογειακές χώρες, τώρα θα χρειάζεται ίσως και 30 μέρες για να φτάσει στην Ινδία και άλλες τόσες στην Κίνα, νοουμένου ότι θα περάσουν επιτυχώς από τα ασφαλιστικά μέτρα από τα κανάλια του Βοσπόρου στην Τουρκία και Σουέζ στην Αίγυπτο.

«Παραθυράκια» στην προέλευση του ρωσικού πετρελαίου

Παρότι οι ΗΠΑ, Καναδάς και Ηνωμένο Βασίλειο εφάρμοσαν εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο από τον περασμένο Μάρτιο, εντούτοις πιθανόν να έκαναν εισαγωγή πετρελαϊκών προϊόντων όπως βενζίνη, ντίζελ, κηροζίνη και άλλα προϊόντα που προήλθαν από παράνομο ρωσικό πετρέλαιο, με τους αναλυτές να θεωρούν δεδομένο την επανάληψη του φαινομένου και στην Ευρώπη το 2023.

Και ο λόγος είναι απλός: Χάρις σε μια πρακτική στη βιομηχανία του πετρελαίου, επιτρέπεται η αλλαγή της προέλευσης του πετρελαίου με βάσει σε ποια χώρα έχει διυλιστεί. Οι ΗΠΑ έδωσαν εξαίρεση σε προϊόντα με προέλευση από τη Ρωσία τα οποία έχουν μεταποιηθεί ή διυλιστεί σε άλλα νέα προϊόντα με προέλευση άλλης χώρας.

Τα διυλιστήρια συνήθως αγοράζουν πετρέλαιο από διάφορες χώρες-παραγωγούς αναλόγως αναγκών και εν συνεχεία προχωρούν στη διύλισή τους, δηλ. ζεσταίνουν το αργό πετρέλαιο σε φούρνους ψηλούς και αναλόγως της απόσταξης και θερμοκρασίας, δημιουργούνται νέα προϊόντα όπως το προπάνιο (γκάζι για μαγείρεμα), ναφθαλίνη, πετροχημικά (πρώτη ύλη για τα πλαστικά και φάρμακα), κηροζίνη (αεροπορικά καύσιμα), ντίζελ, βενζίνη, μαζούτ και άσφαλτος.

Αυτή η πρακτική είναι γνωστή στις πετρελαϊκές εταιρείες ανά τον κόσμο, με τα διυλιστήρια στην Ευρώπη και Ασία να το εκμεταλλεύονται στο έπακρον, εισάγοντας ρωσικό πετρέλαιο με μεγάλη έκπτωση και μετά τη διύλισή του, να το εξάγουν υπό τη μορφή βενζίνης, ντίζελ, κηροζίνης κ.ά. σε οποιαδήποτε χώρα στον κόσμο σαν δικό τους προϊόν, αποφεύγοντας το εμπάργκο.

Το καλύτερο παράδειγμα είναι τα διυλιστήρια σε ευρωπαϊκό έδαφος που ανήκουν στις ρωσικές εταιρείες, όπως αυτό της Lukoil στις Συρακούσες της Σικελίας, το δεύτερο μεγαλύτερο στην Ιταλία και το πέμπτο στην Ευρώπη, όπου έκανε εξαγωγές διυλισμένου πετρελαίου στις ΗΠΑ σαν ιταλικό προϊόν.

Και αυτός είναι ο μοναδικός λόγος που η Lukoil δεν έχει μπει κάτω από κυρώσεις όπως η κρατική Gazprom και συνεχίζει τις δραστηριότητές της σε 11 πολιτείες των ΗΠΑ καθώς τα προϊόντα έχουν προέλευση από την Ιταλία.

Επίσης, είναι γνωστό ότι παρόμοια μεθοδολογία είναι σε εξέλιξη και στη Μέση Ανατολή και Ασία, με μεγάλες ποσότητες βενζίνης και ντίζελ που εισάγονται στην Ευρώπη από τις χώρες του Περσικού Κόλπου, της Ινδίας και Κίνας, να έχουν προέλευση από φθηνό αργό πετρέλαιο που αγοράστηκε παράνομα από χώρες σε κυρώσεις, από τη Ρωσία, το Ιράν και τη Βενεζουέλα.

Διαβάστε επίσης: Άλκης Χατζηττοφής: Θα πρέπει να αναμένουμε μεγάλες προκλήσεις το 2023

*Υπεύθυνου Επενδυτικής Πολιτικής Exclusive Capital

-

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ