Συνέντευξη στον Ξένιο Μεσαρίτη
«Συνειδητά επιλέξαµε τις καλές επιδόσεις, παρά τις εντυπώσεις, για το καλό του τουρισµού και µόνο», σηµειώνει στη συνέντευξή του στο Economy Today ο Υφυπουργός Τουρισµού, Κώστας Κουµής. Αναφέρει ότι «επενδύσαµε στοχευµένα στις υφιστάµενες αγορές, αφήνοντας σε δεύτερη µοίρα τις απόπειρες ανοίγµατος νέων αγορών που θα κέρδιζαν τις εντυπώσεις, χωρίς να σηµαίνει ότι τις αγνοήσαµε. Οφείλαµε να διαχειριστούµε µε προσοχή τους διαθέσιµους πόρους και αυτό πράξαµε». Την ίδια ώρα και ενώ το 2025 ανατέλλει, ο κ. Κουµής δηλώνει ότι «τώρα είναι η ώρα για τα ανοίγµατα, τώρα που οι συνθήκες οδεύουν προς οµαλοποίηση».
Οι αφίξεις επισκεπτών για το 2024 φαίνεται ότι σπάζουν κάθε προηγούµενο ρεκόρ; Με αυτό το δεδοµένο πώς θα χαρακτηρίζατε την περσινή χρονιά και ποιοι είναι οι λόγοι που συνέτειναν ώστε να χαρακτηριστεί ως χρονιά ρεκόρ αφίξεων;
Ναι, είναι ξεκάθαρο πλέον ότι το 2024 θα έχουµε νέο ρεκόρ αφίξεων, αλλά και εσόδων.
Οι αφίξεις κατά το πρώτο δεκάµηνο του έτους (Ιανουάριος – Οκτώβριος) καταγράφουν αύξηση της τάξης του 4,6% σε σύγκριση µε το προηγούµενο έτος και αύξηση της τάξης του 0,8% σε σύγκριση µε την αντίστοιχη περίοδο του 2019 που είναι το προηγούµενο ρεκόρ.
Οι λόγοι που οδηγούν σ’ αυτή την επιτυχία, επειδή περί επιτυχίας πρόκειται εάν λάβουµε υπόψιν τις παρούσες γεωπολιτικές συνθήκες και τις συνθήκες που χαρακτήριζαν τη διεθνή αγορά κατά το 2024 είναι πολλοί.
Η βελτίωση της αεροπορικής σύνδεσης της χώρας µας, σηµείο που καταγράφηκε ως επιτυχία και από τον ACI Europe (Airport Council International) και που οδήγησε και στη βράβευση της χώρας µας στο World Routes Congress 2024 µε το βραβείο «Destination of the World», είναι ένας από τους σηµαντικότερους λόγους. Θεωρώ ότι έχουµε αντεπεξέλθει µε επιτυχία στην ίσως µεγαλύτερη πρόκληση που χαρακτήριζε το έτος, που ήταν η κρίση στον τοµέα της αεροπλοΐας, µε πάρα πολλές εταιρείες να βλέπουν τον στόλο τους να µειώνεται λόγω της γνωστής ιστορίας µε τους κινητήρες και την καθυστέρηση στην παράδοση αεροσκαφών, που είχε ως αποτέλεσµα κάποιες εταιρείες να µην µπορούν να υλοποιήσουν τα πλάνα που χάραξαν πριν από ενάµιση και δύο χρόνια.
Την ίδια στιγµή και εκ των υστέρων, θα έλεγα ότι δικαιωθήκαµε και για τις επιλογές µας την τελευταία διετία σε σχέση µε τις αγορές, τις πηγές τουρισµού δηλαδή. Να σας υπενθυµίσω ότι κληθήκαµε εκτάκτως να καλύψουµε ένα µεγάλο κενό, το κενό της ρωσικής αλλά και της ουκρανικής αγοράς, έχοντας ουσιαστικά περιορισµένους πόρους, πάντα σε συνάρτηση µε τον διεθνή ανταγωνισµό, αλλά και περιορισµένο χρόνο.
Σ’ αυτές τις περιπτώσεις είναι πάντοτε σηµαντικό να γίνεται σωστή κατανοµή των πόρων. Επενδύσαµε περισσότερο σε κάποιες αγορές που είτε είµαστε αρκετά γνωστοί ως προορισµός και που υπάρχουν εδραιωµένες και ισχυρές σχέσεις συνεργασίας, όπως για παράδειγµα η βρετανική αγορά, η αγορά της Πολωνίας, που είναι µία χώρα µε πληθυσµό πέραν των 37 εκατοµµύριων και µε µία οικονοµία που εδώ και χρόνια είναι σε ανοδική πορεία. Αξίζει να σηµειώσουµε ότι γενικότερα στην Ανατολική Ευρώπη, ο εξερχόµενος τουρισµός αυξάνεται σε υψηλούς ρυθµούς, ενώ η γεωγραφία µας ευνοεί, αφού πρόκειται για χώρες που είναι σχετικά σε κοντινές αποστάσεις από την Κύπρο. Ουσιαστικά αναλώσαµε περισσότερη ενέργεια, στις αγορές εκείνες που υπήρχε ήδη αναγνωρισιµότητα, αλλά και εδραιωµένες επαγγελµατικές σχέσεις, παρά σε εντελώς νέες αγορές, επειδή το ζητούµενο ήταν η επιστροφή στις επιδόσεις του παρελθόντος.
Βεβαίως, επενδύσαµε και σε άλλες αγορές, στις Βόρειες χώρες, στη ∆υτική Ευρώπη και στις χώρες της Μέσης Ανατολής.
Επιπρόσθετα, θα πρέπει να επισηµάνουµε και άλλους λόγους που οδήγησαν στις θετικές επιδόσεις του τουρισµού όπως η ανάκτηση της εµπιστοσύνης της χώρας µας διεθνώς, η ενίσχυση των ειδικών µορφών τουρισµού, η αναβάθµιση των υποδοµών και γενικά του τουριστικού προϊόντος της χώρας µας και σίγουρα η άνοδος του παγκόσµιου τουρισµού. Εν κατακλείδι, και εάν λάβουµε υπόψιν ότι σε ορίζοντα διετίας καταγράφεται αύξηση στις αφίξεις της τάξης του 26.7% και 31.2% στα έσοδα, έχοντας κατορθώσει να καλύψουµε πλήρως το κενό που δηµιουργήθηκε από τις απώλειες της ρωσικής και της ουκρανικής αγοράς, δεν µπορούµε παρά να είµαστε ικανοποιηµένοι.
Υπάρχουν διάφορες φωνές οι οποίες υποστηρίζουν ότι οι κατά κεφαλήν δαπάνες των επισκεπτών στην Κύπρο είναι αρκετά χαµηλές σε σχέση µε τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Πώς απαντάτε τις εν λόγω ανησυχίες και πώς µπορεί να αυξηθεί η κατά κεφαλήν δαπάνη των επισκεπτών στην Κύπρο;
Με βάση τα στατιστικά δεδοµένα (Ιανουάριος-Σεπτέµβριος 2024), διαφαίνεται ότι η κατά κεφαλήν δαπάνη τουριστών σηµειώνει µικρή αύξηση αφού έφτασε στα €788 σε σύγκριση µε €783 που ήταν πέρσι και €685 το 2019. ∆ηλαδή καταγράφεται µια µικρή αύξηση (+0,6%) σε σύγκριση µε το προηγούµενο έτος και αύξηση 15% σε σύγκριση µε το 2019. Βεβαίως εάν αφαιρέσουµε τον πληθωρισµό οι ποσοστιαίες µεταβολές θα είναι πολύ διαφορετικές.
«Δεν είναι κυπριακό φαινόμενο η μειωμένη κατά κεφαλήν τουριστική δαπάνη»
Η µείωση της κατά κεφαλήν τουριστικής δαπάνης δεν είναι φαινόµενο που παρατηρείται µόνο στη χώρα µας. Είναι θα έλεγα πανευρωπαϊκό φαινόµενο και αποτελεί αντικείµενο συζήτησης σε πολλές χώρες της Ευρώπης. Έντονες συζητήσεις για το συγκεκριµένο θέµα γίνονται αυτή την περίοδο και στην Ελλάδα, αφού σύµφωνα µε τα µέχρι στιγµής διαθέσιµα στοιχεία από €648 που ήταν το πρώτο εννιάµηνο του 2023, µειώθηκε στα €618 την αντίστοιχη περίοδο του 2024, καταγράφοντας µείωση της τάξης του -4.8%. Εντύπωση προκαλεί ότι σε κάποιους επιµέρους ελληνικούς προορισµούς η µείωση είναι πολύ µεγαλύτερη.
Οι λόγοι που παρατηρείται αυτό το φαινόµενο είναι πολλοί. Καταρχάς έπαψε το ταξίδι αναψυχής να θεωρείται αγαθό πολυτελείας ή αγαθό που απολαµβάνουν πρόσωπα µε θεωρητικά ψηλά ή έστω ικανοποιητικά εισοδήµατα.
Επίσης, η επικράτηση των αεροπορικών εταιρειών χαµηλού κόστους, άλλαξαν τα δεδοµένα στη διεθνή αγορά.
Την ίδια στιγµή, εδώ και κάποια χρόνια η µεσαία τάξη σε πάρα πολλές χώρες και ειδικά στην Ευρώπη, που αποτελεί για εµάς την κύρια πηγή τουριστών, πιέζεται λόγω του πληθωρισµού, ο οποίος κορυφώθηκε από τον Φεβρουάριο του 2022 και µετά, δηλαδή µετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, µε αποτέλεσµα τη µείωση της αγοραστικής δύναµης εκατοµµυρίων Ευρωπαίων.
Το αποτέλεσµα, οι άνθρωποι συνεχίζουν να ταξιδεύουν, αφιερώνοντας όµως λιγότερες µέρες στους προορισµούς και δαπανώντας λιγότερα.
Επιπρόσθετα η άνοδος των αυτοεξυπηρετούµενων καταλυµάτων, προκαλεί µία πρόσθετη µείωση στη µέση κατά κεφαλή δαπάνη, ενώ δεν µπορεί να µη σηµειωθεί και το γεγονός ότι και έχει καταγραφεί σχετική άνοδος κάποιων αγορών που δεν παρουσιάζουν διαχρονικά ψηλή κατά κεφαλήν δαπάνη.
Ποιες είναι οι κύριες προκλήσεις για το 2025 όσον αφορά την τουριστική βιοµηχανία στην Κύπρο;
Η κυριότερη πρόκληση παραµένει η σταθεροποίηση του τουρισµού στις υψηλές επιδόσεις, δεδοµένης της γεωπολιτικής αστάθειας, της οικονοµικής κατάστασης στην Ευρώπη και των εξελίξεων στον τοµέα της αεροπλοΐας και δεδοµένης της ανασφάλειας που επικράτησε στον κλάδο για µία ολόκληρη τριετία, από τη περίοδο του κορωνοϊού και τα συνεπακόλουθα στη συνέχεια µε την απώλεια της ρωσικής αγοράς.
Η σταθεροποίηση στις υψηλές επιδόσεις, διασφαλίζει την πολυπόθητη ανθεκτικότητα, η οποία ασφαλώς εξαρτάται πέραν πάσης αµφιβολίας και από άλλες παραµέτρους, όπως για παράδειγµα την κατάσταση των υποδοµών, την κερδοφορία των επιχειρήσεων, την πράσινη και την ψηφιακή µετάβαση.
Επιµένω σ’ αυτό, επειδή η οικοδόµηση ανθεκτικότητας στον τουρισµό δεν µπορεί να είναι σύνθηµα. Η οικοδόµηση ανθεκτικότητας στο πεδίο του τουρισµού είναι η βασική µας προτεραιότητα.
Με το βλέµµα λοιπόν στην επόµενη µέρα, δεν έχουµε άλλη επιλογή, από το να επενδύσουµε στην πράσινη και την ψηφιακή µετάβαση και να γίνουµε υπόδειγµα προορισµού. Η επιτυχία των επόµενων δεκαετιών εξαρτάται από την επιτυχηµένη µετάβαση στις δύο πολυσυζητηµένες κατευθύνσεις.
Μεγάλη πρόκληση επίσης είναι η µετατροπή της χώρας µας σε ολόχρονο προορισµό, πράξη η οποία επιβάλλεται να περάσει µέσα από το στάδιο της επιµήκυνσης της τουριστικής περιόδου, για την οποία πλέον θεωρώ ότι ως κυβέρνηση έχουµε δώσει αρκετά εφόδια στη βιοµηχανία και δικαιούµαστε πλέον να είµαστε αισιόδοξοι.
Ποιες αγορές µπορούµε να στοχεύσουµε ώστε να αναπτύξουµε περαιτέρω τον τουρισµό στο νησί;
Αυτή τη στιγµή στη χώρα µας εκτελούν δροµολόγια 55 αεροπορικές εταιρείες από 39 διαφορετικές χώρες. Άρα, το περιθώριο ανοίγµατος καινούργιων αγορών είναι κάπως περιορισµένο.
Υπάρχουν αναδυόµενες αγορές µε καλή προοπτική, στις οποίες στοχεύουµε, όπως για παράδειγµα οι χώρες του Αραβικού Κόλπου και της Κεντρικής Ασίας, ενώ ανοίγµατα γίνονται και για τις αγορές των ΗΠΑ και της Κίνας, µε σκοπό και στόχο την άνοδο της ζήτησης από τις συγκεκριµένες αγορές.
Όπως ανέφερα και πριν, επενδύσαµε συνειδητά σε κάποιες αγορές που ήταν θεωρητικά εδραιωµένες στη χώρα µας, για άµεσα αποτελέσµατα προκειµένου να επιστρέψουµε στις υψηλές επιδόσεις.
Ξέρετε, προσωπικά σκέφτοµαι καθηµερινά την πορεία των επιχειρήσεων. Γνωρίζουµε πολύ καλά ότι ο δανεισµός δεν µπορεί να περιµένει και η βιωσιµότητα των επιχειρήσεων, όπως και η οικοδόµηση ανθεκτικότητας εξαρτάται και επηρεάζεται και από την αµεσότητα των αποτελεσµάτων, όπως και από την κερδοφορία. Οφείλουµε, επίσης, να λάβουµε υπόψη ότι και το 2023, αλλά και το 2024 ήταν δύο πολύ δύσκολα τουριστικά έτη, για διαφορετικούς λόγους, ασχέτως εάν τελικώς είχαµε καλά αποτελέσµατα.
Θα έλεγα ότι συνειδητά επιλέξαµε τις καλές επιδόσεις, παρά τις εντυπώσεις, για το καλό του τουρισµού και µόνο. Επενδύσαµε στοχευµένα στις υφιστάµενες αγορές, αφήνοντας σε δεύτερη µοίρα τις απόπειρες ανοίγµατος νέων αγορών που θα κέρδιζαν τις εντυπώσεις, χωρίς να σηµαίνει ότι τις αγνοήσαµε. Οφείλαµε να διαχειριστούµε µε προσοχή τους διαθέσιµους πόρους και αυτό πράξαµε. Τώρα είναι η ώρα για τα ανοίγµατα, τώρα που οι συνθήκες οδεύουν προς οµαλοποίηση. Άλλωστε τα όσα λάµβαναν χώρα και συνεχίζουν δυστυχώς, στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου δυσκολεύουν το σκηνικό σε σχέση µε τις νέες αγορές. Είναι γεγονός ότι από τη στιγµή που δεν γνωρίζουν καλά τον προορισµό, είναι αρκετά λογικό να εκφράζουν ανησυχία.
Θεωρώ ότι τώρα είναι η ώρα να δώσουµε περισσότερη έµφαση σε κάποιες άλλες αγορές και αυτό προγραµµατίζεται µε συγκεκριµένα πλάνα το 2025, αν και οι εντάσεις στην περιοχή όπως ανέφερα δυσκολεύουν το σκηνικό, επειδή άλλο είναι να κάνεις προβολή σε µία υφιστάµενη αγορά µε αναγνωρισιµότητα και άλλο είναι να κάνεις προβολή σε νέες αγορές που δεν γνωρίζουν καθόλου τον προορισµό και ειδικά το επίπεδο ασφάλειας. Και θα ήθελα να τονίσω ξανά, ότι πέραν από τη στόχευση σε νέες αγορές, εξίσου σηµαντική είναι και η ενδυνάµωση των υφιστάµενων αγορών, όπως σηµαντική παράµετρος επιτυχίας είναι και η συνεχής βελτίωση του τουριστικού προϊόντος.
Θα ήθελα επί τη ευκαιρία να υπογραµµίσω ότι, η επίτευξη αριθµητικών στόχων δεν είναι αυτοσκοπός. Έχω αναφέρει αρκετές φορές ότι τουρισµός δεν είναι µόνο στατιστικά αφίξεων και εσόδων, αλλά ως κυβέρνηση, έγνοιά µας είναι η επίτευξη ανθεκτικότητας στον τοµέα του τουρισµού της χώρας µας.
Η ραχοκοκαλιά της οικονομίας οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις
Επίσης, δεν ξεχνάµε ότι στο τουριστικό γίγνεσθαι ανήκουν κάποιες χιλιάδες επιχειρήσεις, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων είναι µικροµεσαίες, για τις οποίες επιθυµούµε να βιώνουν καλές τουριστικές, άρα και οικονοµικές επιδόσεις, όχι µόνο επειδή η ραχοκοκαλιά της κυπριακής οικονοµίας ήταν ανέκαθεν οι µικροµεσαίες επιχειρήσεις, αλλά επειδή είναι εξαιρετικά σηµαντικό για την κάθε κοινωνία, τόσο οι µεγάλες, όσο και οι µικροµεσαίες επιχειρήσεις να έχουν επιτυχηµένο παρόν και ευοίωνο µέλλον και αυτό προσπαθούµε να επιτύχουµε µέσα από τα σχέδια κινήτρων που κατά καιρούς εξαγγέλλουµε.