Της Μαρίας Καραΐσκου
Στο πηδάλιο των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής θα βρεθεί ξανά ο Ντόναλντ Τραμπ στις 20 Ιανουαρίου, όταν θα αναλάβει επίσημα τα καθήκοντά του, ορκιζόμενος ως ο 47ος πρόεδρος. Στην προεκλογική του καμπάνια, ο εκλεκτός των Ρεπουμπλικάνων, μέσω ελκυστικών συνθημάτων, παρουσίασε μία πολύ υποσχόμενη πολιτική ατζέντα. Το πώς θα προχωρήσει στην πράξη και κατά πόσο θα τηρήσει τις δεσμεύσεις του, αποτελεί ένα πραγματικό ερωτηματικό, καθώς το μόνο σίγουρο είναι ότι παραμένει απρόβλεπτος.
Παρά ταύτα, ανάμεσα στις υποσχέσεις – και τη συνθηματολογία – που εξέφρασε προεκλογικά, συγκαταλέγονται οι μαζικές απελάσεις μεταναστών, ο πολιτικός προστατευτισμός των ΗΠΑ, η επιβολή εισαγωγικών δασμών και η μείωση της φορολογίας. Αναφορικά με την ενεργειακή πολιτική, ο Τραμπ δεν έκρυψε τη στήριξή του προς τα ορυκτά καύσιμα με το σλόγκαν «Drill, baby, drill», να έχει αποτελέσει μία από τις χαρακτηριστικές εκφράσεις του πολιτικού του λόγου.
Ήδη, αναλυτές προειδοποιούν για επικείμενο κίνδυνο ενός εμπορικού πολέμου, ο οποίος απειλεί τις παγκόσμιες ισορροπίες και φαντάζει όλο και πιο πιθανός εξαιτίας των πολιτικών προστατευτισμού και των δασμών που προωθεί.
Το Economy Today ανέθεσε σε τέσσερις οικονομολόγους να εξετάσουν τις συνέπειες αυτών των πολιτικών και να παραθέσουν τις δικές τους εκτιμήσεις για το αύριο της οικονομίας μετά τη νίκη Τραμπ. Ο οικονομολόγος Γιάννης Τελώνης, ο οικονομικός αναλυτής Γιάγκος Χατζηγιάννης, ο Ομότιμος Καθηγητής Οικονομικών του Πανεπιστημίου Κύπρου, Μιχάλης Μιχαήλ και ο Οικονομολόγος Μάριος Κληρίδης, σκιαγραφούν την επάνοδο του Ντόναλντ Τραμπ και τι σημαίνει αυτή για την οικονομία.
Μαζικές απελάσεις μεταναστών – Οι συνέπειες
Η υπόσχεση του Ντόναλντ Τραμπ για μαζικές απελάσεις μεταναστών, εκτός από την πολιτική της διάσταση, ενδέχεται να επιφέρει και σοβαρές οικονομικές προεκτάσεις. Οι μετανάστες αποτελούν κρίσιμο τμήμα του εργατικού δυναμικού των ΗΠΑ και η απομάκρυνσή τους αναμένεται να επηρεάσει άμεσα την αγορά εργασίας.
Με την ανεργία στις ΗΠΑ να βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα, γύρω στο 4% και τον πληθωρισμό υπό έλεγχο, οι μαζικές απελάσεις θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν την οικονομία, προκαλώντας ελλείψεις εργατικού δυναμικού σε καίριους τομείς όπως οι κατασκευές.
Μιλώντας στο Economy Today, ο Οικονομολόγος Γιάννης Τελώνης υπογράμμισε ότι, αν ο Τραμπ προχωρήσει σε απελάσεις, όπως δήλωσε προεκλογικά, οι συνέπειες θα είναι πολυεπίπεδες και θα δημιουργηθούν τριβές στην οικονομία.
«Απελαύνοντας όλους αυτούς τους μετανάστες, όπως ισχυρίζεται ότι θα πράξει, θα χαθεί ένα κρίσιμο κομμάτι της αμερικανικής κοινωνίας, η συμβολή του οποίου σε τομείς, όπως οι κατασκευές είναι πολύ σημαντική. Οι θέσεις αυτές δεν μπορούν εύκολα να καλυφθούν από τον εγχώριο πληθυσμό, ειδικά σε μια περίοδο σχεδόν πλήρους απασχόλησης», σημείωσε.
Δασμοί σε Κίνα και Ευρωπαϊκή Ένωση
Η πολιτική ατζέντα του Ντόναλντ Τραμπ βασίζεται σε πολιτικές προστατευτισμού, με στόχο την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής και τη μείωση της εξάρτησης από ξένες αγορές. Ένα από τα βασικά εργαλεία που όπως είπε θα χρησιμοποιήσει για την επίτευξη του συγκεκριμένου σκοπού είναι η επιβολή δασμών στα εισαγόμενα προϊόντα.
Η πρότασή του να επιβάλει δασμούς έως και 60% σε προϊόντα από την Κίνα και 10-20% στα υπόλοιπα εισαγόμενα, συμπεριλαμβανομένων των ευρωπαϊκών αγαθών, αποτελεί κεντρικό σημείο της ρητορικής του καθώς θεωρεί ότι με αυτό τον τρόπο θα θωρακίσει την αμερικανική οικονομία.
Ουσιαστικά, ο Τραμπ επιχειρεί τον «επαναπατρισμό» των βιομηχανοποιημένων προϊόντων στην Αμερική. Επιδιώκει να σπρώξει τα εργοστάσια που δουλεύουν στην Κίνα και εξάγουν στις ΗΠΑ, να δημιουργήσουν εργοστάσια στις ΗΠΑ ώστε να αποφύγουν αυτούς τους δασμούς.
Οι πρώτες επιπτώσεις από τους δασμούς που ενδεχομένως να επιβάλλει ο Τραμπ, όπως εξήγησε ο οικονομικός αναλυτής Γιάγκος Χατζηγιάννης, θα είναι οι πληθωριστικές πιέσεις στις ΗΠΑ, καθώς θα αυξηθεί το κόστος αγοράς των ξένων προϊόντων.
«Βεβαίως μακροπρόθεσμος στόχος του Τραμπ είναι να αυξηθεί η παραγωγή. Την επόμενη μέρα, δεν θα υπάρξει αύξηση παραγωγής. Θα χρειαστεί κάποιο χρονικό διάστημα», είπε ο κ. Χατζηγιάννης.
Την ίδια ώρα επισήμανε ότι ο αμερικανικός λαός σε μεγάλο βαθμό είναι εξαρτημένος από κινεζικά προϊόντα, τα οποία δεν είναι εύκολο να αντικατασταθούν. «Το κόστος παραγωγής στην Αμερική είναι πιο υψηλό από ό,τι στην Κίνα», αναφέρει, υπογραμμίζοντας ότι η αντικατάσταση αυτών των προϊόντων θα οδηγήσει σε αυξήσεις τιμών.
«Άρα ποια είναι η εναλλακτική; Να παράγεις ακριβά προϊόντα και ο κόσμος να μην μπορεί να τα αγοράσει; Δεν είναι εύκολο καθώς πολλά καθημερινά καταναλωτικά προϊόντα στις ΗΠΑ προέρχονται από την Κίνα», τόνισε.
Επιπρόσθετα, ο Γιάγκος Χατζηγιάννης αναφέρει ότι η επιβολή δασμών από τον Ντόναλντ Τραμπ θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στην Ευρώπη, ειδικά για τομείς όπως η αυτοκινητοβιομηχανία και η φαρμακοβιομηχανία, οι οποίοι εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις εξαγωγές στις ΗΠΑ. Η Αμερική είναι ένας από τους μεγαλύτερους εισαγωγείς αυτών των προϊόντων και αν ο Τραμπ προχωρήσει με την εξαγγελία του για επιβολή δασμών σε όλα τα ξένα προϊόντα, τότε οι επιπτώσεις θα είναι σοβαρές.
«Αυτό θα πλήξει την Ευρώπη σε μια περίοδο όπου ήδη οι μεγάλες οικονομίες της δεν παρουσιάζουν ανάπτυξη», τόνισε ο κ. Χατζηγιάννης.
«Τύμπανα» εμπορικού πολέμου
Την ίδια ώρα, η Ε.Ε. και η Κίνα δεν θα μείνουν με σταυρωμένα χέρια, καθώς αναμένεται ότι και αυτές με τη σειρά τους θα ανταποδώσουν με δασμούς στις εισαγωγές τους από τις ΗΠΑ.
«Την προηγούμενη φορά που ήταν πρόεδρος ο Τραμπ και επέβαλε δασμούς, η Ε.Ε. και η Κίνα ανταπέδωσαν. Αξίζει να πούμε ότι μετά τον Τραμπ, οι Δημοκρατικοί δεν πήραν πίσω όλους τους δασμούς, με τους περισσότερους να υπάρχουν ακόμα και κάποιους να έχουν εισαχθεί τώρα τελευταία, όπως για παράδειγμα στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Ο Τραμπ όμως πολύ πιθανόν να τους αυξήσει», υπέδειξε στο Economy Today ο Ομότιμος Καθηγητής Οικονομικών του Πανεπιστημίου Κύπρου, Μιχάλης Μιχαήλ.
Ο κ. Μιχαήλ να υποστηρίζει ότι η επαναφορά των δασμών από τον Ντόναλντ Τραμπ θα οδηγήσει σε μια νέα φάση εμπορικού πολέμου, με άμεσες συνέπειες για την παγκόσμια οικονομία, καθώς Κίνα και Ε.Ε. θα απαντήσουν.
Πρόσθεσε ότι αυτό θα δημιουργήσει ένα φαύλο κύκλο αντιποίνων, με τις τιμές να αυξάνονται αισθητά τόσο για τους καταναλωτές όσο και για τις επιχειρήσεις.
Διευκρινίζοντας τον όρο «εμπορικός πόλεμος», ο κ. Μιχαήλ εξήγησε: «Όταν μια χώρα επιβάλλει δασμούς, οι άλλες δεν μένουν απαθείς. Αντιδρούν με αντίστοιχα μέτρα, κάτι που επηρεάζει το διεθνές εμπόριο, την παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα και την οικονομική σταθερότητα».
Ο Μιχάλης Μιχαήλ επισήμανε ότι οι δασμοί θα έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη του ΑΕΠ, τόσο για την Ευρωζώνη όσο και για τις ΗΠΑ. «Όταν μια χώρα επιβάλλει δασμούς, οι εισαγωγές μειώνονται. Όταν και άλλες χώρες απαντούν με δασμούς, τότε περιορίζονται και οι εξαγωγές της. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε συνολική μείωση της παραγωγής και όχι σε αύξηση, η οποία είναι ο βασικός στόχος του Τραμπ», εξήγησε.
Αυτός που πραγματικά κερδίζει σε ένα εμπορικό πόλεμο, όπως τόνισε ο Γιάννης Τελώνης, είναι ο πληθωρισμός.
«Αν ο Τραμπ πραγματοποιήσει την απειλή του και βάλει τόσους μεγάλους δασμούς, τότε θα έχουμε μεσοπρόθεσμα πληθωρισμό. Μπορεί στην αρχή να επωφεληθεί η οικονομία των ΗΠΑ που είναι και ο στόχος του Τραμπ, αλλά θα επέλθουν πληθωριστικές πιέσεις. Συνεπώς θα έχουμε πληθωρισμό και στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη και εκεί θα δούμε τι πραγματικά σημαίνουν οι δασμοί», διευκρίνισε ο κ. Τελώνης.
Ένα τέτοιο σενάριο, σύμφωνα με τον οικονομολόγο Μάριο Κληρίδη, θα μπορούσε να προκαλέσει κάποιου είδος ύφεση στην Ευρώπη και συνάμα επιτάχυνση στη μείωση των επιτοκίων για να αυξηθεί η αγοραστική δύναμη και να δοθεί ώθηση στην ανάπτυξη.
«Θα χρειαστεί η οικονομία ρευστό για επανεκκίνηση», είπε ο κ. Κληρίδης.
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Γιάγκος Χατζηγιάννης τόνισε ότι αν ο Τραμπ προχωρήσει στην υλοποίηση των δασμών, τότε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα χρειαστεί να υιοθετήσει πιο δραστική προσέγγιση στη μείωση των επιτοκίων, προκειμένου να τονώσει την οικονομία.
«Είναι πιθανό να δούμε ταχύτερη μείωση των επιτοκίων το 2025, κάτι που θα είναι θετικό για την Κύπρο, καθώς η χώρα αντιμετωπίζει υψηλό ποσοστό υπερχρεωμένων νοικοκυριών και επιχειρήσεων», δήλωσε ο κ. Χατζηγιάννης.
Παράλληλα, ο Μάριος Κληρίδης, εκτιμά ότι υπάρχει πιθανότητα να δούμε στενότερη συνεργασία μεταξύ της Ε.Ε. και του Ηνωμένου Βασιλείου, στην προσπάθειά τους να ελαχιστοποιήσουν τις αρνητικές επιπτώσεις από τους δασμούς των ΗΠΑ.
«Τρύπα» στα δημόσια οικονομικά των ΗΠΑ
Αναφορικά με την πολιτική του Τραμπ για μείωση των φορολογιών και συγκεκριμένα του Φόρου Εισοδήματος και του Εταιρικού Φόρου, ο Γιάννης Τελώνης προβλέπει πως αυτό θα δημιουργήσει μία «τρύπα» στα δημόσια οικονομικά των ΗΠΑ.
«Ο Τραμπ πιστεύει ότι με αυτόν τον τρόπο θα ρίξει λεφτά μέσα στην οικονομία τα οποία θα πάνε σε επενδύσεις που θα δώσουν ώθηση στην οικονομία. Αυτό που θα δημιουργήσει όμως, είναι ένα τεράστιο έλλειμμα. Ο ίδιος λέει ότι θα το αντισταθμίσει από τους δασμούς, ωστόσο τα έσοδα που θα έχει από τους δασμούς δεν είναι αρκετά για να εξισορροπήσουν τη μείωση των φόρων. Υπολογίζεται ότι με την αύξηση δασμών και τη μείωση φορολογιών, το δημόσιο χρέος των ΗΠΑ θα πάει ακόμη 7 τρις δολάρια πάνω και θα ξεπεράσει το 100% του ΑΕΠ. Θα ανοίξει μια τρύπα στα δημόσια οικονομικά», υποστήριξε ο κ. Τελώνης.
Ο Μιχάλης Μιχαήλ επισήμανε ότι η φιλοσοφία του Τραμπ για μείωση του Φόρων Εισοδήματος και του Εταιρικού Φόρου, σε συνδυασμό με την επιβολή δασμών, δεν είναι ρεαλιστική.
«Ο Τραμπ λέει ότι θα μηδενίσει τον Φόρο Εισοδήματος και θα βρίσκει έσοδα από τους δασμούς. Αυτό φυσικά είναι υπερβολή και θα οδηγήσει σε εμπορικό πόλεμο. Επίσης, οι δασμοί στις εισαγωγές οδηγούν σε πληθωρισμό εντός της χώρας», ανέφερε ο κ. Μιχαήλ.
Συνεπώς, ο Γιάννης Τελώνης υποστηρίζει ότι ο μόνος τρόπος για να λειτουργήσει η κυβέρνηση του Τραμπ είναι ο δανεισμός και η αύξηση του δημόσιου χρέους, με τις ΗΠΑ σε αυτό το σημείο όμως, να έχουν ένα μεγάλο πλεονέκτημα συγκριτικά με άλλες οικονομίες, καθώς τα ομόλογά τους, αγοράζονται παγκοσμίως, έχοντας έτσι μια αστείρευτη πηγή εσόδων.
Επίσης, το δολάριο είναι το νόμισμα αναφορά στις παγκόσμιες συναλλαγές, με το χρυσό, το πετρέλαιο και όλα τα πολύτιμα μέταλλα να τιμώνται σε δολάρια.
«Drill, baby, drill»
Ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ένθερμος υποστηρικτής της πολιτικής εκμετάλλευσης των ορυκτών πόρων, με το χαρακτηριστικό σύνθημα «Drill, baby, drill», το οποίο προωθεί την αύξηση της εξόρυξης πετρελαίου. Η συγκεκριμένη στρατηγική αποσκοπεί στην ενίσχυση της ενεργειακής αυτονομίας της χώρας, μειώνοντας την εξάρτηση από εισαγωγές και ικανοποιώντας τη ζήτηση της εσωτερικής αγοράς.
«Αυτή η πολιτική αναμένεται να οδηγήσει σε μείωση των τιμών πετρελαίου στην Αμερική, κάτι που θα ευνοήσει τους καταναλωτές, αλλά μπορεί να δημιουργήσει ανισορροπίες στην παγκόσμια αγορά. Αν οι ΗΠΑ γίνουν ενεργειακά αυτάρκεις, οι χώρες που εξάγουν πετρέλαιο και άλλα ορυκτά καύσιμα στην Αμερική θα βρεθούν αντιμέτωπες με πλεονάζουσα παραγωγή και συνεπώς θα σημειωθεί πτώση των τιμών διεθνώς», ανέφερε, μεταξύ άλλων ο οικονομολόγος Γιάννης Τελώνης.
Εξηγώντας περαιτέρω, ο κ. Τελώνης ανέφερε ότι από τη μία, σαν Κύπρος είναι κάτι που μας συμφέρει καθώς δεν προχωρήσαμε ακόμη με το φυσικό αέριο και εξαρτόμαστε πλήρως από το πετρέλαιο. Ωστόσο, γενικότερα, δεν είναι και τόσο καλά νέα καθώς αποθαρρύνει τη μετάβαση στην πράσινη οικονομία.
Από την άλλη, ο οικονομολόγος Μάριος Κληρίδης, αναφέρει ότι η Σαουδική Αραβία που έχει τεράστια αποθέματα, ελέγχει την αγορά με περιορισμό της ζήτησης ή με πώληση περαιτέρω αποθέματος για να κρατεί σταθερές τις τιμές στις διεθνείς αγορές.
«Φρένο» στην πράσινη μετάβαση
Συν τοις άλλοις, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει δηλώσει πως σκοπεύει να αποσύρει τα μέτρα της πράσινης οικονομίας που υιοθέτησε ο Τζο Μπάιντεν, χαρακτηρίζοντας τις σχετικές επιδοτήσεις ως απάτη. Αυτή η πολιτική αλλαγή περιλαμβάνει την κατάργηση κινήτρων που βοηθούν τους Αμερικανούς να υιοθετήσουν πιο φιλικές προς το περιβάλλον λύσεις, όπως για παράδειγμα την αλλαγή του τρόπου θέρμανσης.
«Αυτή η επιλογή θα γυρίσει την Αμερική χρόνια πίσω», τόνισε ο Γιάννης Τελώνης, υπογραμμίζοντας πως οι συνέπειες δεν θα είναι άμεσες αλλά θα εμφανιστούν σε βάθος χρόνου.
«Θα φανεί σε 10-15 χρόνια που οι Αμερικανοί θα εξαρτώνται από το πετρέλαιο και ο υπόλοιπος κόσμος θα προχωρήσει με την πράσινη οικονομία. Έτσι, αυτό θα οδηγήσει στον αποκλεισμό των αμερικανικών προϊόντων από αγορές που θα απαιτούν χρήση καθαρής ενέργειας», κατέληξε ο κ. Τελώνης.
Ο Ομότιμος Καθηγητής Οικονομικών του Πανεπιστημίου Κύπρου, Μιχάλης Μιχαήλ, εξέφρασε την ανησυχία του για τη στάση του Ντόναλντ Τραμπ απέναντι στην κλιματική αλλαγή, τονίζοντας ότι, ο Τραμπ, δεν αποδέχεται τη σύνδεση της περιβαλλοντικής μόλυνσης με την αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη.
«Αποτελεί τραγικό θέμα, καθώς η κλιματική αλλαγή μπορεί να οδηγήσει σε ανεπανόρθωτες συνέπειες στον πλανήτη», δήλωσε ο κ. Μιχαήλ. Εξέφρασε, επίσης, την ανησυχία ότι η δυσπιστία του Τραμπ απέναντι στα συγκεκριμένα ζητήματα οδηγεί στην παραμέληση λήψης απαραίτητων μέτρων για προστασία του περιβάλλοντος.
«Αυτό που ανησυχεί ιδιαίτερα και τους οικονομολόγους είναι η στάση του απέναντι στο πράσινο. Εάν θέλουμε σαν Ευρώπη να προχωρήσουμε με την πράσινη μετάβαση, δεν γίνεται μία άλλη τεράστια οικονομία να βγάζει τόσο καυσαέριο και ρύπους», είπε με τη σειρά του ο οικονομολόγος Μάριος Κληρίδης.
Η απόσυρση από διεθνείς συμφωνίες και η ενδεχόμενη μείωση της χρηματοδότησης για βιώσιμες τεχνολογίες μπορεί να οδηγήσουν σε αύξηση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Αυτές οι πολιτικές δυσκολεύουν τις παγκόσμιες προσπάθειες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και επηρεάζουν αρνητικά τη διεθνή συνεργασία για βιώσιμη ανάπτυξη και πράσινη μετάβαση.
Πώς επηρεάζεται η Κύπρος
Η Κύπρος δεν αναμένεται να επηρεαστεί άμεσα από την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, αλλά οι συνέπειες θα φτάσουν μέσω της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης. Όπως έχει αναφερθεί, η ενδεχόμενη επιβολή δασμών από τις ΗΠΑ θα προκαλέσει πληθωριστικές πιέσεις στην Ε.Ε. και θα μειώσει τον ρυθμό ανάπτυξης. Είναι πιθανόν να οδηγήσει σε μείωση των επιτοκίων, προκειμένου να δοθεί ώθηση στην οικονομία.
Επιπλέον, η κλιμάκωση ενός εμπορικού πολέμου ενδέχεται να αποσταθεροποιήσει την οικονομική κατάσταση και να πλήξει την εφοδιαστική αλυσίδα. Ο κίνδυνος ύφεσης στην Ευρωζώνη είναι υπαρκτός και αυτό θα έχει αντίκτυπο και στην Κύπρο.
«Άμεσα, δεν θα υπάρξει σοβαρός αντίκτυπος, εκτός από την επίδραση στα επιτόκια. Όμως, θα επηρεαστούμε μέσω της Ε.Ε. και είναι σημαντικό να έχουμε μια οικονομικά ισχυρή Ένωση. Δυστυχώς, τους τελευταίους 12 μήνες, μεγάλες οικονομίες όπως η Γερμανία και η Γαλλία αντιμετωπίζουν προβλήματα ανάπτυξης», κατέληξε ο Γιάγκος Χατζηγιάννης.
Διαβάστε επίσης: Ποιοι είναι οι νικητές του «Trump Trade»;