Αναστάτωση στον επιχειρηματικό κόσμο παγκοσμίως έχει φέρει το ξέφρενο δασμολογικό μπαράζ του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, καθώς οι εταιρείες μετρούν το πιθανό κόστος των δασμών, τις επιπτώσεις του στις πωλήσεις, τα κέρδη και μερίδια αγοράς, σύμφωνα με ρεπορτάζ του Bloomberg.
Πολλές εταιρείες θέτουν σε λειτουργία «ομάδες εργασίας για τους δασμούς», καθώς προσπαθούν να αμβλύνουν τις επιπτώσεις από τα μέτρα.
Τις πρώτες εβδομάδες της θητείας του ο Τραμπ επέβαλε δασμούς σε περίπου 1,4 τρισ. δολάρια σε εισαγωγές αγαθών από τον Καναδά, το Μεξικό και την Κίνα, υπερτριπλάσια από τα κινεζικά εμπορεύματα αξίας 380 δισ. δολαρίων που επλήγησαν με τέτοιες εισφορές κατά την πρώτη θητεία του, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Tax Foundation.
Στη συνέχεια μείωσε και ανέβαλε τους δασμούς για τις εισαγωγές από τον Καναδά και το Μεξικό. Ωστόσο το πλήγμα ήδη μεταφέρθηκε στις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Η πολύπλοκη αρχιτεκτονική του παγκοσμίου εμπορίου
Την ίδια ώρα εταιρείες από τις αυτοκινητοβιομηχανίες Stellantis NV και Volkswagen AG μέχρι τις φαρμακευτικές εταιρείες Sandoz Group AG και Eli Lilly & Co. και τις εταιρείες λιανικής πώλησης Walmart Inc., Target Corp. και Temu προσπαθούν να επεξεργαστούν τις επιπτώσεις και να βρουν μια απάντηση. Η σύγχυση οφείλεται εν μέρει στην αρχιτεκτονική του παγκοσμίου εμπορίου τις τελευταίες δεκαετίες, γεγονός που καθιστά δύσκολη την πρόβλεψη της έκβασης τέτοιων μέτρων, σύμφωνα με τον Florent Menegaux, διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας ελαστικών Michelin.
«Σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο, οι μηχανισμοί είναι πολύ περίπλοκοι. Αν αρχίσεις να βάζεις δασμούς, γίνεται πολύ, πολύ λεπτό να καταλάβεις ποιες θα είναι οι συνέπειες» τόνισε σε συνέντευξή του, σημειώνοντας για παράδειγμα ότι για ένα όχημα που συναρμολογείται στις ΗΠΑ, τα εξαρτήματα μπορούν να περάσουν τα σύνορα 53 φορές γεγονός που καθιστά τους δασμούς έναν λογιστικό εφιάλτη.
Η μετακύλιση του κόστους στους καταναλωτές
Ενώ οι εταιρείες εξακολουθούν να εξετάζουν τις διαρκώς μεταβαλλόμενες δηλώσεις πολιτικής, αναδύονται ορισμένες γενικές κατευθύνσεις. Πολλές, όπως οι ευρωπαϊκές εταιρείες ανταλλακτικών αυτοκινήτων Continental AG, Schaeffler AG και Valeo SE, λένε ότι δεν έχουν άλλη επιλογή από το να μετακυλήσουν το υψηλότερο κόστος στους καταναλωτές.
«Για εμάς είναι ξεκάθαρο: Δεν μπορούμε να αντέξουμε πρόσθετους δασμούς και ενημερώνουμε τους πελάτες μας σχετικά με αυτό» τόνισε ο οικονομικός διευθυντής της Continental, Olaf Schick, σε συνέντευξή του. Η γερμανική εταιρεία διαθέτει 20 εργοστάσια στο Μεξικό και πέρυσι πραγματοποίησε το ένα πέμπτο των πωλήσεων του ομίλου της στις ΗΠΑ.
Στο μυαλό του Τραμπ οι δασμοί λειτουργούν ως καταλύτης που θα αναμορφώσει την αμερικανική οικονομία καθώς θα ωθήσουν τις επιχειρήσεις να κατασκευάζουν τα προϊόντα τους στις ΗΠΑ. Ενώ εταιρείες, όπως η Pirelli & C SpA και η Eli Lilly είναι μεταξύ πολλών που έχουν δεσμευτεί να αυξήσουν την παραγωγή τους στις ΗΠΑ, ωστόσο τα σχέδια αυτά χρειάζονται πολύ χρόνο για να λειτουργήσουν όπως προειδοποιούν βιομηχανικοί όμιλοι.
«Ένα εργοστάσιο ελαστικών δεν είναι ένα απλό εργοστάσιο συναρμολόγησης» εξηγεί ο Menegaux της Michelin. «Η ελάχιστη επένδυση για ένα εργοστάσιο ελαστικών ανέρχεται στα 600 εκατομμύρια δολάρια. Αν προχωρήσετε όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, χρειάζονται τρία χρόνια μέχρι να μπορέσετε να παράγετε το πρώτο ελαστικό». Βραχυπρόθεσμα, η εταιρεία δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να αυξήσει τις τιμές, είπε.
Οι δασμοί «εξαφανίζουν» τα κέρδη
Δεν θα μπορέσουν όλες οι εταιρείες να μετακυλήσουν το υψηλότερο κόστος. Η Stellantis και η Volkswagen ενδέχεται να δουν τους δασμούς στα οχήματα που εισάγουν από το Μεξικό και τον Καναδά να «καταπίνουν» 5,21 δισ. ευρώ από τα κέρδη τους φέτος, εκτιμά το Bloomberg Intelligence. Η S&P υποβάθμισε αυτό το μήνα το χρέος της Stellantis, επικαλούμενη τις πιθανές επιπτώσεις.
Ο ιδιοκτήτης των εμπορικών σημάτων Jeep, Ram, Chrysler και Dodge μπορεί να εισάγει φέτος περίπου 417.000 οχήματα στις ΗΠΑ από τις δύο χώρες, σύμφωνα με τον ανώτερο αναλυτή βιομηχανίας της BI, Michael Dean, ο οποίος λέει ότι ο έντονος ανταγωνισμός και η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα σημαίνουν ότι έχει «περιορισμένα περιθώρια να μετακυλήσει αυτό το πρόσθετο κόστος στους αγοραστές».
Οι αυτοκινητοβιομηχανίες μπορεί τελικά να αντιμετωπίσουν και περισσότερους δασμούς στις εισαγωγές τους από την Ευρώπη. Ο Τραμπ έχει απειλήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση με δασμούς 25% και τα φαρμακευτικά προϊόντα, τα αυτοκίνητα και η γεωργία έχουν προσδιοριστεί ως κλάδοι ιδιαίτερης ανησυχίας.
Αν συμβεί αυτό, αυτό καθιστά «πιο δύσκολη την κατάσταση για εμάς, επειδή εισάγουμε πολλά αυτοκίνητα στις ΗΠΑ από την Ευρώπη» σημείωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Volvo Car AB, Jim Rowan. «Οπότε τότε πρέπει να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε την κατασκευή περισσότερων αυτοκινήτων στις ΗΠΑ. Έχουμε παραγωγική ικανότητα στο Τσάρλεστον. Έτσι θα μπορούσαμε να το κάνουμε αυτό».
Προσκόμματα σε προμήθειες
Για την Boeing, ενώ οι δασμοί θα αυξήσουν το κόστος για εξαρτήματα όπως ο εξοπλισμός προσγείωσης που αγοράζει από τον Καναδά, η μεγαλύτερη ανησυχία είναι ότι η προμήθεια εξαρτημάτων θα γίνει δύσκολη. Ο διευθύνων σύμβουλος Κέλι Όρτμπεργκ μιλώντας στους εργαζομένους τόνισε ότι οι δασμοί θα μπορούσαν να μετατραπούν σε «ζήτημα συνέχειας του εφοδιασμού».
Η διατήρηση της ομαλής κίνησης των προμηθειών αποτελεί επίσης ανησυχία για τις αμερικανικές εταιρείες λιανικής πώλησης, όπως η Target και η Walmart, που προμηθεύονται τα προϊόντα τους από χώρες όπως η Κίνα. Αναμένουν πιθανές αυξήσεις τιμών, παρόλο που δεν είναι ακόμη σίγουροι για το τι θα επιφέρουν οι δασμοί.
«Ανάλογα με το επίπεδο των δασμών, θα πρέπει να αναλάβουμε κάποιο επίπεδο δράσης» είπε ο διευθύνων σύμβουλος της Target Μπράιαν Κορνέλ στους δημοσιογράφους την περασμένη εβδομάδα.
Μεταφέροντας μέρος των δασμών στους προμηθευτές
Η Walmart έχει ζητήσει από Κινέζους προμηθευτές να μειώσουν τις τιμές τους έως και 10% ανά γύρο δασμών, ζητώντας ουσιαστικά να επωμιστούν μέρους του κόστους των δασμών του Τραμπ. Αυτό δημιουργεί ανησυχία σε ορισμένους προμηθευτές, που ήδη εργάζονται με μικρά περιθώρια κέρδους, και έχει προκαλέσει την οργή της κινεζικής κυβέρνησης.
Ο γίγαντας των διαδικτυακών αγορών Temu προχώρησε σε τροποποιήσεις του επιχειρηματικού του μοντέλου, παραιτούμενος από τον ουσιαστικό έλεγχο των κινεζικών προμηθειών του εν όψει των νέων δασμών. Με τον κίνδυνο να ανεβάσει τις τιμές στην οικονομική εφαρμογή αγορών, η εταιρεία ζητά από τα εργοστάσια να στέλνουν τα δικά τους προϊόντα χύμα σε αμερικανικές αποθήκες, υιοθετώντας αυτό που αποκαλεί «μισό-καθήκον», όπου διαχειρίζεται μόνο την ηλεκτρονική αγορά.
Η φαρμακοβιομηχανία
Για τους φαρμακοβιομήχανους ο αντίκτυπος θα εξαρτηθεί από το αν στοχοποιείται το πραγματικό προϊόν ή το δραστικό φαρμακευτικό συστατικό, εξηγούν στελέχη του κλάδου. Εάν πρόκειται για το τελευταίο, πολλές από τις μεγαλύτερες φαρμακευτικές εταιρείες θα πληγούν, δεδομένου ότι το βασικό αυτό συστατικό παράγεται σε μεγάλο βαθμό στην Κίνα και την Ινδία, είπαν.
Η Sandoz, η οποία παράγει γενόσημα φάρμακα σε μεγάλο βαθμό εκτός των ΗΠΑ, ανακοίνωσε ότι είναι απίθανο να αυξήσει την παραγωγή στη χώρα, εκτός εάν υπάρξουν θεμελιώδεις αλλαγές στον τρόπο αγοράς των φαρμάκων, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι τιμές των φαρμάκων της θα αυξηθούν.
«Βραχυπρόθεσμα, νομίζω ότι θα οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερη αστάθεια στην πρόσβαση των ασθενών» τονίζει ο διευθύνων σύμβουλος της ελβετικής εταιρείας, Ρίτσαρντ Σέινορ, σε συνέντευξή του. Μεσοπρόθεσμα, οι αυξήσεις των τιμών θα μετακυλιστούν στους πληρωτές και τελικά στους ασθενείς, είπε.
Πηγή: ot.gr
Διαβάστε επίσης: Κάζακς (ΕΚΤ): Η μάχη με τον πληθωρισμό δεν έχει τελειώσει