Τις δικές τους θέσεις για την επιχειρούμενη επένδυση πλησίον των τειχών της Λευκωσίας ανέπτυξαν σήμερα στο πλαίσιο διάσκεψης Τύπου οι ιδιοκτήτες του τεμαχίου, εκφράζοντας ταυτόχρονα παράπονα γιατί μέχρι στιγμής δεν έχουν λάβει οριστική απάντηση από τις πολεοδομικές αρχές, αλλά και για τη στάση του Τμήματος Αρχαιοτήτων.
«Αποκλειστικό κίνητρο για την επένδυσή μας στην περιοχή της Παλουριώτισσας, ήταν η μοναδική ευκαιρία που μας παρουσιάστηκε να συνεισφέρουμε στην αναβάθμιση μιας παραμελημένης περιοχής της πρωτεύουσας», ανέφεραν συγκεκριμένα στη διάσκεψη Τύπου, οι ιδιοκτήτες του έργου CITADEL, επισημαίνοντας όπως αναφέρει και σχετική ανακοίνωση πως είχαν λάβει διαβεβαιώσεις από τον τότε Δήμαρχο της πόλης, ότι θα είχαν την ευκαιρία να αναπτύξουν ένα κτήριο μεικτής χρήσης με σοβαρά ανταποδοτικά μέτρα για την τοπική κοινωνία. Παρ’ όλα αυτά, όπως είπαν, βάσει και της σχετικής ανακοίνωσης τους «η επένδυσή τους έχει κολλήσει στις ενστάσεις του Τμήματος Αρχαιοτήτων και την άρνησή του ν’ ακούσει ακόμα και τους παγκοσμίου φήμης συμβούλους που ανέλαβαν την εναρμόνιση του έργου με τις προδιαγραφές που αυτό πρέπει να έχει, λόγω του περιβάλλοντα χώρου».
Στην ανακοίνωση υποστηρίζεται επίσης πως οι ιδιοκτήτες του έργου έλαβαν υπόψη τις προκαταρκτικές απόψεις της Πολεοδομικής Αρχής προτού προβούν στην αγορά του τεμαχίου το 2017. «Έκτοτε, προέβησαν σε τρεις τουλάχιστον αναπροσαρμογές του σχεδιασμού και της χρήσης του κτηρίου, ανταποκρινόμενοι σε απόλυτο βαθμό στην ανατροφοδότηση που λάμβαναν από τις Αρχές του Κράτους» αναφέρεται και προστίθεται ότι στην τελευταία του εκδοχή, το σχέδιο προνοεί κτήριο 22 ορόφων, με 116 οικιστικές μονάδες, ένα μικρό ξενοδοχείο 58 δωματίων και σημαντικά κοινωνικά αντισταθμίσματα που θα ωφελήσουν το σύνολο της περιοχής. Όπως αναφέρθηκε σήμερα ακόμα δεν έχουν οριστική απάντηση στην αίτηση που υποβλήθηκε για αδειοδότηση με τον ιδιοκτήτη του έργου να μην αποκλείει αναλόγως των εξελίξεων να διεκδικήσει αποζημιώσεις.
Στο πλαίσιο της σημερινής διάσκεψης Τύπου «ο ιδιοκτήτης της εταιρείας, Wahid Chammas, εμφανίστηκε εξαιρετικά απογοητευμένος για την πορεία της προσπάθειάς του, διερωτώμενος κατά την προβολή σχετικού βίντεο που δείχνει εικόνες των τειχών, αλλά και παρακείμενους δρόμους σε άθλια κατάσταση, πώς είναι δυνατόν αυτοί που δήθεν κόπτονται για την εικόνα των αρχαιοτήτων και ευρύτερα της περιοχής, να την έχουν αφήσει στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα».
«Ζω στην Κύπρο από τη δεκαετία του ’70 με την γυναίκα μου και τα παιδιά μου. Είμαι Κυπριο - Λιβανέζος και το σπίτι μου είναι στη Λευκωσία. Είμαι ιδιοκτήτης εταιρείας διαχείρισης επενδύσεων και μετά την οικονομική κρίση στην Κύπρο προχωρήσαμε σε αγορά κάποιων ακινήτων προκειμένου να βοηθήσουμε στην αναδιάρθρωση των τραπεζών. Όταν μου προτάθηκε το συγκεκριμένο τεμάχιο ως επιλογή, προβληματίστηκα λόγω της κακής κατάστασης της περιοχής. Εν τέλει πείστηκα να προχωρήσω μετά τις γραπτές παροτρύνσεις αρμοδίων της τοπικής αρχής και έκτοτε το μόνο που έκανα ήταν να τους ακούω και να προσαρμόζω αυτή την ανάπτυξη σε όσα μου υποδείκνυαν, δημιουργώντας αυτό το όμορφο σχέδιο που περιελάβανε όσα μας ζήτησαν. Προσιτά διαμερίσματα για φοιτητές και νέους ανθρώπους, μικρό ξενοδοχείο και καταστήματα. Οι άνθρωποι της περιοχής το υποδέχθηκαν με μεγάλη χαρά και έκτοτε με ρωτούν που βρισκόμαστε. Είμαστε ενώπιον της άρνησης του Τμήματος Αρχαιοτήτων ακόμα και για να μας συναντήσει», ανέφερε χαρακτηριστικά, διερωτώμενος γιατί κάποιοι αποφάσισαν να στερήσουν από τη Λευκωσία την ευκαιρία να αναπτυχθεί.
Στην τοποθέτησή του, ο εκ των αρχιτεκτόνων του έργου, Γιώργος Μαχλουζαρίδης, έκανε μια αναδρομή στους βασικούς σταθμούς του έργου, ξεκινώντας από το 2017, όταν δηλαδή παρουσιάστηκε η πιθανότητα ανάπτυξης του εν λόγω τεμαχίου, με κοινωνικά αντισταθμίσματα, ενδεχόμενο στο οποίο το τότε Δημοτικό Συμβούλιο, ανταποκρίθηκε θετικά. Όπως εξήγησε, το 2018 και αφότου λήφθηκαν οι προκαταρκτικές απόψεις της Πολεοδομικής Αρχής, οι οποίες ήταν, επίσης, θετικές, προχώρησε η αγορά του τεμαχίου.
Το 2020, μάλιστα, ανατέθηκε σε διεθνή αρχιτεκτονικό οίκο με εξειδίκευση σε Ιστορικά Αστικά Κέντρα και μνημειακή αρχιτεκτονική, η εκπόνηση μελέτης, ακριβώς για να διασφαλιστεί ότι η όποια ανάπτυξη, θα γίνει με απόλυτο σεβασμό στο ευαίσθητο της περιοχής. Σύμφωνα με τον κ. Μαχλουζαρίδη, το Τμήμα Αρχαιοτήτων αρνήθηκε επανειλημμένως να συναντηθεί με τους συμβούλους και αρχιτέκτονες του έργου. Παρ’ όλα αυτά, οι συντελεστές συνέχισαν κανονικά όλες τις διαδικασίες, προχωρώντας σε όλες τις απαραίτητες τροποποιήσεις, όπως αυτές υποδείχθηκαν από τις αρμόδιες Αρχές, ενώ διαβουλεύθηκαν με όλες ανεξαιρέτως τις Αρχές, συμπεριλαμβανομένων της Αρχής Ηλεκτρισμού, της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και του Τμήματος Περιβάλλοντος.
Καταληκτικά, ο κ. Μαχλουζαρίδης υπέδειξε ότι το Δημοτικό Συμβούλιο Λευκωσίας ψήφισε το 2023 ομόφωνα υπέρ της ανάπτυξης του προτεινόμενου έργου, προσβλέποντας στην αποκατάσταση της ευρύτερης περιοχής.
Λαμβάνοντας τον λόγο, ο Μηχανικός Περιβάλλοντος Πανίκος Νικολαΐδης που εκπόνησε μελέτη επιπτώσεως στο περιβάλλον όπως προνοεί η νομοθεσία, ανέφερε ότι έγινε δημόσια διαβούλευση και παρουσίαση στην παρουσία του Δήμου, κατά την οποία δεν λήφθηκαν οποιεσδήποτε αρνητικές απόψεις πέραν από αυτή του Τμήματος Αρχαιοτήτων. Διερωτήθηκε εξάλλου πως γίνεται στην ίδια ευθεία να έχουν ήδη αναπτυχθεί άλλα παρόμοια κτίρια, χωρίς να προκύψουν ίδιες ενστάσεις από το Τμήμα Αρχαιοτήτων.
Ο εκ των Πολιτικών Μηχανικών της εταιρείας, Θεόδωρος Χατζηγεωργίου, ανέφερε ότι το Τμήμα Αρχαιοτήτων θα μπορούσε τουλάχιστον να συναντήσει τους εμπειρογνώμονες διεθνούς κύρους που προσέλαβαν οι αγοραστές, για να ακούσει τις απόψεις τους και να εξαντλήσουν τα περιθώρια εξεύρεσης κάποιας λύσης, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη ότι η Πολεοδομική Αρχή είχε προγενέστερα συμφωνήσει με τους αγοραστές ως προς τον συντελεστή δόμησης.
Ο Δώρος Λυκούργος, από την πλευρά των νομικών συμβούλων, τόνισε πως είναι έτοιμοι ανά πάσα στιγμή να λάβουν όλα τα απαιτούμενα νομικά μέτρα για να δικαιωθεί ο ιδιοκτήτης, είτε παίρνοντας την άδεια που κατά την έκφραση του δικαιούται, είτε για να αποζημιωθεί για όλα τα έξοδα που έχουν γίνει με την παρότρυνση των δημόσιων αρχών και υποσχέσεων που δόθηκαν μέχρι τώρα.
Σε ερώτηση δημοσιογράφου σχετικά με τον λόγο που το Τμήμα Αρχαιοτήτων αρνείται να τους συναντήσει, ο κ. Chammas ανέφερε ότι έχει ακούσει διάφορες φήμες, τις οποίες δεν επιθυμεί να αναπαράγει.
«Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο Διευθυντής του Τμήματος Αρχαιοτήτων αρνείται να συναντηθεί μαζί μου. Σύμφωνα με όσα μου έχουν μεταφερθεί, ο ίδιος δεν επιτρέπει την προώθηση και άλλων αξιόλογων ιδεών».
«Ποιος θα αναλάβει την ευθύνη για την εγκατάλειψη της περιοχής; Η άρνηση του Τμήματος Αρχαιοτήτων δεν στηρίζεται σε καμία νομική βάση. Αυτό για μένα είναι σοκαριστικό», κατέληξε».